Written by 9:56 μμ Επικαιροτητα, Το LEP Προτείνει

Το LEP προτείνει: “Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού” | Δαβίδ Φουσίεκ

Όλοι βρίσκονται παγιδευμένοι στο μετέωρο βήμα και το τρίγωνο της ζωής, θανάτου και των συνόρων, με το φτερούγισμα του πελαργού στο άπειρο να αποτελεί ταυτόχρονα όνειρο και ανεκπλήρωτη φαντασία.

Το τελευταίο μήνα, το ζήτημα των συνόρων έχει επιστρέψει στο πολιτικό και κοινωνικό προσκήνιο. Συγκεκριμένα, αν και σε μικρότερους αριθμούς σε σχέση με το παρελθόν, η Ισπανία βρέθηκε με χιλιάδες μετανάστες από την Αφρική που προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη μέσω των ισπανικών θυλάκων στην «Μαύρη» ήπειρο. Παρά την γενική σιωπή γύρω από το θέμα, παρόμοιες συνθήκες είναι παρούσες και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες βλέπουν στα σύνορα τους με χιλιάδες μετανάστες και πρόσφυγες να επιχειρούν απεγνωσμένα, κάποιες φορές ακόμα και με κίνδυνο την ζωή τους, να εξασφαλίσουν τόσο το διαβατήριο για την παραμονή τους στην Ευρώπη όσο και ένα ασφαλές και ελπιδοφόρο μέλλον. Αντιμέτωπος με αυτά τα γεγονότα, και εικόνες ανθρώπων παγιδευμένων πίσω από τεχνητές γραμμές, ο απλός παρατηρητής δεν γίνεται να μην αναρωτηθεί: για την ουσία και την έννοια των συνόρων. Μια απλή αναδρομή στην ιστορία των σύγχρονων συνόρων δίνει ορισμένες απαντήσεις για την δημιουργία τους (είναι απλό προϊόν της διακρατικής συνεννόησης για την διευθέτηση αμοιβαίων προβλημάτων), όμως δεν μπορεί να επεξηγήσει το αντίκτυπο που έχουν αυτές οι γραμμές στην ζωή ων ανθρώπων, που είτε είναι περικυκλωμένοι από αυτές είτε προσπαθούν να τις διαπεράσουν. Συνεπώς, εκεί που η επιστήμη αποτυγχάνει, η τέχνη προσπαθεί να δώσει μια απλή και ανθρώπινη απάντηση και δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από την ταινία του καταξιωμένου Έλληνα σκηνοθέτη Θοδωρή Αγγελόπουλου, Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού.

Η ταινία, μέρος της Τριλογία των Συνόρων, ασχολείται με κάθε λογής σύνορα. Ωστόσο, όπως σωστά παρατηρεί ο Έλληνας κριτικός, Γιώργος Ευθυμίου, το εγχείρημα του Αγγελόπουλου εδράζεται στην αναζήτηση όλων εκείνων των ορίων «που συρρικνώνουν τον χώρο, πνευματικό και υλικό, σε μία χούφτα χώμα» και αυτοπεριορίζουν τον άνθρωπο σε συνοριακά τοιχώματα, ξεπουλώντας την ελευθερία του. Συγκεκριμένα, η ταινία ξεκινά με την εικόνα του ρεπόρτερ (Γρηγόρης Πατρικαρέας), ο οποίος βρίσκεται στα σύνορα για να ερευνήσει την κατάσταση της μετανάστευσης στον Ελλαδικό χώρο. Κάπου εκεί θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια μικρή συνοριακή πόλη που έχει χαρακτήρα «άκρης του κόσμου» και λειτουργεί σαν μια αίθουσα αναμονής για τους πρόσφυγες που πέρασαν κρυφά τα σύνορα από την Τουρκία ονειρευόμενοι να φύγουν, να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους “αλλού”. Παρά τις εικόνες δυστυχίας με τους πρόσφυγες να αυτοκτονούν και να βιώνουν τα αποτελέσματα του εγκλεισμού, το ενδιαφέρον του «παθητικού» ρεπόρτερ κεντρίζει η περίπτωση μιας φιγούρας που ταιριάζει απόλυτα με αυτή ενός εξαφανισθέντα, μάλλον “ασυνήθιστου”, πολιτικού (Marcello Mastroianni). Ο κριτικός κινηματογράφου, Κωνσταντίνος Σαμαράς εύστοχα υποδεικνύει ότι «ο Αγγελόπουλος ξεκινάει από το αδιανόητο: ένας βουλευτής που θέλει να γίνει πρόσφυγας, να μεταφερθεί στο αβέβαιο και το μετέωρο».

Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος
Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CF%84%CE%BF+%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%AD%CF%89%CF%81%CE%BF+%CE%B2%CE%AE%CE%BC%CE%B1+%CF%84%CE%BF%CF%85+%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%8D&tbm=isch&hl=el&chips=q:%CF%84%CE%BF+%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%AD%CF%89%CF%81%CE%BF+%CE%B2%CE%AE%CE%BC%CE%B1+%CF%84%CE%BF%CF%85+%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%8D,online_chips:%CE%B8%CE%BF%CE%B4%CF%89%CF%81%CE%BF%CF%83+%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%BF%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%83:J34cihbYnJE%3D,online_chips:%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%BF%CF%83:Ebf_7mbV5xs%3D,online_chips:%CF%86%CE%B5%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%B2%CE%AC%CE%BB+%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%AC%CF%86%CE%BF%CF%85:R8lVxRHLs7g%3D&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919&sa=X&ved=2ahUKEwjurcrw4KTxAhVawIUKHSg4BucQ4lYoBHoECAEQJQ&biw=1903&bih=969#imgrc=p67kTlqkI9I7lM&imgdii=oKZa_6v0MalhBM

Μετά την ανακάλυψή του, ο ρεπόρτερ θα αποταθεί για πληροφορίες στην πρώην σύζυγο (Jeanne Moreau) του εξαφανισθέντα, μια αναζήτηση που θα αποτελέσει το σκελετό της ταινίας και το έναυσμα για τον θεατή να βυθιστεί στην μελαγχολία του κόσμου του Αγγελόπουλου. Όμως, σύντομά γίνεται αυτονόητο ότι ο στόχος αυτού του «ταξιδιού» δεν είναι η εύρεση του πολιτικού ή η κατανόηση κα κριτική του προσφυγικού ζητήματος και του πολιτικού προσκηνίου, αλλά αντίθετα, η εξερεύνηση της μοναξιάς που αποκρυσταλλώνεται τόσο στο πρόσωπο του πολιτικού όσο και σε αυτά των προσφύγων και των κατοίκων. Παρά τις διάφορες φυλετικές, οικονομικές και γεωγραφικές διακρίσεις, η ταινία δείχνει ότι τα σύνορα δεν έχουν επίδραση μόνο στις ζωές των προσφύγων, οι οποίοι αναγκάζονται να αφήσουν το πολιτιστικό τους παρελθόν και όνειρα  στο βωμό της επιβίωσης, αλλά και των Ελλήνων που αντιμέτωποι και με το βάρος του προβλήματος και την αδιαφορία της πρωτεύουσας επιλέγουν την εύκολή λύση της μη αποδοχής της διαφορετικότητας και της επιθετικότητας στο «ξένο». Το ίδιο ισχύει για του ήρωες μας: από την μία, στην αναζήτηση των απαντήσεων στο φερόμενο ρεπορτάζ του, ο ρεπόρτερ θα αποφανθεί να βρει τα ίχνη των δικών του αναπάντητων υπαρξιακών ερωτημάτων; Από την άλλη, η γυναίκα του πολιτικού θα προσπαθήσει να κατανοήσει τον πρώην σύζυγό της και την εξαφάνιση του προκειμένου να ξεφύγει από την μοναξιά της κοσμικής Αθήνας. Όλοι βρίσκονται παγιδευμένοι στο μετέωρο βήμα και το τρίγωνο της ζωής, θανάτου και των συνόρων, με το φτερούγισμα του πελαργού στο άπειρο να αποτελεί ταυτόχρονα όνειρο και ανεκπλήρωτη φαντασία.

