Written by 7:42 μμ Αρθρογραφία, Επικαιροτητα

Τα Δυτικά Βαλκάνια στον ενταξιακό λαβύρινθο |Ιωάννης Κελέσης

Τα Δυτικά Βαλκάνια πλέον είναι μη διαπραγματεύσιμη προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που η τελευταία έχει αποδείξει περίτρανα με τις τελευταίες κινήσεις ισχυροποίησης της στην περιοχή. Η στάση, όμως, που τηρεί το Βελιγράδι, δυσχεραίνει το όλο εγχείρημα και δημιουργεί την ανάγκη για μία πιο αποφασιστική διπλωματία από την πλευρά των Βρυξελλών. Μόνο κατά αυτόν τον τρόπο, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα κατορθώσει να φέρει εις πέρας την υπόσχεση που έδωσε στα Δυτικά Βαλκάνια το 2003 στη Θεσσαλονίκη. Το εάν τελικά θα επιτευχθεί το προαναφερθέν, έγκειται στην επιλογή που καλείται η Σερβία να κάνει, μεταξύ Ρωσίας αφενός και Ευρωπαϊκής Ένωσης αφετέρου.

Το 2003 διεξήχθη στη Θεσσαλονίκη η Διάσκεψη Κορυφής Ευρωπαϊκής Ένωσης-Δυτικών Βαλκανίων, όπου δόθηκε υπόσχεση ένταξης στους ευρωπαϊκούς θεσμούς στα έξι βαλκανικά κράτη, που είχαν διαδεχθεί τη Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας. Είκοσι χρόνια μας χωρίζουν από τότε κι έκτοτε η εν λόγω δυναμική αν δεν έχει αποτύχει πλήρως, έχει παραμείνει τουλάχιστον στάσιμη. Γεγονός που επιβεβαιώνεται από το ότι μόνο η Κροατία κατάφερε να εισέλθει επιτυχώς στην ευρωπαϊκή οικογένεια το 2013, ενώ για τα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη η κατάσταση παραμένει ασαφής και ομιχλώδης.

Η Διεθνής Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2007 επέδειξε την αστάθεια του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και κατέστησε αναγκαία τη διαχείριση της οικονομικής και ανθρωπιστικής κρίσης που ακολούθησε. Υπό αυτές τις συνθήκες, η ενταξιακή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων παραμερίστηκε και τα έξι βαλκανικά κράτη εισήλθαν σε μία φάση στασιμότητας, στην οποία σημειώθηκε ελάχιστη πραγματική πρόοδος. Η παραπάνω κατάσταση άλλαξε το 2014, με τη διπλωματική πρωτοβουλία «Berlin Process» της Angela Merkel. Σκοπός της Γερμανίδας Καγκελαρίου ήταν να επιφέρει μία νέα πνοή στην ενταξιακή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων και να διατηρήσει το ευρωπαϊκό όνειρο των τελευταίων απτό και ρεαλιστικό. Πράγματι, οι αδιάλειπτες χρηματοδοτήσεις που έλαβαν τα έξι βαλκανικά κράτη από την Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο του ‘’Berlin Process’’, άλλαξαν σε πολύ μεγάλο βαθμό το τοπίο στο εσωτερικό των κρατών αυτών, αφού εκτός του ότι έφεραν μαζί τους ένα κύμα επενδύσεων και ριζικού εκσυγχρονισμού στους τομείς της ενέργειας, των υποδομών, της ασφάλειας, της δικαιοσύνης και της εκπαίδευσης, τα βοήθησε να εισαχθούν σε μία φάση ανάπτυξης κι εξωστρέφειας, που ποτέ ξανά στην ιστορία τους δεν είχαν συναντήσει. Το γεγονός ότι η πρωτοβουλία της Merkel δεν τελείωσε μαζί με την τέταρτη και τελευταία θητεία της, αλλά επανενεργοποιήθηκε από το νέο Καγκελάριο Scholz, αποδεικνύει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέχει τόσο τη βούληση, όσο και τα μέσα να ασχοληθεί ουσιαστικά με το ζήτημα των Δυτικών Βαλκανίων. Οι πρόσφατοι Σύνοδοι Κορυφής Ευρωπαϊκής Ένωσης-Δυτικών Βαλκανίων, σε Βερολίνο και Τίρανα αντίστοιχα, επιβεβαιώνουν στο ακέραιο τον παραπάνω συλλογισμό.

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία αλλάζει ξανά τους όρους του παιχνιδιού, μιας και υποδεικνύει όχι μόνο το κενό ασφαλείας, που εν τη απουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχει στα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά και το πρόβλημα της Σερβίας. Αναφορικά με το πρώτο, καθίσταται σαφές ότι η ευρύτερη περιοχή φαντάζει ιδιαιτέρως ελκυστική για αναθεωρητικές και αντιδημοκρατικές δυνάμεις, όπως είναι η Τουρκία, η Ρωσία και η Κίνα, που ως στόχο έχουν την αύξηση της επιρροής τους στα Δυτικά Βαλκάνια και συνεπώς την εντρύφησή τους στα ευρωπαϊκά τεκταινόμενα. Αναφορικά με το δεύτερο, η πολιτική ίσων αποστάσεων που τηρεί το Βελιγράδι εν καιρώ πολέμου, σε συνδυασμό με την υποδαύλιση κινήσεων που δύναται να αποδειχθούν αποσταθεροποιητικές για την ευρύτερη περιοχή, καθιστούν τη Σερβία αναξιόπιστη εταίρο για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γεγονός που επηρεάζει αρνητικά και άμεσα την ενταξιακή προοπτική δύο άλλων κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, του Κοσόβου και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης.

