Μια από τις μεγαλύτερες μάχες του Ελληνοιταλικού, αλλά και συνολικά του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, έγινε στο «Ύψωμα 731», ένα στρατηγικής σημασίας σημείο, που ένωνε ουσιαστικά τον βορρά με τον νότο. Το Ύψωμα βρίσκεται 20 χιλιόμετρα Βόρεια της Κλεισούρας, μεταξύ των ορεινών συγκροτημάτων Τρεμπεσίνας και Τόμορι των Αλβανικών Άλπεων. Τη μάχη παρακολούθησε ο ίδιος ο δικτάτορας Μουσολίνι, από τα απέναντι βουνά, παίζοντας ουσιαστικά, το τελευταίο του χαρτί απέναντι στην Ελλάδα. Το Ύψωμα 731, αποτελούσε «κλειδί» για την διάβαση των Ιταλών προς την ενδοχώρα. Ο Μουσολίνι, επικείμενης της γερμανικής επίθεσης στις αρχές του Απριλίου του 1941, κατά μήκος της Ελληνοβουλγαρικής μεθορίου, για να επιτύχει σπουδαίες νίκες, αποφάσισε να ενεργήσει τον Μάρτιο του 1941, μεγάλη επίθεση, με στόχο τη διάσπαση του μετώπου, την καταστροφή του ελληνικού στρατού και την κατάληψη της Ελλάδας, ώστε να προλάβει έτσι τους Γερμανούς. Οι Ιταλικές δυνάμεις υπερίσχυαν σημαντικά από τις Ελληνικές. Ήταν εξοπλισμένες με έναν μεγάλο αριθμό βομβαρδιστικών και με εκατοντάδες κανόνια, ενώ 10 νέες μεραρχίες είχαν μεταφερθεί την περίοδο εκείνη στα βουνά της Αλβανίας.
Στις 9 Μαρτίου του 1941, ξεκίνησε η εαρινή επίθεση των Ιταλών με κανονιοβολισμό. Ακολούθησε μια πραγματική κόλαση. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν ρίφθησαν τόσα πυρομαχικά, όσα στο μικρό «Ύψωμα 731». Κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε, επάνω στο βουνό, έσκαγαν περίπου 11 βλήματα, μόνο την πρώτη μέρα, ενώ για δυόμισι συνεχείς ώρες ρίχτηκαν συνολικά σχεδόν 100.000 βλήματα! Το Ύψωμα δέχθηκε σε τρείς μέρες, συνολικά 18 επιθέσεις από πυροβολικό, αεροπορία, άρματα και επίλεκτες μονάδες πεζικού, που προκάλεσαν σύννεφα καπνού, σκόνη και αρκετούς ανθρώπινους διαμελισμούς. Η όψη του τοπίου, παρουσίασε εμφανή αλλαγή μετά το τέλος των επιθέσεων. Το βουνό έμεινε ουσιαστικά «φαλακρό», καθώς καταστράφηκε κάθε δέντρο στην περιοχή.
Ο λογοτέχνης Νικηφόρος Βρεττάκος, που υπηρετούσε τότε στο αλβανικό μέτωπο, έδωσε μια συγκλονιστική εικόνα για την επίθεση: «…Το Ύψωμα 731 καίγεται!…είχαμε τέσσερους μήνες πόλεμο και τέτοιο κακό δεν το είχαμε ματαϊδεί…ήτανε τυλιγμένο στον καπνό και στη σκόνη. Δεν φαινότανε ούτε μια πέτρα. Το εχθρικό πυροβολικό το’χε σκεπάσει με μια βροχή από οβίδες από πάνω ως κάτω…πως είναι δυνατό να υπάρχουνε εκεί πάνω άνθρωποι;». Όταν οι βομβαρδισμοί σταμάτησαν, ο Ιταλός διοικητής ήταν σίγουρος ότι δεν είχε μείνει άνθρωπος ζωντανός στο σημείο και έστειλε το πεζικό του, με μοναδικό στόχο να καταλάβει το ύψωμα. Όταν οι Ιταλικές μονάδες πλησίασαν, οι Έλληνες στρατιώτες που είχαν μείνει ζωντανοί στο Ύψωμα, κουρελιασμένοι, πολλοί τραυματισμένοι και αρκετοί κωφοί από τις εκρήξεις, βγήκαν από τα κατεστραμμένα χαρακώματα και αντεπιτέθηκαν μέχρις εσχάτων. Οι Ιταλοί τα έχασαν. «Είχαν υπερβεί τον άνθρωπο. Δεν ήταν άνθρωπο πλέον, το πιστεύω, ήταν θηρία», διηγήθηκε ένας Ιταλός ανθυπολοχαγός που πήρε μέρος στην μάχη. «Εκείνοι που στέκονταν τώρα γαντζωμένοι