Written by 6:26 μμ Επικαιροτητα, Το LEP ρωτάει

Το LEP ρωτάει: “Καπιτώλιο: Η δημοκρατία σε κρίση”

Οι ΗΠΑ δεν είναι πια ο κύριος εκπρόσωπος της δημοκρατίας στο διεθνές σύστημα, μια πεποίθηση που ήταν και σημαντική πηγή της ήπιας ισχύος της.

Με αφορμή τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου στην Αμερική και την εισβολή ομάδας υποστηρικτών του Τραμπ στο Καπιτώλιο με σκοπό να διαμαρτυρηθούν για την “παράνομη” κατ’ αυτούς νίκη του Μπάιντεν, πέντε συντάκτες απαντούν στις ερωτήσεις του LEP για το εν λόγω περιστατικό και την κρίση της δημοκρατίας.

1. Πως κρίνετε το περιστατικό της εισβολής στο Καπιτώλιο με την ανοχή ενός δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου;

Αναστασία Καταράκη: Όταν απειλείται, το πρώτο πράγμα που εγκαταλείπει η δημοκρατία είναι η δημοκρατία, έλεγε η Μινιόν Μακλάφλιν. Κατά τη γνώμη μου λοιπόν, η εισβολή στο Καπιτώλιο ήταν ένα μεγάλο χτύπημα για μία ήδη «πληγωμένη» δημοκρατία. Ο Τραμπ επιβεβαίωσε για άλλη μία φορά όσους τον αποδοκιμάζανε. Απέδειξε όχι μόνο ότι δεν μπορεί να κάνει την Αμερική Great Again, αντιθέτως την δίχασε ακόμη περισσότερο.

Γεωργία Βουτσά: Η στάση που κράτησε ο Donald Trump απέναντι στην εισβολή στο Καπιτώλιο δεν είναι κάτι το οποίο θα έπρεπε να μας εκπλήξει. Καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του, μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Twitter, ο ίδιος όχι μόνο προέβαινε σε ανεκδιήγητες δηλώσεις που έβλαπταν το κύρος ολόκληρης της χώρας του, αλλά και συνείσφερε στη παγίωση της πόλωσης του αμερικανικού λαού. Πολλές φορές, μάλιστα, ενώ του δινόταν το δημόσιο βήμα να καταδικάσει ακροδεξιές ομάδες και τη δραστηριότητα τους, ο ίδιος προτίμησε να μιλήσει με μετριοπάθεια στηριζόμενος σε δίπολα. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα είχε δηλώσει σε προεκλογικό debate, όταν του ζητήθηκε να καταδικάσει ομάδες οι οποίες είναι υπέρ της λευκής υπεροχής, όπου και απέφυγε μια σαφή και ξεκάθαρη απάντηση προκαλώντας για ακόμα μια φορά αντιδράσεις. Εν ολίγοις, όταν ένας δημοκρατικά εκλεγμένα Πρόεδρος, μονίμως υπεκφεύγει να ξεκαθαρίσει τη θέση του απέναντι σε ομάδες ατόμων σαν αυτές που βρέθηκαν ανάμεσα στο πλήθος των εισβολέων, η ανοχή του απέναντί τους είναι η πλέον αναμενόμενη αντίδραση.

Δαβίδ Φουσίεκ: Το περιστατικό της εισβολής στο Καπιτώλιο αποτέλεσε το «κρεσέντο» ενός εφιάλτη που είχε ξεκίνησε πριν από τέσσερα χρόνια, δηλαδή την εκλογή του Ντοναλντ Τραμπ. Η πικρή αλήθεια είναι ότι παρά την έκταση που έλαβε το ζήτημα, η πορεία των περίπου 5-10 χιλιάδων υποστηρικτών του Τραμπ δεν ήταν και η “Marcia su Roma” (η πορεία που έκαναν οι μελανοχίτωνες του Μπενίτο Μουσολίνι προς την πρωτεύουσα της Ιταλίας, Ρώμη, προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία το 1922) που είχαν φανταστεί οι ίδιοι. Στο τέλος της ημέρας, το κίνημα κατάφερε όχι μόνο να αποτύχει τελεολογικά, αλλά και να πλήξει τον ίδιο τον Τραμπ, ο οποίος έχασε ένα μεγάλο μέρος της υποστήριξης που είχε μέχρι πρότινος.

Ωστόσο, αυτό που έχει αρκετό ενδιαφέρον είναι η ιδεολογική προέκταση του φαινομένου. Αυτό που φάνηκε είναι ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πια ο κύριος εκπρόσωπος της δημοκρατίας στο διεθνές σύστημα, μια πεποίθηση που ήταν και σημαντική πηγή της ήπιας ισχύος της. Τα τελευταία χρόνια βιώνουμε το τέλους του Αμερικανικού ονείρου με τις ΗΠΑ να είναι αντιμέτωπες με καίρια εσωτερικά προβλήματα (π.χ. BLM) και μια διεθνή απομόνωση, η οποία ήταν παραδόξως και ο στόχος του Τράμπ. Η εκλογή του Μπάιντεν μπορεί να έχει μπαλώσει εν μέρει το δεύτερο, αλλά σίγουρα δεν έχει δώσει τέλος στο πρώτο.

Επιπρόσθετα, η εισβολή στο Καπιτώλιο επέδειξε ότι υπάρχει ανάγκη για την επανεκκίνηση του διάλογου για την δημοκρατία. Η στατική αντίληψη ενός αγαθού που είναι αποτέλεσμα δεκαετιών και εκατοντάδων χρόνων μάχης και «τραύματος» έχει οδηγήσει στην καθολική του υπονόμευση παγκοσμίως (αυτό αφόρα και την Ευρώπη, που από την αρχή του 21ου αιώνα έχει σημειώσει μια άνοδο των ακροδεξιών κόμματών) και στην αγνοία της «εύπλαστης» φύσης του. Αυτό δεν είναι μόνο αντίθετο στην πρωταρχική μοντέρνα σύλληψη της (σύμφωνα με τις επιταγές του Κάντ και Ρουσσώ από κάτω μέχρι πάνω) αλλά έχει δημιουργήσει και το ιδεολογικό χάσμα στο οποίο αναπτύχθηκε ο δεξιός λαϊκισμός του Τραμπ. Συνεπώς, για αυτόν ακριβώς το λόγο χρειαζόμαστε έναν διάλογο για το μέλλον της δημοκρατίας, όπως ακριβώς αυτός του Λίμπαν-Ντιούι στις απαρχές του 20ου αιώνα, αλλά και μια εσωτερική αυτοκριτική για την συνειδητοποίηση τόσο των προβλημάτων του σύγχρονου κράτους δικαίου όσο και των παθολογικών στοιχείων της ιδεολογίας μας.

Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+%CE%B5%CE%B9%CF%83%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CE%AE&tbm=isch&ved=2ahUKEwj9nbW1ubLuAhXX04UKHduSCqIQ2-cCegQIABAA&oq=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+&gs_lcp=CgNpbWcQARgBMgQIABBDMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAUMUKWMUKYNQWaABwAHgAgAGOAYgBjgGSAQMwLjGYAQCgAQGqAQtnd3Mtd2l6LWltZ8ABAQ&sclient=img&ei=NksMYP2qMtenlwTbpaqQCg&bih=969&biw=1920&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919#imgrc=r0IEiXfqCWbURM

2. Πως δικαιολογείτε την συνεχή υποστήριξη μερίδας του πληθυσμού απέναντι στον Τραμπ ακόμα και μετά τα συμβάντα της 6ης Ιανουαρίου;

Αναστασία Καταράκη: Παραδόξως δεν μου έκανε εντύπωση. Παρακολουθούσα την πόλωση που υπήρχε ακόμη και κατά την περίοδο πριν τις εκλογές. Οι φανατισμένοι οπαδοί, θα συνέχιζαν να είναι φανατισμένοι οπαδοί! Ιδίως τώρα που κάποιοι εξ αυτών ένιωσαν ότι «αδικούνται». Αυτοί τον ανέδειξαν και προφανώς δεν θα τον αφήναν μόνο «στον αγώνα».

Δαβίδ Φουσίεκ: Το συμβάν της 6ης Ιανουαρίου δίχασε τους υποστηρικτές του Τραμπ. Για μια σημαντική μερίδα των οπαδών του η εισβολή λειτούργησε σαν ένα «σκωτσέζικο ντους» που τους ξύπνησε από την ουτοπιστική ή τρομοκρατική πραγματικότητα που τους είχε «ζωγραφήσει» ο Τραμπ στις ομιλίες του. Αντιμέτωποι με την πτώση της δημοκρατίας και μιας καταστροφικής εσωτερικής κρίσης ή ακόμα και εμφυλίου, το επιχείρημα της «οικονομίας» και των ψεύτικων ειδήσεων υποχώρησαν δίνοντας έδαφος στην λογική και την αυτογνωσία. Ωστόσο, αυτό δεν συνέβη για όλους. Για μια άλλη μερίδα, η εισβολή στο Καπιτώλιο αποτελεί μια σειρά από αγώνες για την διατήρηση της Αμερικής και όλων των στοιχείων που την καθιστούν τόσο σπουδαία. Η κατανόηση του “πιστεύω” της δεύτερης μερίδας γίνεται κατανοητή μέσα από την μελέτη του Τραμπισμού, και του φαινομένου της προσωπολατρίας που τον χαρακτηρίζει.

