|
Καθημερινά μέσα από την επαφή μας με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης ακούμε διαφόρων ειδών γνώμες και απόψεις, οι οποίες δεν στηρίζονται σε κάποια τεκμηρίωση. Μία από αυτές είναι και η θεωρία που εξομοιώνει τα κόμματα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς με τα ακροδεξιά κόμματα: η θεωρία των δύο άκρων. Η συγκεκριμένη θεωρία υποστηρίζει ότι το ιδεολογικοπολιτικό φάσμα δεν απεικονίζεται γραμμικά στον άξονα Αριστερά-Δεξιά, αλλά παίρνει τη μορφή ενός πετάλου. Τα άκρα του πετάλου ακριβώς επειδή βρίσκονται σε κοντινή απόσταση, υποστηρίζουν ότι έχουν περισσότερα κοινά από όσα έχουν με το μέσο του, στο οποίο υπάρχουν τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα. Έτσι, μέσα από αυτή την ατεκμηρίωτη επιστημονικά θεωρία, η κυρίαρχη-ηγεμονική ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού επιχειρεί να ταυτίσει την Αριστερά ,που δεν αρέσκεται σε μια διαχείριση του συστήματος και θέλει να το αλλάξει, με τον φασισμό και τον ναζισμό.
Στη χώρα μας αρκετές φορές στο παρελθόν, ειδικά τα χρόνια της ψήφισης των δύο πρώτων μνημονίων, είδαμε να προσπαθεί το δημοσιογραφικό σύστημα να ταυτίσει τον ΣΥΡΙΖΑ και άλλα κόμματα της Αριστεράς, τα οποία τάσσονταν κατά του Μνημονίου, με την Χρυσή Αυγή, η οποία εξέφραζε και αυτή αντιμνημονιακό λόγο. Αυτές οι αναλύσεις παρέβλεπαν βασικά ιδεολογικοπολιτικά χαρακτηριστικά των κομμάτων όπως τις θέσεις τους για τη δημοκρατία, για τα ατομικά δικαιώματα, την ισότητα, την ελευθερία κλπ. Οι τακτικές αυτές δεν ευνοούν άλλους παρά τα συστημικά κόμματα, τα οποία αποκομίζουν εκλογικά κέρδη λόγω του φόβου της αποσταθεροποίησης που υποτίθεται ότι θα έφερνε η άνοδος της Αριστεράς. Γιατί όμως η θεωρία των δύο άκρων είναι απλά στήριγμα του νεοφιλελευθερισμού και όχι μια επιστημονική θεωρία;
Αρχικά, οι όροι Αριστερά και Δεξιά προέρχονται από τις θέσεις που είχαν οι εκπρόσωποι των τάξεων στη Γαλλία κατά τον 19ο αιώνα. Οι αριστεροί ήταν αντι-μοναρχικοί και υποστήριζαν τα συμφέροντα των κατώτερων τάξεων, ενώ οι δεξιοί ήταν παραδοσιακά υπέρ του βασιλιά και υποστήριζαν τα συμφέροντα των ευγενών και του κλήρου. Έτσι, βλέπουμε ότι οι δύο όροι που προσπαθεί να ταυτίσει η θεωρία των δύο άκρων είναι εκ διαμέτρου αντίθετοι από τη γέννησή τους με εντελώς διαφορετικές ταξικές αναφορές. Ακόμη, όπως έδειξε η εμπειρία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η χώρα που αντιστάθηκε με μεγαλύτερη τόλμη και χωρίς διαθέσεις συμβιβασμού με τον φασισμό και τον ναζισμό ήταν η Σοβιετική Ένωση. Επίσης, στη χώρα το εθνολαϊκό κομμουνιστικό κίνημα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ήταν αυτό που πρωτοστάτησε στην αντίσταση με τη συμμετοχή χιλιάδων κόσμου που δεν συμβιβάστηκαν και δε συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς ναζί. Άρα, παρατηρούμε ότι η θεωρία των δύο άκρων παραποιεί την πραγματικότητα αγνοώντας την ιστορία και τη συμβολή της Αριστεράς στους αγώνες ενάντια στον ναζισμό και τον φασισμό.