εκεί…δεν έμοιαζαν με πλάσματα ανθρώπινα. Ήτανε κάτι σκέλεθρα, με κουρέλια, επιδέσμους… φαντάσματα…όλο χώμα και ιδρώτα που παγώνει, μάτι γυαλιστερό από την πείνα, την αγωνία, την πάλη με το Χάρο», έγραψε ο Άγγελος Τερζάκης. Η αντεπίθεση οργανώθηκε από τον ήρωα Ταγματάρχη Δημήτρη Κασλά, που είχε αναλάβει την διοίκηση του 2ου Τάγματος, μέσα στη μάχη και έδωσε μια αλησμόνητη διαταγή, που δεν άφηνε ουσιαστικά κανένα περιθώριο υποχώρησης: «Ουδείς θα κινηθεί προς τα οπίσω. Ο εχθρός θα διέλθει εκ της τοποθεσίας μας, μόνον όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας»
Ακολούθησαν φονικές μάχες, με αλλεπάλληλες επιθέσεις των Ιταλών, στις οποίες οι ελληνικές δυνάμεις αμύνονταν, με ότι μέσο είχαν διαθέσιμο, καθώς τα πυρομαχικά που τελείωναν, τους οδήγησαν να κάνουν χρήση ακόμα και βομβών μολότωφ. Οι Ιταλοί, τελικά, νικήθηκαν. Συνολικά μέτρησαν 12.000 νεκρούς και 3.000 τραυματίες. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν 1.200 νεκροί και 4.000 τραυματίες. Οι βομβαρδισμοί που δέχθηκε το Ύψωμα 731, ήταν τόσο σφοδροί, που κατάφεραν να μειώσουν το ύψος του βουνού κατά 5 ολόκληρα μέτρα (!). Για τον λόγο αυτό, σήμερα στους χάρτες, αναφέρεται ως ύψωμα 726 και όχι 731.
Ο ηρωικός Ταγματάρχης Δ. Κασλάς, στην κατοχή εντάχθηκε στον ΕΛΑΣ. Συμμετείχε στην XVI Μεραρχία του ΕΛΑΣ και ειδικότερα ως Διοικητής του 52ου Συντάγματος. Ο Κασλάς, σπουδαίος στρατιωτικός νους, είχε μεγάλες επιτυχίες στον αγώνα του ΕΛΑΣ ενάντια στους κατακτητές και ειδικότερα στις περιοχές όπου δραστηριοποιήθηκε (Λαμία- Καρπενήσι- Καρδίτσα). Μετά την απελευθέρωση, κατηγορήθηκε για δοσιλογισμό και στιγματισμένος πια, πέρασε 3 χρόνια της ζωής του εξόριστος σε ξερονήσια. Αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές για να ζήσει και έφτασε να αρνείται την ιδιότητά του σε όσους τον αναγνώριζαν. Εγκαταλελειμμένος, προδόθηκε από την καρδιά του στα 65 του χρόνια, το 1966. Το 1985, μετά θάνατον, προήχθη σε Ταξίαρχο.
Το Ύψωμα 731, αποτελεί πεδίο μάχης ανδρείας και ηρωισμού, ορόσημο θυσίας και προσφοράς. Δεν έπεσε στον εχθρό παρά τις λυσσαλέες επιθέσεις του. Με το τίμημα της νίκης να θεωρείται ιδιαιτέρως βαρύ, αν αναλογιστεί κανείς ότι η ελληνική μεραρχία μέτρησε 2.642 ανθρώπινες απώλειες, η θυσία των πεσόντων Ελλήνων στρατιωτών και ο ηρωισμός όσων επέζησαν δίνουν απροσμέτρητο μεγαλείο και δόξα στη μνήμη τους. Για όλους τους παραπάνω λόγους, το Ύψωμα 731 έφτασε να χαρακτηρίζεται από πολλούς, ως οι σύγχρονες Θερμοπύλες, ενώ το μνημείο που χτίστηκε λίγα χρόνια μετά, στο σημείο εκείνο, έμεινε να αποτελεί τον αδιάψευστο μάρτυρα του αίματος των πεσόντων Αξιωματικών και οπλιτών και να κρατά ζωντανή την μνήμη των επερχόμενων γενεών.
Κόλασις φωτιάς το περιζώνει
το κτυπούν ατσάλινα σφυριά
Πέτρες, δέντρα γίνονται όλα σκόνη
μα η ελληνική παλικαριά
το κρατεί γερά και δεν αφήνει
τον Ιταλικό στρατό να το μολύνει.
Πάνω στο Εφτακόσια τριάντα ένα
Και στην πιο τρανύτερη κορφή
Λίγα φανταράκια αντρειωμένα
Σώσαν της Πατρίδας την τιμή.
-Σπ. Παναγιωτόπουλος-
Οδυσσέας Δημόπουλος, Ιστορικός