Η κλιματική αλλαγή δεν βρίσκεται πλέον μακριά μας, σε κάποιο απομονωμένο παγόβουνο της Ανταρκτικής το οποίο λιώνει, όπως πιστεύαμε κάποτε, αλλά έχει καταφτάσει στο κατώφλι μας. Η έλλειψη αίσθησης της εγγύτητας αυτού του φαινομένου, η οποία φαίνεται να έχει παγιωθεί μέσα στα χρόνια, έχει ως αποτέλεσμα ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού ακόμα και σήμερα να αγνοεί μια σειρά ζητημάτων, τα οποία εκτείνονται και φτάνουν να επηρεάζουν το σύγχρονο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι.
Ένα μείζον ζήτημα το οποίο προκύπτει στην συζήτηση περί υιοθέτησης ενός πιο οικολογικού τρόπου ζωής που στοχεύει την προστασία του περιβάλλοντος, αφορά τις οικονομικές ανισότητες που υπάρχουν στην κοινωνία. Συγκεκριμένα, το πως αυτές θα επηρεάσουν περαιτέρω την ποιότητα της ζωής ενός μεγάλου συνόλου της κοινωνίας, στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον. Πλέον, βρισκόμαστε σε θέση να έχουμε μια σειρά νέων «πράσινων» τεχνολογιών, όπως για παράδειγμα τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα καθώς και πληθώρα οικιακών συσκευών, οι οποίες καταναλώνουν αισθητά μικρότερα ποσοστά ενέργειάς. Όμως, είναι εύλογο απορίας εάν οι πάντες διατίθενται να ανταπεξέλθουν οικονομικά σε αυτόν τον «πράσινο» τρόπο ζωής ή μόνο μια οικονομική ελίτ θα μπορέσει να επωφεληθεί από αυτές τις αλλαγές.
Αδιαμφισβήτητα, η πίεση για αλλαγή αλλά και η έμπρακτη υλοποίηση αυτής θα έρθει από κάτω προς τα πάνω, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί πως εάν δεν υπάρξει μια ουσιαστική και συστηματική αλλαγή ως προς τον τρόπο που καθολικά διαχειριζόμαστε τους φυσικούς πόρους του πλανήτη, όλες οι ατομικές προσπάθειες παρά την ευγενική τους πρόθεση θα είναι εις μάτην. Αυτό, βέβαια, δυνητικά μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα ακόμα ζήτημα. Αξίζει να διερωτηθούμε ποιο θα είναι το μέλλον των εργασιών αυτών, οι οποίες συνδέονται άμεσα με τους πιο παραδοσιακούς και ξεκάθαρα μη περιβαλλοντικούς τρόπους διαχείρισης των φυσικών πόρων. Εξάλλου, πόσο εύκολη πιστεύουμε πως θα είναι η εγκατάλειψη πρακτικών πάνω στις οποίες η κοινωνία έχει συνηθίσει να λειτουργεί με βάση αυτές εδώ και δεκαετίες. Σε αυτό ακριβώς το σημείο γίνεται αντιληπτό πως η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι μια ανεξάρτητη κατάσταση, διαρρέει κάθε πτυχή του σύγχρονου τρόπου ζωής. Η ανάγκη για στήριξη της οικονομίας σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος μοιάζει πλέον επιτακτική.
Βέβαια, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ότι προβληματισμοί όπως οι παραπάνω αγγίζουν όλο και περισσότερα άτομα, με ιδιαίτερη έμφαση να δίνεται στον ρόλο των κοινωνικών δικτύων και την διάδραση των χρηστών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η εμφάνιση και εξάπλωση του κινήματος «zero /low waste», το οποίο αποκτά όλο και περισσότερους υποστηρικτές και σχετίζεται με την μείωση των παραγόμενων οικιακών σκουπιδιών καθώς και την εξάλειψη της χρήσης πλαστικού, ιδίως αυτών που χαρακτηρίζονται ως «μιας χρήσης». Κινήσεις σαν αυτές βασίζονται στην ιδέα του συνθήματος « Σκέψου παγκόσμια, δράσε τοπικά» («think globally, act locally»). Ας μην ξεχνάμε πως ο τρόπος που παράγουμε και καταναλώνουμε αγαθά διαμορφώνει το περιβάλλον στο οποίο ζούμε και αν επιθυμούμε να διασφαλίσουμε αυτό το περιβάλλον, μια αρχή είναι να επαναπροσδιορίσουμε τις καταναλωτικές μας συνήθειες.
Κλείνοντας αξίζει να επισημανθεί ότι τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και όλων όσων αυτή επιφέρει, σταδιακά γίνονται κομμάτι του πυρήνα της πολιτικής ατζέντας των κρατών, δίνοντας τους την δέουσα σημασία και κατέχουν βασική θέση στο δημόσιο διάλογο. Ακόμη, από τη μεριά των πολιτών αξιοσημείωτη είναι και η κατακόρυφη αύξηση διαδηλώσεων και κινητοποιήσεων που αφορούν μια σειρά περιβαλλοντικών ζητημάτων καθώς και τον ενεργό ρόλο που κατέχουν σε αυτές τις δραστηριότητες οι νεότερες γενιές.
Παρά το γεγονός ότι μέρος της καταστροφής που έχει επέλθει στο περιβάλλον φαντάζει μη αναστρέψιμο, τόσο οι ατομικές όσο και οι συλλογικές προσπάθειες που λαμβάνουν χώρα μπορούν να μειώσουν σημαντικά το μέγεθος της επιβάρυνσης της κλιματικής αλλαγής για τις γενιές που θα έρθουν. Το πρώτο βήμα είναι η ενημέρωση για την τρέχουσα κατάσταση και τα προβλήματα που υπάρχουν καθώς και η ολιστική προσέγγιση τόσο στην κατανόηση όσο και στην αντιμετώπιση τους.
Γεωργία Βουτσά, Φοιτήτρια Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών