Τον Οκτώβριο του 1835 μία ομάδα ταξιδιωτών που εκτελούσε την προκαθορισμένη καραντίνα των 7 ημερών υπαίθρια πέφτει θύμα ληστείας. Στις 26 Ιουλίου του 1854 η ελληνική κυβέρνηση διορίζει έναν πολίτη να παρακολουθεί τους ενταφιασμούς των Γάλλων και των Άγγλων σε μία απόπειρα εξιχνίασης του αριθμού των κρουσμάτων χολέρας στον Πειραιά. Στις 7 Ιουλίου του 1854 εφαρμόζεται ολικός αποκλεισμός του Πειραιά από ξηρά και θάλασσα. Το καλοκαίρι του 1854 ένας οικογενειάρχης που παίρνει το πλοίο από το λιμάνι της Σύρου με προορισμό τη Μύκονο πάνω στην απόγνωση του να ξεφύγει από την αρρώστια, αποφασίζει να παραμείνει στο πλοίο για όσο χρειαστεί.
Με βάση το άρθρο 16 του Βασιλικού Διατάγματος «περί εμποδισμού της μεταδόσεως των μολυσματικών αρρωστιών» στις 31 Δεκεμβρίου του 1836 η σωρός των αποθανόντων από πανώλη, αφού ενταφιαστεί σε νεκροταφείο, πρέπει να καλυφθεί με ασβέστη. Η θέσπιση αυτού του υγειονομικού κανόνα φανερώνει πως η ασθένεια δεν διαταράσσει μόνο τις σχέσεις μεταξύ ζωντανών αλλά επεμβαίνει και στην σχέση μεταξύ ζωντανών και νεκρών. Η πολιτισμική ‘’ανωμαλία’’ στην τελετή του ενταφιασμού σε συνδυασμό με την αδυναμία έκφρασης του δημόσιου θρήνου λόγω της απαγόρευσης κάθε τελετουργίας εμποδίζει την ορθή διαβίβαση του ατόμου από το τελετουργικό στάδιο του ‘’ζωντανού’’ σε εκείνου του ‘’νεκρού’’ και το στιγματίζει κοινωνικά. Όμως το επιδημικό συγκείμενο δεν καθορίζει μόνο τους όρους του θανάτου αλλά και της δημιουργίας ζωής. Το 1849 ο Π. Σοφιανόπουλος στο «Έγκόλπιον περί χολέρας ήχολορροίας, εις γλώσσαν συνήθη, χάριν του Λαού» γράφει στο κεφάλαιο σχετικά με την τεκνογονία: «Γυναίκες και άνδρες κατά τήν ένδημίαν της Χολέρας ανάγκη ν’ άφήσωσιν εις παντελή ήσυχίαν και ήρεμίαν τα γεννητικά των όργανα!». Το σεξ, ο μηχανισμός διαιώνισης και δημιουργίας της ζωής θεωρείται βέβηλη πράξη και απαγορευτική επαφή στο όνομα της διασφάλισης της ήδη υπάρχουσας. Οι έννοιες της βιοεξουσίας και της βιοπολιτικής του Φουκώ ως πολιτικές εφαρμόζονται τόσο στα νεκρά όσο και στα ζωντανά σώματα για να διασφαλιστεί η κοινωνική ισορροπία μέσω του ελέγχου, καθορίζοντας την αναπαραγωγή, τον τρόπο ζωής και τον ίδιο τον θάνατο.

Κατά την διάρκεια της επιδημικής χολέρας που έπληξε την Σύρο το καλοκαίρι του 1854 ως τις 19 Αυγούστου από τους 310 νεκρούς οι 300 προέρχονταν από οικογένειες της κατώτερης τάξης ή απόρους. Η αντίληψη πως οι κατώτερες κοινωνικές τάξεις λειτουργούσαν ως εν κινήσει μολυσματικές εστίες που απειλούν τη υγεία του κοινωνικού συνόλου κινητοποίησε τον δήμαρχο της Σύρου, ο οποίος απαίτησε δάνειο ύψους 10.000 δραχμών και παραχώρησε το μισθό του ώστε να εξασφαλιστεί δωρεάν τροφή καλής ποιότητας και φάρμακα για τις άπορες οικογένειες. Ο Φουκώ στην «Ιστορία της τρέλας» θεωρεί πως ο 17ος αποτελεί την εποχή της ανάδειξης της Λογικής. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ λογικής και παραφροσύνης στιγμάτιζε τις σωματικότητες που θεωρούνταν μη λειτουργικές με βάση την ικανότητα τους για εργασία. Το οικονομικό πρόσημο της λειτουργικότητας υφαίνεται με το πρόσχημα της ηθικής ταξινόμησης σε τρελούς και εργατικά ικανούς. ΒΟι άρρωστοι, οι πόρνες και οι φτωχοί αποτελούν αιώνια πάσχοντες. Η αναδυόμενη ιδεολογία περί υποχρέωσης του έθνους κράτους για καταπολέμηση της ‘’ασθένειας’’ της φτώχειας κατά τον 19ο αιώνα, επικυρώνει τον εαυτό της στην φιλανθρωπική δραστηριότητα και τις αγαθοεργίες ως θεμελιώδη στοιχεία της κρατικής προνοιακής πολιτικής. Κατά την διάρκεια οριακών καταστάσεων, όπως τα επιδημικά παρελθόντα, οι διαχωριστικές γραμμές οξύνονται. Στο Παρίσι το 1932 η επιδημία της χολέρας μεταφράστηκε ως απόπειρα δηλητηρίασης των φτωχών από το κράτος. Η φήμη αυτή θορύβησε τόσο τΙς ανώτερες τάξεις που προσεύχονταν για τον θάνατο κάποιου δικού τους, ώστε να αποδειχθεί ψευδής η φήμη. Τελικά πέθανε ο πρωθυπουργός.