Όσον αφόρα το πρώτο, πρόκειται για μια (άκρο-)δεξιά ιδεολογία λαϊκισμού (όπως την χαρακτηρίζει ο Κας Μούντε, ένας από τους κορυφαίους μελετητές του αντικείμενου) που έχει τα εξής στοιχεία: α) επιστροφή στο έθνος (π.χ. MAGA), β) η δημιουργία του διαχωρισμού «εμείς και αυτοί», όπου οι υποστηρικτές του Τραμπ είναι οι πατριώτες που προστατεύουν τα Αμερικανικά χριστιανικά ιδανικά από τους ΑΝΤΙΦΑ και μετανάστες μέχρι και τις υποχθόνιες οικονομικές ελίτ όπως ο Σόρος, γ) μια Σμιτιανή κατάσταση εκτάκτου ανάγκης όπου τα συμφέροντα των ΗΠΑ βρίσκονται υπό μια συνεχόμενη απειλή από την Κίνα και τις άλλες δυνάμεις, δ) προσωπολατρία, στην οποία ο Τραμπ είναι όχι μόνο το μέσο της αλλαγής αλλά και το «επίκεντρο» και η προϋπόθεσή της.

Το τελευταίο είναι ένας όρος, o όποιος πρώτο-χρησιμοποιήθηκε το 1956 από τον Νικίτα Χρουστσόφ για να αποκηρύξει τον Στάλιν και τα εγκλήματα. Από τότε, έχει χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τη σχεδόν θεϊκή δημοσιά εικόνα ενός ηγέτη, η οποία έχει σχηματιστεί από ένα μείγμα προπαγάνδας και μέσων μαζικής επικοινωνίας (Γουαΐτ, 2013). Σύμφωνα με το Ιαν Πόμπερ (2012),  τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν αυτό το φαινόμενο είναι: α) το επίκεντρο είναι ένας άντρας, β) ο στόχος είναι όλος ο λαός (π.χ. BLM) ακόμα και η ελίτ (π.χ., η σύγκρουση του με τους παγκόσμιους οργανισμούς), γ) η χρήση ΜΜΕ (στην περίπτωση του Τραμπ το Twitter), δ) οχλοκρατία (π.χ. το συμβάν του Καπιτωλίου), δ) σημαντική κρίση εσωτερικών θεσμών, όπως πελατειακές σχέσεις κλπ. (π.χ. ο Τραμπ είχε καταφέρει επανειλημμένα να υποβαθμίσει δημόσια αξιώματα για να τοποθετήσει ευνοϊκά προς αυτόν πρόσωπα). Όπως είναι φανερό, όλα αυτά τα στοιχεία υπήρχαν κατά την προεδρία του Τραμπ και μαζί με τον προαναφερόμενο Τραμπισμό  είναι τα ιδεολογικά θεμέλια που κρατάνε ζωντανή την υποστήριξη των οπαδών του. To καλύτερο παράδειγμα του συνδυασμού αυτού είναι η συνωμοσιακή θεωρία του QAnon. Ταυτόχρονα όμως, το ερώτημα που γεννάται είναι: Μήπως η προσωπολατρία είναι και το κλειδί για την πτώση του Τραμπ;

Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+%CE%B5%CE%B9%CF%83%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CE%AE&tbm=isch&ved=2ahUKEwj9nbW1ubLuAhXX04UKHduSCqIQ2-cCegQIABAA&oq=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+&gs_lcp=CgNpbWcQARgBMgQIABBDMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAUMUKWMUKYNQWaABwAHgAgAGOAYgBjgGSAQMwLjGYAQCgAQGqAQtnd3Mtd2l6LWltZ8ABAQ&sclient=img&ei=NksMYP2qMtenlwTbpaqQCg&bih=969&biw=1920&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919#imgrc=lQtW-18fuLAlXM

Ηλιάνα Σκαπέρδα: Ο πρώην Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής κατάφερε να παρουσιάσει τον εαυτό του ως σωτήρα του μέσου πολίτη, εκμεταλλευόμενος την ευρύτερη κρίση και τα αισθήματα δυσαρέσκειας του αμερικανικού λαού. Οικονομικοί, πολιτισμικοί και φυλετικοί παράγοντες έχουν δημιουργήσει μια ισχυρή ομάδα φανατικών οπαδών, που ακολουθεί τυφλά τον ηγέτη της. Φυσικά η ένταση της στήριξης που λαμβάνει ο Τραμπ από τους ένθερμους ακολούθους του, δεν είναι μόνο αποτέλεσμα των δηλώσεων του ιδίου ή της ατζέντας που αυτός προωθεί. Πολύ συχνά, η υιοθέτηση οποιασδήποτε πολιτικής ιδεολογίας φαίνεται να διαμορφώνεται με βάση την έλλειψη επίγνωσης της πολιτικής/κοινωνικής πραγματικότητας. Το κενό αυτό γνώσης, έρχεται να καλύψει είτε η οικογενειακή πολιτική παράδοση, είτε η κοινωνική πίεση της κοινότητας, εντείνοντας την ανάγκη του ατόμου για κοινή ταυτότητα προκειμένου να ενταχθεί σε ένα σύνολο. Έτσι, το άτομο δίνει ολοένα και λιγότερη βάση στις αξίες που πρεσβεύει το εκάστοτε κόμμα ή ο εκάστοτε πολιτικός με αποτέλεσμα να ακολουθεί παθητικά.

3. Σύμφωνα με τον ιδρυτή του twitter, Τζακ Ντόρσι, η απόφαση να απαγορευτεί η πρόσβαση του Ντόναλντ Τράμπ στην πλατφόρμα του εν λόγω μέσου κοινωνικής δικτύωσης ήταν μεν σωστή αλλά αποτελεί αποτυχία υγιούς διαλόγου και δημιουργεί κακά προηγούμενα. Ποια είναι η γνώμη σας γι αυτή τη δήλωση; Έχουν δικαίωμα μεγάλες εταιρείες, όπως το Facebook και το Twitter, να προβαίνουν σε τέτοιες κινήσεις;

Αναστασία Καταράκη: Όσον αφορά αυτό το θέμα, η στάση μου είναι ουδέτερη. Σίγουρα η κίνηση αυτή εμποδίζει τον διάλογο, φαινομενικά υπονομεύει την δημοκρατία και θέτει σε κίνδυνο την δημόσια ασφάλεια. Δεδομένων των γεγονότων όμως, ο διάλογος, που θα διεξαγόταν στο twitter δεν θα ήταν υγιής, κατά πάσα πιθανότητα θα μεγάλωνε την πόλωση. Εξάλλου, ο Τραμπ πολλές φορές έχει χρησιμοποιήσει τα social media για προπαγανδιστικούς σκοπούς στο παρελθόν. Επομένως δεν θα χαρακτήριζα την πράξη αυτή τελείως σωστή, αλλά δεν μπορώ να την χαρακτηρίσω και τελείως λανθασμένη.

Δαβίδ Φουσίεκ: H απόφαση του Twitter να κλείσει τον λογαριασμό του Ντοναλντ Τραμπ αποτελεί ένα ενδιαφέρον κοινωνικό φαινόμενο που μπορεί να εξεταστεί από πολλές και διαφορετικές πτυχές. Για παράδειγμα, από την οπτική του νόμου, η κίνηση της πλατφόρμας είναι εντελώς δικαιολογημένη. Επομένως, λόγω της πολυπλοκότητας του ζητήματος (και της δικής μου άγνοιας του πεδίου των Σπουδών των MME), σε αυτή την μικρή παράγραφο θα προβώ σε μια Σωκρατική διαλεκτική, στην οποία θα θέσω ορισμένα ερωτήματα για να καθορίσω και το πλαίσιο της συζήτησης αλλά και τις πηγές του ολοκλήρου ζητήματος.

Καταρχάς, το πρώτο ερώτημα που προκύπτει, και νομίζω είναι το πιο σημαντικό: Τι ρόλο έχουν σήμερα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: Όπως μας έχει δείξει, η ιστορία, τα ΜΜΕ έχουν την δύναμη είτε να ρίξουν κυβερνήσεις είτε να ασκήσουν πίεση στα κυβερνώντα κόμματα. Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη την ανάπτυξη του μέσου, αυτό αφόρα και τα προαναφερόμενα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Η Αραβική Άνοιξή έδειξε την δύναμη του Facebook και του Twitter την επίδραση του Τραμπ. Ωστόσο, πάντα χρειάζεται μια μεγάλη δόση σκεπτικισμού όσον αφόρα τα μέσα ιδεολογικής προέκτασης. Μήπως στην περίπτωση του Τραμπισμού το Twitter δεν ήταν απλά το «φερέφωνο» απόψεων και ιδεολογιών που υπήρχαν ήδη «a priori» στο κοινό και βρήκαν επαλήθευση στα λεγόμενα του; Προσωπικά πιστεύω ότι η διαγραφή του λογαριασμού του δεν είναι δυνατή να διαλύσει αλλά αντίθετα να δημιουργήσει μια ψευδαίσθηση της επίλυσης του ζητήματος, ένα από τα στοιχεία που οδήγησαν αρχικά στην άνοδο του Τραμπ.