Παρακολουθώντας το έργο του Αγγελόπουλου, ο θεατής αποκομίζει μια παράξενη αίσθηση, η οποία εντείνεται περαιτέρω με την καταθλιπτικά και γκρίζα πραγματικότητα της πόλης. Το αρχικό πέπλο του μυστηρίου που περιτριγυρίζει τους ήρωες διαλύεται με τα αργά και πανοραμικά πλάνα, τα οποία αντιπροσωπεύουν την μοναχικότητα των ηρώων στο ταξίδι της προσωπικής αναζήτησης του. Όσον αφόρα την μαεστρία του ουμανιστικού λυρισμού του Αγγελόπουλου, αυτή δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση. Η τεχνική και οι ταινίες του χαίρουν βαθύτατης εκτίμησης από μεγάλους σκηνοθέτες του κινηματογράφο, όπως τους Ακίρα Κουροσάβα, Ινγκμάρ Μπεργκμάν, Βιμ Βέντερς, και έναν από τους αγαπημένους μου Βαλκανικούς ακόλουθους του Φελλίνι, Εμίρ Κουστουρίτσα. Στην επιτυχία του εγχειρήματος του Αγγελοπούλου, μεγάλο ρόλο έπαιξαν και οι σπουδαίοι ηθοποιοί του καστ, ειδικά η επιβλητική φιγούρα του Marcello Mastroianni.

“Η ανακοίνωση της Ιεράς Μητρόπολης Φλώρινας”
Πηγή Εικόνας: https://www.google.com/search?q=%CF%84%CE%BF+%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%AD%CF%89%CF%81%CE%BF+%CE%B2%CE%AE%CE%BC%CE%B1+%CF%84%CE%BF%CF%85+%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%8D&tbm=isch&chips=q:%CF%84%CE%BF+%CE%BC%CE%B5%CF%84%CE%AD%CF%89%CF%81%CE%BF+%CE%B2%CE%AE%CE%BC%CE%B1+%CF%84%CE%BF%CF%85+%CF%80%CE%B5%CE%BB%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%BF%CF%8D,online_chips:%CE%B8%CE%BF%CE%B4%CF%89%CF%81%CE%BF%CF%83+%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%B5%CE%BB%CE%BF%CF%80%CE%BF%CF%85%CE%BB%CE%BF%CF%83:J34cihbYnJE%3D&rlz=1C1CHBD_enGR919GR919&hl=el&sa=X&ved=2ahUKEwjEsb7J3KTxAhUQ0BoKHXelC5YQ4lYoA3oECAEQHw&biw=1903&bih=969#imgrc=ZFoQdzFubAooSM&imgdii=CzQXEBc8HsQU3M

Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν και το ιστορικό και κοινωνικό προσκήνιο γύρω από την δημιουργία της ταινίας. Το φιλμ με χρώματα σκουριάς και πάνω στη μελαγχολία αυτού του τέλους του αιώνα έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα του Δυτικού Κόσμου μετά το πέρας του Ψυχρού Πολέμου. Επίσης, την εποχή των γυρισμάτων στην Φλώρινα το 1991, παρά την παρουσία δύο ιερών τεράτων της υποκριτικής τέχνης στην Ελλάδα, αυτό που απασχόλησε τον Τύπο ήταν η έχθρα του Αγγελοπούλου και του τότε μητροπολίτη της Φλώρινας, Αυγουστίνο Καντιώτη, οποίος θεώρησε πως αυτό προσβάλλει το έθνος και το Χριστιανισμό (περισσότερα για το παρασκήνιο στο ντοκιμαντέρ “Στα πρόθυρα νευρικής κρίσης”). Τέλος, οι παραλληλισμοί της κατάστασης του 1991 με την σύγχρονη εποχή στην Ελλάδα είναι πολλοί.. Η ταινία δείχνει ότι οι πολιτιστικές και κοινωνικές συνθήκες για την όχι τόσο ευχάριστη αντιμετώπιση των προσφυγών της προσφυγικής κρίσης του 2015-2016 και των αντικτύπων της (βλέπε άνοδος Χρυσής Αυγής) ήταν ήδη παρούσες στην τότε ελληνική πραγματικότητα. Ωστόσο, θα ήταν λάθος να ερμηνεύουμε την ταινία σαν κάλεσμα για την άρση συνόρων αλλά, αντίθετα, σαν μελέτη των αποτελεσμάτων της στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων και την μονάδα. Όπως λέει χαρακτηριστικά ο Mastroianni σε ένα κομβικό σημείο του έργου: “Το σπίτι μας είναι σπίτι σου. Το σπίτι μας… Περάσαμε τα σύνορα και είμαστε ακόμα εδώ. Μα πόσα σύνορα πρέπει να περάσουμε, για να πάμε σπίτι μας;“.

Δαβίδ Αριστοτέλης Φουσίεκ, Πολιτικός Επιστήμονας

Πηγή Εικόνας: https://www.lep.gr/wp-admin/post.php?post=11158&action=edit

(Visited 337 times, 1 visits today)

Κλείσιμο