Αναφορικά με το πρώτο, μία δυνητική ένταξη του Κοσόβου φαντάζει αδύνατη, χωρίς την επίλυση του ζητήματος με τη Σερβία. Η υπάρχουσα κατάσταση στο Βόρειο Κόσοβο επιβεβαιώνει την έλλειψη πολιτικής βούλησης και από τις δύο πλευρές για την επίτευξη μίας μετριοπαθούς μέσης λύσης. Από τη μία η κυβέρνηση Kurti, που βλέποντας τα μηδαμινά αποτελέσματα των πολιτικών εξομάλυνσης των προηγούμενων κυβερνήσεων, προσπαθεί να ισχυροποιηθεί εντός της χώρας, κλιμακώνοντας τις εντάσεις και επιβάλλοντας ένα σύστημα κρατικού ελέγχου στο σύνολο της επικράτειας. Από την άλλη η κυβέρνηση Vučić, ώστε να εδραιώσει εαυτή στην περιοχή, εκμεταλλεύεται προς όφελος της το ιδιόμορφο καθεστώς που επικρατεί στο βόρειο τμήμα της χώρας και προκαλεί ανοιχτά και επίμονα τις αντοχές της Πρίστινας.

Σχετικά με το δεύτερο, η χορήγηση του καθεστώτος υποψήφιας χώρας στη Βοσνία δε μένει ανεπηρέαστη από την επίσης χορήγηση στην Ουκρανία και τη Μολδαβία. Φανερό είναι το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση, υπό την καταφανή απειλή του πολέμου, δεν ήθελε να αφήσει πολιτικά ορφανό το κράτος της Βοσνίας, που πολιτικά διαφοροποιείται από το Κόσοβο μονάχα στο κομμάτι της αναγνώρισης από τη διεθνή κοινότητα. Καθώς ισοδύναμα με το Κόσοβο, το Σαράγιεβο έχει ανοιχτά και άλυτα, προς στιγμή, θέματα με το Βελιγράδι. Η απόφαση του Βελιγραδίου να γιορτάσει στις 9 Ιανουαρίου τα τριανταένα χρόνια από την ίδρυση της ‘’Σερβικής Δημοκρατίας’’ (Republika Srpska), επανάφερε το μπαρουτοκαπνισμένο κλίμα στις σχέσεις των δύο κρατών. Με τις μνήμες των Γιουγκοσλαβικών Πολέμων νωπές και το αίσθημα καχυποψίας σε ιστορικά υψηλά νούμερα, τέτοιες ενέργειες αναιρούν τις όσες προσπάθειες συνεργασίας και συνδεσιμότητας έχουν γίνει στο παρελθόν και ακυρώνουν σε ένα βαθμό την ευρωπαϊκή προοπτική των κρατών, που στην περίπτωση της Βοσνίας θα παρέμενε στάσιμη, εάν δεν ξεκινούσε ο πόλεμος της Ουκρανίας.

Τα Δυτικά Βαλκάνια πλέον είναι μη διαπραγματεύσιμη προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτι που η τελευταία έχει αποδείξει περίτρανα με τις τελευταίες κινήσεις ισχυροποίησης της στην περιοχή. Η στάση, όμως, που τηρεί το Βελιγράδι, δυσχεραίνει το όλο εγχείρημα και δημιουργεί την ανάγκη για μία πιο αποφασιστική διπλωματία από την πλευρά των Βρυξελλών. Μόνο κατά αυτόν τον τρόπο, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα κατορθώσει να φέρει εις πέρας την υπόσχεση που έδωσε στα Δυτικά Βαλκάνια το 2003 στη Θεσσαλονίκη. Το εάν τελικά θα επιτευχθεί το προαναφερθέν, έγκειται στην επιλογή που καλείται η Σερβία να κάνει, μεταξύ Ρωσίας αφενός και Ευρωπαϊκής Ένωσης αφετέρου.

Ιωάννης Κελέσης, φοιτητής Βαλκανικών Σλαβικών Ανατολικών σπουδών

ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ: https://www.google.com/search?q=%CE%B4%CF%85%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%B1+%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%B9%CE%B1&sxsrf=APwXEdcWZmP2ODGBppKT3K4CMOh0mdS_fQ:1679848860948&source=lnms&tbm=isch&sa=X&ved=2ahUKEwiv_YfVhPr9AhV-h_0HHSSKDj4Q_AUoAXoECAEQAw&biw=1536&bih=722&dpr=1.25#imgrc=hcRQRnhK6oJGSM&imgdii=zRu9Mmas6bn-PM

(Visited 67 times, 1 visits today)

Κλείσιμο