Το δεύτερο ερώτημα είναι: Ποιος είναι ο ρόλος των ιδιωτικών εταιρειών στη διαμόρφωση του κοινωνικού διαλόγου; Στην περίπτωση του Τραμπ, η διαγραφή του λογαριασμού του αντιμετωπίστηκε με επικροτήσεις και επιδοκιμασίες λόγω του ίδιου, αλλά και των συμβάντων των τελευταίων μερών. Τα δύο στοιχεία που προκύπτουν είναι ότι πρώτον, η εταιρεία προέβη στην ενεργεία αυτή μόνο με το πέρας την προεδρίας του, μια κίνηση που υποδεικνύει ότι τα κριτήρια της διαγραφής είτε δεν είναι καθαρά είτε καθορίζονται με ένα πήχη ισχύος και εξουσίας. Δεύτερον, η διαγραφή έγινε για να υλοποιήσει την υπάρχουσα «δυσαρέσκεια» προς το πρόσωπο του Τραμπ.  Αυτό όχι μόνο καθαίρει το στοιχείο αντικειμενικότητας που παραδοσιακά χαρακτηρίζει την τέταρτη εξουσία αλλά επιβάλει όρια στο τι είναι επιτρεπτό στο δημόσιο διάλογο, ειδικά όταν αυτό γίνεται από ιδιωτικές εταιρίες. Μήπως αντί για περιορισμό, η λύση βρίσκεται στην καλλιέργεια κριτικής σκέψης;   

Το τρίτο ερώτημα είναι: Μήπως η διαγραφή εντείνει το πρόβλημα; Λαμβάνοντας υπόψιν τα ιδεολογικά στοιχεία του Τραμπισμού (δείτε την απαντήση μου στην ερώτηση 2), η κίνηση του Twitter επιβεβαιώνει την κοσμοθεωρία των υποστηρικτών του. Δηλαδή, η καταπίεση της φωνής του Τραμπ όχι μόνο αποδεικνύει ότι υπάρχει μια «παγκόσμια συνομωσία» τόσο των παγκόσμιων Νέο-ταξικών ελίτ όσο και της αριστεράς, αλλά και του προσάπτει τον ρόλο του μάρτυρα και ενισχύει περισσότερο την προϋπάρχουσα εικόνα του ως αγωνιστή της ελευθερίας (π.χ. του Αμερικάνικου ιδανικού της  ελευθερίας της έκφρασης). Τέλος, τα αλλά δυο σημεία που θέλω να τονίσω είναι ότι: η διαγραφή «ακραίων» στοιχείων από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τα ωθεί στην χρήση άλλων μέσων που δεν γίνεται είτε να ελεγχθούν είτε να αντιμετωπιστούν ευθέως, και δεν επιτρέπει την παρακολούθηση της ιδεολογικής παρακμής του, που είναι και το πιο σημαντικό για την κατάλυση μια ακροδεξιάς ιδεολογίας.

Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+%CE%B5%CE%B9%CF%83%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CE%AE&tbm=isch&ved=2ahUKEwj9nbW1ubLuAhXX04UKHduSCqIQ2-cCegQIABAA&oq=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+&gs_lcp=CgNpbWcQARgBMgQIABBDMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAUMUKWMUKYNQWaABwAHgAgAGOAYgBjgGSAQMwLjGYAQCgAQGqAQtnd3Mtd2l6LWltZ8ABAQ&sclient=img&ei=NksMYP2qMtenlwTbpaqQCg&bih=969&biw=1920&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919#imgrc=r639P2fnOeENlM

4. Γιατί υπήρξε, κατά τη γνώμη σας, τόσο καθυστερημένη κινητοποίηση από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες επιβολής νόμου όταν ξεκίνησαν οι ταραχές στο Καπιτώλιο;

