Η Ανθρωπολογία αποτελεί την κατεξοχήν κατάλληλη επιστήμη για την μελέτη της
κοινωνίας από την πλευρά του κοινωνικού υποκειμένου, του ίδιου δηλαδή του ατόμου.
Οι ανθρωπολόγοι εξετάζουν όλα τα κοινωνικά φαινόμενα, από τα πιο καθημερινά
μέχρι τα πιο ιδιαίτερα: τροφή, κατανάλωση, μόδα, ψηφιακότητα, πόλη, οικονομία,
εργασία, πολιτική, υγεία, εκπαίδευση, φύλο, σώμα, σεξουαλικότητα, θρησκεία,
συγγένεια και τέχνη. Από ανθρώπους που υποφέρουν από μια ασθένεια και μια
θρησκευτική τελετουργία σε κάποια μακρινή χώρα, μέχρι τις συζητήσεις στο Facebook
και τα είδη της μουσικής. Ουσιαστικά όλα μπορούν να αποτελέσουν έρευνες για το
μελλοντικό ανθρωπολόγο.
Κρίνω σημαντικό να ορίσω το αντικείμενο της Ανθρωπολογίας. Δεν είναι όμως
εύκολη υπόθεση. Θα έλεγα πως χρειάζεται κάποιος να βρεθεί σε ένα περιβάλλον
έρευνας, εργασίας ή διδασκαλίας ανθρωπολογικού περιεχομένου για να κατανοήσει
πλήρως το αντικείμενο. Κατά τη γνώμη μου η Ανθρωπολογία είναι η επιστήμη μελέτης
του άλλου, δηλαδή η μελέτη κοινωνικών φαινομένων «μέσα από τα μάτια» αυτών που
σχετίζονται μαζί του. Για παράδειγμα, αν κάποιος θέλει να ερευνήσει ανθρωπολογικά
τον καρκίνο του προστάτη δεν θα μιλήσει με τους υπεύθυνους νοσοκομείων, ούτε με
τον υπουργό Υγείας. Θα μιλήσει με τους ίδιους τους καρκινοπαθείς, με τις οικογένειές
τους, με τους γιατρούς και τους ψυχολόγους τους, με τους γνωστούς και φίλους. Με
αυτόν τον τρόπο ο ερευνητής κατανοεί «τι πάει να πει» η συγκεκριμένη ασθένεια: την
μελετά «από τα κάτω», με υποκειμενικές ματιές. Εξάλλου ο σκοπός δεν είναι οι
ανθρωπολόγοι να είναι αντικειμενικοί παρατηρητές.
Το πεδίο της έρευνας όμως διαφέρει ριζικά από αυτό των άλλων κοινωνικών
επιστημών. Η εθνογραφία (έτσι ονομάζεται το κείμενο της ανθρωπολογικής έρευνας)
δημιουργείται μέσω της επιτόπιας έρευνας και της συμμετοχικής παρατήρησης. Ο
κλασσικός κανόνας της Ανθρωπολογίας ορίζει το χρονικό διάστημα της έρευνας
περίπου στα δύο χρόνια, ώστε το αποτέλεσμα να είναι αξιόπιστο. Ο ερευνητής λοιπόν,
δεν αφήνει ερωτηματολόγια, ούτε κάνει συνεντεύξεις με έτοιμες ερωτήσεις στους
συνομιλητές και στις συνομιλήτριές του. Ο ανθρωπολόγος τελικά ζει στην κυριολεξία
μαζί με τους συνομιλητές του στον χώρο έρευνας, είτε αυτός είναι ένα νοσοκομείο,
είτε ένα σχολείο, είτε μια εκκλησία. Μιλούν σχεδόν καθημερινά, για τα πάντα, και στο
τέλος «ανακαλύπτει» και τις απαντήσεις που έψαχνε. Γίνεται «ένα με τους ντόπιους».
Η πιο απλή μορφή έρευνας είναι οι ημι-δομημένες συνεντεύξεις, αν δεν μπορεί να γίνει
κανονική εθνογραφική δουλειά, οι οποίες φυσικά διαφέρουν από τις συνεντεύξεις με
τα έτοιμα ερωτήματα και τον καθορισμένο χρόνο.

Έχοντας παρουσιάσει με λίγα λόγια την Ανθρωπολογία θα ασχοληθώ τώρα με
την εκπαίδευση. Η Ανθρωπολογία της εκπαίδευσης είναι ένας από τους πολλούς
κλάδους της επιστήμης, με γνωστή μέθοδο έρευνας την εθνογραφία της τάξης. Φυσικά
το κομμάτι αυτό της επιστήμης, δεν αφορά μόνο τα σχολεία, αλλά γενικότερα κάθε
δομή εκπαίδευσης, άρα και τα ερευνητικά εργαλεία προσαρμόζονται κάθε φορά. Η Ανθρωπολογία μπορεί να ερευνήσει τις απόψεις καθηγητών, δασκάλων,
οικογενειών και προσωπικού για οποιοδήποτε εκπαιδευτικό φαινόμενο, δίνοντας
προτεραιότητα στις απόψεις τους. Τυπικά με αυτό τον τρόπο οι υπεύθυνοι, μπορούν να
αξιολογήσουν τις αποφάσεις που λαμβάνουν σε κεντρικό επίπεδο σχετικά με την
εκπαίδευση, και ίσως να επιθυμούν να γίνονται συχνά ανθρωπολογικές έρευνες.
Επιπλέον, η Ανθρωπολογία παρουσιάζει στην κοινωνία τα υποκείμενα που
εμπλέκονται άμεσα με την εκπαίδευση, και μαζί τους και όλες τις πιθανές πτυχές μιας
κατάστασης, ώστε να μην επηρεάζεται κανένας από όσους μονοπωλούν την
ενημέρωση. Φαινόμενα όπως η εκπαίδευση ενηλίκων, ο σχολικός εκφοβισμός, το
ζήτημα των βιβλίων Ιστορίας και Θρησκευτικών και πολλά άλλα εξετάζονται και από
την σκοπιά όσων επηρεάζονται από τις αποφάσεις των εκάστοτε ειδικών που συχνά
δεν λαμβάνουν υπόψιν τους την εκπαιδευτική κοινότητα.
Καταλήγω στο ότι μέσω της ανθρωπολογικής έρευνας η κοινωνία, το κράτος
αλλά και γενικά ο καθένας και η καθεμιά από εμάς, μπορούμε να μάθουμε πολλά και
συνήθως «κρυμμένα» στοιχεία για την εκπαίδευση αλλά και όχι μόνο. Εξάλλου η
Ανθρωπολογία της εκπαίδευσης συνδέεται και με άλλους επιστημονικούς κλάδους,
άρα το αποτέλεσμα των ερευνών της μπορεί να αφορά ακόμα περισσότερους. Το
ζήτημα είναι η ίδια η επιστήμη και στη συνέχεια οι κλάδοι της (το πεδίο της
εκπαίδευσης για παράδειγμα είναι ακόμα ασθενές) να αναπτυχθούν και άλλο στην
χώρα μας και να κατέχουν τη θέση που τους αρμόζει. Το ζητούμενο είναι η παραγωγή
έρευνας και όχι η προσφυγή σε βιβλιογραφικές πηγές και μόνο.
Γιώργος Λαμπρόπουλος, Κοινωνικός Ανθρωπολόγος – Μεταπτυχιακός Φοιτητής Κοινωνικής και Πολιτισμικής Ανθρωπολογίας