Στη συνέχεια, η αντικαπιταλιστική Αριστερά στοχεύει στη δημιουργία μιας κοινωνίας που θα επικρατεί η ισότητα, η ελευθερία και ο κάθε άνθρωπος θα μπορεί να ζήσει αξιοπρεπώς. Αυτό θα επιτευχθεί με την ανάληψη της εξουσίας από το μπλοκ των υποτελών τάξεων και στη συνέχεια την σταδιακή εξαφάνισή τους. Από την άλλη τα ακροδεξιά κόμματα οραματίζονται μία κοινωνία ιεραρχική και οργανική, στην οποία ο καθένας έχει συγκεκριμένο ρόλο ανάλογα με τα φυλετικά, εθνικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά. Το κράτος έχει κυρίαρχο ρόλο, αλλά όχι για να εξασφαλίζει την ισότητα αλλά την ανισότητα. Η ίδια η ζωή στη ναζιστική Γερμανία και στη Σοβιετική Ένωση επιβεβαιώνουν το τεράστιο χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στις δύο ιδεολογίες. Ποιος όμως τελικά κερδίζει από αυτή την ανιστόρητη και αντιεπιστημονική ταύτιση;
Ο νεοφιλελευθερισμός και οι υποστηρικτές του επιχειρούν να εμφανιστούν σαν μια μετριοπαθή δύναμη, η οποία εκφράζει το εθνικό συμφέρον και είναι προστάτης της δημοκρατίας και των θεσμών της. Η πραγματικότητα όμως δείχνει ότι οι νεοφιλελεύθεροι που επικαλούνται τη θεωρία των δύο άκρων επιχειρούν να συγκαλύψουν το γεγονός ότι οι ίδιοι βρίσκονται κοντά στο δεξιό άκρο. Επειδή ο νεοφιλελευθερισμός αποτελεί μία μείξη ηθικού και αξιακού συντηρητισμού σε συνδυασμό με έναν ακραίο οικονομικό φιλελευθερισμό, βρίσκεται πολύ κοντά με ακροδεξιά κόμματα που έχουν παρόμοιους ή και ίδιους με αυτόν στόχους. Τέλος, όπου κι αν επικράτησε ο νεοφιλελευθερισμός στα πρώτα χρόνια εφαρμογής του ως νέο κοινωνικοοικονομικό σύστημα, επιβλήθηκε άνωθεν με αυταρχικότητα και βία. Αυτός είναι και ο μοναδικός τρόπος για να επιβιώσει ως σύστημα, αφού το νεοφιλελεύθερο κράτος επιθυμεί να επιβάλει τον νόμο και την τάξη σε οποιαδήποτε μορφή αντίθεσης ή αντίστασης σε αυτό.
Συμπερασματικά, η θεωρία των δύο άκρων αποδεικνύεται ότι αποτελεί ένα όπλο στα χεριά των νεοφιλελεύθερων κομμάτων για να παρουσιαστούν αυτοί ως οι φορείς των δημοκρατικών αρχών και αξιών σε αντίθεση με τα άκρα, τα οποία στην πραγματικότητα καθόλου δεν ομοιάζουν. Έτσι, οφείλουμε να είμαστε ψύχραιμοι όταν ερχόμαστε σε επαφή με τα Μ.Μ.Ε και να φιλτράρουμε ότι ακούμε σκεπτόμενοι ποιος το λέει και με τι σκοπό. Τέλος, για να υποστηρίξουμε κάποια θεωρία χρειάζεται πρώτα να αναζητήσουμε την δόμηση της επιχειρηματολογίας της, καθώς και αν αυτή όντως ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Κωνσταντίνος Αμαργιωτάκης, Φοιτητής τμήματος Πολιτικής Επιστήμης