Ηλιάνα Σκαπέρδα: Σύμφωνα με τις δηλώσεις των οργάνων της τάξης, ήταν απροετοίμαστοι και δεν είχαν στη διάθεσή τους τα κατάλληλα μέσα ώστε να καταστείλουν το οργισμένο πλήθος. Ήταν όμως πραγματικά αυτός ο λόγος; Πώς θα είχαν εξελιχθεί τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου εάν το πλήθος αυτό αποτελούνταν κυρίως από Αφροαμερικανούς; Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι γνωστή για όσους παρακολουθούσαν τις εξελίξεις γύρω από το κίνημα Black Lives Matter. Είναι γνωστό πως οι αρχές επιβολής νόμου εδώ και χρόνια αποτελούν εργαλείο διατήρησης της λευκής υπεροχής στην Αμερική, έχοντας ουκ ολίγες φορές ακροδεξιούς εξτρεμιστές στις τάξεις τους. Το γεγονός αυτό  επιβεβαιώθηκε και από τις έρευνες που ακολούθησαν την εισβολή στο Καπιτώλιο, με σχεδόν τριάντα ορκισμένα μέλη των αστυνομικών αρχών διαφορετικών πολιτειών να είναι μέρος του πλήθους. Κατανοούμε πως τα εθνικιστικά γκρουπ λευκών εξτρεμιστών δεν αντιμετωπίζονται ως απειλή από τις αρχές, πόσω μάλλον όταν απαρτίζονται και από μέλη των ίδιων των αρχών. Αντίθετα, η ετοιμότητα και ο ζήλος τους να καταστείλουν και την πιο ειρηνική διαδήλωση έγχρωμων Αμερικανών ξεπερνά κάθε προσδοκία, αποδεικνύοντας περίτρανα πως το φυλετικό double standard στις Ηνωμένες Πολιτείες καλά κρατεί.

Πέτρος Νικολούδης: Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση βρίσκεται στο ποιοι έκαναν την εισβολή στο Καπιτώλιο. Την έκαναν οπαδοί του Ντόναλντ Τραμπ, που ενστερνίζονται τις απόψεις του σε θέματα ρατσισμού, σεξισμού, εθνικισμού. Εάν η πορεία αποτελούνταν από δημοκρατικούς πολίτες, Αφροαμερικανούς, άτομα της LGBT κοινότητας, η κινητοποίηση εναντίον της από πλευράς αστυνομικών και ομοσπονδιακών αρχών θα ήταν τεράστια και πιθανότατα, θα είχαν χάσει τη ζωή τους πολλοί άνθρωποι. Ίσως ο «τραμπισμός» και ο ρατσισμός να έχει εισχωρήσει βαθιά στις αστυνομικές και ομοσπονδιακές υπηρεσίες του κράτους των ΗΠΑ και για αυτό να υπήρξε καθυστέρηση στην επέμβαση και διάλυση της πορείας των οπαδών του Τραμπ.

Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+%CE%B5%CE%B9%CF%83%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CE%AE&tbm=isch&ved=2ahUKEwj9nbW1ubLuAhXX04UKHduSCqIQ2-cCegQIABAA&oq=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+&gs_lcp=CgNpbWcQARgBMgQIABBDMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAUMUKWMUKYNQWaABwAHgAgAGOAYgBjgGSAQMwLjGYAQCgAQGqAQtnd3Mtd2l6LWltZ8ABAQ&sclient=img&ei=NksMYP2qMtenlwTbpaqQCg&bih=969&biw=1920&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919#imgrc=JNdwiCa_HB9v_M

5) Μπορεί η δημοκρατική και κοινωνική κρίση στις ΗΠΑ να επηρεάσει την Ευρώπη; Αν ναι, πως;

Γεωργία Βουτσά: Ανέκαθεν το τι διαδραματιζόταν εντός των ΗΠΑ είχε αντίκτυπο στον υπόλοιπο κόσμο πόσο μάλλον στην Ευρώπη. Έτσι αναπόδραστα παρά τις διαφορές στο πολιτικό σύστημα και τις κοινωνικές δομές, η επιρροή της κοινωνικοπολιτικής κρίσης στις ΗΠΑ θα φτάσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Δεν πιστεύω όμως πως θα δούμε μιμητές των εισβολέων του Καπιτωλίου. Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτής της πράξης, δηλαδή το πλήγμα που υπέστησαν η Δημοκρατία και οι θεσμοί της, μπορούν να γίνουν έναυσμα για την δημιουργία ισχυρότερων δημοκρατικών θεσμών προς αποφυγή εικόνων σαν αυτές που είδαμε στις 6 Ιανουαρίου.

Πέτρος Νικολούδης: Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε μία βαθιά δημοκρατική και κοινωνική κρίση. Αυτό αποδεικνύεται από την ύπαρξη πολιτικών προσωπικοτήτων που έχουν κύριες θέσεις εντός της Ευρώπης και που έχουν ίδιες απόψεις με τον Τραμπ. Ο Μπόρις Τζόνσον για παράδειγμα, ευρωσκεπτικιστής, αμφισβητίας της παγκοσμιοποίησης και ξενοφοβικός. Με τη κυβέρνησή του, πέτυχε την ολοκληρωμένη έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ε.Ε. . Στην Ιταλία, ο Ματέο Σαλβίνι, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Ιταλίας και υπουργός εσωτερικών. Παράλληλα, είναι ηγέτης του ακροδεξιού κόμματος με τίτλο «Λέγκα του Βορρά». Είναι ένας πολιτικός βαθιά αντιευρωπαϊστής και έχει ασκήσει κριτική στην Ε.Ε. σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Εάν συνεχίσει να έχει καίρια θέση εντός της ιταλικής κυβέρνησης, ή, ακόμα χειρότερα, αναλάβει ο ίδιος τη προεδρία της χώρας, η Ιταλία θα είναι μάλλον η επόμενη χώρα που θα βγει από την Ε.Ε. . Στην Ουγγαρία, ο Βίκτορ Ορμπάν, πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, βαθιά συντηρητικός και αυταρχικός, εχθρικός απέναντι στην LGBT κοινότητα και στις πολιτικές προώθησης της ισότητας των φύλων. Φυσικά, διακατέχεται από ξενοφοβικές πεποιθήσεις, καθώς έχει κλείσει τα σύνορά του και δε δέχεται να εισέλθουν πρόσφυγες στην Ουγγαρία. Όλοι αυτοί που αναφέρθηκαν έχουν τις ίδιες απόψεις με τον Τραμπ. Γιατί βρέθηκαν στην εξουσία; Για τον ίδιο λόγο που βρέθηκε και ο Τραμπ στην εξουσία. Βασίστηκαν στην ολιγωρία της Ε.Ε. να χειριστεί σημαντικά ζητήματα για τους πολίτες της, όπως η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός και φυσικά τους έπεισαν ότι εκείνοι θα κάνουν τις χώρες τους μεγάλες ξανά. Κατάφεραν να πείσουν ανθρώπους να τους ψηφίσουν, λέγοντας τους ότι οι ξένοι φταίνε για τα προβλήματά τους και όχι το ίδιο το κοινωνικό και οικονομικό σύστημα το οποίο αναζωπυρώνει τις ανισότητες, ο μετά μοντέρνος δηλαδή καπιταλισμός. Ο Τραμπ έκανε ακριβώς τα ίδια με αυτούς. Εκμεταλλεύτηκε τη διαφθορά που υπάρχει στο βαθύ κράτος των ΗΠΑ, την απουσία ενός σοβαρού κράτους πρόνοιας να παρέχει δωρεάν εκπαίδευση, δωρεάν υγειονομική περίθαλψη στους πολίτες, να τους παρέχει αξιοπρεπή εργασία. Βασίστηκε στις ακραίες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες που υπάρχουν στην αμερικάνικη κοινωνία και έκανε σχεδόν 74 εκατομμύρια ανθρώπους να πιστέψουν ότι για τα προβλήματά τους ευθύνονται οι Μεξικανοί και οι μουσουλμάνοι.

6) Ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε 74 εκατομμύρια ψήφους. Μπορεί ο ιδιος να μη βρίσκεται πλέον στην θέση του πλανητάρχη, βρίσκεται όμως ακόμα στην κοινωνία ο «τραμπισμός». Ποιες είναι οι σκέψεις σας;

Γεωργία Βουτσά: Ένα από τα χαρακτηριστικά της θητείας του Donald Trump  ήταν το πόσο προσωποκεντρική ήταν. Δεν είναι τυχαίο πως συχνά τα μέσα χρησιμοποιούν τον όρο «υποστηρικτές του Trump» και όχι «ρεπουμπλικάνοι» όταν αναφέρονται στη μερίδα του κόσμου η οποία τον υποστηρίζει. Όσα σκάνδαλα, αποκαλύψεις και στοιχεία και αν βρέθηκαν τόσο εναντίον του όσο και εναντίον του στενού του κύκλου, οικογενειακού και πολιτικού, οι υποστηρικτές του πάντα έβρισκαν ένα τρόπο να τον δικαιολογήσουν. Ίσως είναι νωρίς για να γνωρίζουμε στα σίγουρα τα επακόλουθα της θητείας Trump, ωστόσο, η επίμονη στάση άρνησης των αποτελεσμάτων των εκλογών και της νίκης του Biden αποτελεί τεκμήριο της «παρακαταθήκης» του «τραμπισμού» μέσα στην κοινωνία. Το μόνο σίγουρο είναι πως το βαθύ αυτό χάσμα και ο διπολισμός ήρθε για να μείνει στην Αμερική.