Το άρθρο 30 του προαναφερθέντος βασιλικού διατάγματος προέβλεπε πως σε περίπτωση εξάπλωσης της μόλυνσης θα κρεμιέται σε κάθε θύρα η επιγραφή «Εδώ Ευλογίαι» (ευλογίαι με την έννοια της ασθένειας). Ο δημόσιος χώρος ανανοηματοδοτείται και μεταφράζεται μέσω των επιγραφών σε κοινωνικά μιαρός ή σε κοινωνικά ασφαλής. Στα Ψαριανά, μία συνοικία της Σύρου που ήταν πρόχειρα οικοδομημένη χωρίς υπονόμους και αποτελούταν από στενά σπίτια στα οποία συνωστίζονταν πολλοί κάτοικοι, παρουσιάστηκαν τα περισσότερα κρούσματα χολέρας. Στην περίπτωση αυτή, ο ήδη υπάρχον κοινωνικός χώρος δημιουργεί όρους μολυσματικότητας και καθιστά ορισμένες σωματικότητες πιο ευάλωτες εξαιτίας της κατασκευαστικής ιδιομορφίας του χώρου. Τόσο η λανθασμένη οικοδόμηση κοινωνικού χώρου όσο και η έλλειψή του λειτουργούν με τρόπους παρόμοιους και δημιουργούν ευαλωτότητες. Τον Μάιο του 1835 στην Ελλάδα είχε αποφασιστεί η κατασκευή τεσσάρων λοιμοκαθαρτηρίων. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους δεν είχαν οικοδομηθεί, με αποτέλεσμα η προκαθορισμένη καραντίνα των 7 ημερών για τους ταξιδιώτες να λαμβάνει χώρα υπαίθρια. Τα συχνά φαινόμενα ληστείας των ταξιδιωτών αυτών δημιούργησαν μία περαιτέρω παθογένεια. Στην προσπάθεια αποφυγής μετάδοσης της χολέρας, η υπαίθρια καραντίνα γέννησε το ζήτημα της αύξησης των θυμάτων ληστείας σε όσους βρίσκονταν σε καραντίνα.

Η παραπάνω θραυσματική περιήγηση σε πολλαπλά επιδημικά παρελθόντα επιδιώκει να αναδείξει πτυχές πολιτικών διαχείρισης επιδημιών που συνδέονται με την εφαρμογή πρακτικών ελέγχου και επανακαθορίζουν, ταξινομούν, ανανοηματοδοτούν, διαμορφώνουν τους όρους δημιουργίας της ζωής και τον τρόπο διαβίβασης από την ζωή στον θάνατο. Συνδέονται με την χάραξη διαχωριστικών γραμμών και την οριοθέτηση σωμάτων, σωματικοτήτων και υποκειμενικοτήτων και την συσχέτιση του υπάρχοντος ή του απόντος κοινωνικού χώρου με την δημιουργία περαιτέρω επισφαλειών κατά την διάρκεια επιδημικών καταστάσεων. Το 1854 στην Σύρο πολλοί στην προσπάθεια τους να ‘’πολεμήσουν’’ την ασθένεια και να ξορκίσουν το ‘’κακό’’ που τους βρήκε, στράφηκαν σε τελετές λατρείας, σε μία προσπάθεια να σώσουν την ψυχή και να διασφαλίσουν πως οι αμαρτίες τους έχουν συγχωρεθεί. Η απειλή του θανάτου οδήγησε αρκετούς να θελήσουν να βιώσουν έντονα την ίδια την ζωή ενάντια στις κοινωνικές απαγορεύσεις και αναστολές. Στις 25 και 26 Αυγούστου του 1854 στην συνοικία της Μεταμορφώσεως στην Ερμούπολη της Σύρου, δύο ζευγάρια ενώνονται με τα δεσμά του γάμου παρά την απαγόρευση κάθε λατρευτικής τελετής λόγω επιδημικής χολέρας. Το αντίδοτο του θανάτου, είναι η ίδια η ζωή.
Χρύσα Χατζηκανέλλου-Γαζή, Κοινωνική ανθρωπολόγος