Ηλιάνα Σκαπέρδα: Το αφήγημα του Τραμπ βασίστηκε στους φόβους των λευκών εξτρεμιστών που πίστευαν πως βρίσκονται υπό καθεστώς πολιορκίας, το ρατσισμό, την άγνοια και τη δίψα για βία. Ακόμη και αν ο ίδιος δεν έχει επανεκλεγεί, η αίρεση που έχει δημιουργήσει συνεχίζει και υπάρχει διαιωνίζοντας την προκατάληψη. Η πολυεπίπεδη αυτή κρίση δε μπορεί να αντιμετωπιστεί άμεσα μέσω της ενοποίησης του διχασμένου αμερικανικού λαού, λόγω της τεράστιας πόλωσης που έχει δημιουργηθεί, καθώς θα οδηγήσει σε σύγκρουση. Η λύση βρίσκεται στην εκπαίδευση και την ικανότητα για κριτική σκέψη βασισμένη σε ιστορικά και επιστημονικά γεγονότα. Αυτά είναι που θα αποτρέψουν τόσο τη δημιουργία μελλοντικών ‘’φανατικών στρατευμάτων’’, όσο και τη χειραγώγησή τους από ‘’φανατικούς ηγέτες’’.

Πέτρος Νικολούδης: Όπως στην Ελλάδα η Χρυσή Αυγή καταδικάστηκε αλλά ο «χρυσαυγητισμός» σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο παραμένει, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στις ΗΠΑ. Ο Τραμπ έφυγε, αλλά ο τραμπισμός μένει. Ο Τζο Μπάιντεν έχει δουλειά μπροστά του εάν θέλει να φέρει τις ισορροπίες πάλι στην αμερικανική κοινωνία. Φαίνεται ότι οι πολιτικές που θα εφαρμόσει θα είναι πιο φιλελεύθερες και φιλικές απέναντι σε όλες τις κοινότητες που ζουν στη χώρα του και σε αυτούς που θέλουν να μείνουν σε αυτή, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του. Δεν αρκεί όμως αυτό. Απαιτείται η εφαρμογή του γενναίου πακέτου αντιμετώπισης των κοινωνικών και οικονομικών συνεπειών της πανδημίας των 1,9 τρις. δολαρίων που είναι έτοιμο και η σε βάθος χρόνου αναδιανομή του πλούτου από τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα στα κατώτερα, η εφαρμογή προοδευτικών πολιτικών αντιμετώπισης των φυλετικών και των έμφυλων ανισοτήτων και η στροφή σε μία πράσινη ανάπτυξη. Ο Μπέρνι Σάντερς, ως Πρόεδρος της επιτροπής του προϋπολογισμού της Γερουσίας, μπορεί να συμβάλλει στη διαμόρφωση πολιτικών που θα στοχεύουν ως προς αυτή τη κατεύθυνση, μιας και θα φέρει σημαντικό λόγο για την χρήση των πόρων που θα κάνει η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν.

Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF&tbm=isch&chips=q:%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF,online_chips:%CE%BF%CF%81%CE%BA%CF%89%CE%BC%CE%BF%CF%83%CE%AF%CE%B1&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjLx8idu7LuAhURTBoKHa5nCzUQ4lYoBHoECAEQHQ&biw=1903&bih=912#imgrc=PutLEPK9pDwieM

Συντάκτες:

Αναστασία Καταράκη, Φοιτήτρια Πολιτικών Επιστημών και Δημοσιογραφίας

Γεωργία Βουτσά, Φοιτήτρια Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών

Δαβίδ – Αριστοτέλης Φουσίεκ, Πολιτικός Επιστήμονας

Ηλιάνα Σκαπέρδα, Απόφοιτη Εισαγωγικής Κατεύθυνσης Μουσουλμανικών Σπουδών- Τμήματος Θεολογίας

Πέτρος Νικολούδης, Κοινωνικός Επιστήμονας- Φοιτητής Κοινωνικής Εργασίας

Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+%CE%B5%CE%B9%CF%83%CE%B2%CE%BF%CE%BB%CE%AE&tbm=isch&ved=2ahUKEwj9nbW1ubLuAhXX04UKHduSCqIQ2-cCegQIABAA&oq=%CE%BA%CE%B1%CF%80%CE%B9%CF%84%CF%8E%CE%BB%CE%B9%CE%BF+&gs_lcp=CgNpbWcQARgBMgQIABBDMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAMgIIADICCAAyAggAUMUKWMUKYNQWaABwAHgAgAGOAYgBjgGSAQMwLjGYAQCgAQGqAQtnd3Mtd2l6LWltZ8ABAQ&sclient=img&ei=NksMYP2qMtenlwTbpaqQCg&bih=969&biw=1920&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919#imgrc=Ad-lNDsPvrIgVM

(Visited 153 times, 1 visits today)

Κλείσιμο