Τόσο η παιδεραστία όσο και η παιδοφιλία, δύο έννοιες άμεσα συνδεδεμένες και αλληλοσυσχετζόμενες, αφορούν την απόπειρα σύναψης σεξουαλικών σχέσεων με ανήλικους, έχοντας όμως μία βασική διαφορά μεταξύ τους. Πιο συγκεκριμένα έχουν να κάνουν με την ερωτική έλξη που νιώθουν μερικοί ενήλικες ψυχικά άρρωστοι προς τα παιδιά. Συνιστούν δύο σοβαρά εγκλήματα από τον ίδιο ‘’πατέρα’’, με τους ίδιους σκοπούς και για παρόμοιους λόγους και τα οποία τα συναντούμε πολύ συχνά παγκοσμίως.
Και τα δύο αυτά κοινωνικά προβλήματα που κατακλείουν την καθημερινότητά μας προκαλούν πολλές αρνητικές αντιδράσεις και είναι δύσκολο να προσεγγιστούν με αντικειμενικό και λογικό τρόπο. Και αυτό διότι τα παιδιά συνιστούν μία πολύ ευάλωτη ηλικιακή ομάδα. Αν και είναι άκρως αδιανόητη η πιθανότητα να δικαιολογηθούν τέτοιες απάνθρωπες συμπεριφορές, είναι αρκετοί οι λόγοι που οδηγούν σε αυτές.

Πρωτού όμως αναλυθούν τα αίτια των παραπάνω φαινομένων, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί πως δεν αποτελούν ταυτόσημες έννοιες, δηλαδή ορίζονται με διαφορετικό τρόπο. Από την μία πλευρά μπορεί και τα δύο αυτά θέματα να αναφέρονται σε ερωτική έλξη προς τα παιδιά αλλά από την άλλη, ο παιδόφιλος έχει ερωτικές φαντασιώσεις για αυτά χωρίς να προχωρεί στην πράξη να τα κακοποιήσει ενώ ο παιδεραστής είναι αυτός που θα πράξει και θα κακοποιήσει σεξουαλικά ένα παιδί.
Σύμφωνα με διάφορες επιστημονικές μελέτες και αναλύσεις βασικό αίτιο για παιδεραστικές πράξεις αποτελεί ο βιολογικός παράγοντας. Με λίγα λόγια, έχουν παρατηρηθεί πιο υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης στους παιδεραστές, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όποιος διαθέτει αυξημένα επίπεδα τεστοστερόνης θα γίνει και παιδεραστής φυσικά. Είναι απλώς μία επεξηγηματική προσέγγιση. Επίσης, όπως και σε πολλές από τις περιπτώσεις χρήσης βίας ή απόπειρας βιασμού, ο θύτης τυχαίνει συχνά να έχει βρεθεί στο παρελθόν του στην θέση του θύματος, γεγονός που εξηγεί την εκδήλωση παιδεραστικών τάσεων μεταγενέστερα στην ενήλικη ζωή του. Οι λόγοι δεν σταματούν εδώ, καθώς η ποιότητα παιδείας τόσο από το εκπαιδευτικό σύστημα όσο και από το οικογενειακό περιβάλλον του καθενός, η προβολή λανθασμένων προτύπων στην τηλεόραση και γενικότερα σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρασύρουν πολύ ευκολότερα τα άτομα με μη ολοκληρωμένη αντίληψη ή και με τέτοιες ψυχικά άρρωστες διαθέσεις και διαταραχές.

Από κάθε οπτική γωνία και σε κάθε περίπτωση το θέμα της παιδοφιλίας και της παιδεραστίας είναι αρκετά σύνθετα και απαιτούν περαιτέρω ανάλυση και σίγουρα η μη κατάλληλη μέριμνα, η έλλειψη ενδιαφέροντος προς την επίλυση τέτοιων προβλημάτων από την κοινωνία και η αποφυγή δραστικών μέτρων και κατάλληλων τιμωριών των θυτών δεν πρόκειται να μειώσει την εμφάνιση τους, ίσα ίσα θα την τονώσει.
Παρόλο που οι παιδεραστές αφορούν συχνότερα το αρσενικό φύλλο, παρατηρούνται όμοιες τάσεις και από γυναίκες θύτες, αλλά σε μικρότερα ποσοστά. Ανάλογα με το φύλο προτίμησης των θυμάτων τους, οι θύτες-παιδεραστές χωρίζονται στις εξής κατηγορίες: ομοφυλόφιλοι, ετερόφυλοι και αμφίφυλοι.
Γενικότερα, η παιδεραστία ως έννοια έχει λανθασμένες αντιλήψεις από το ευρύ κοινό, ίσως και λόγω της παραπληροφόρησης ή της μη σωστής ενημέρωσης. Συνήθως πιστεύεται πως παιδεραστής είναι ένας ηλικιωμένος που παρακολουθεί και κοιτάει επίμονα παιδάκια. Κι όμως, πλέον η εικόνα του παιδεραστή έχει ταυτιστεί με κάποιον άγνωστο που σταματούν τα παιδιά στον δρόμο προσφέροντας τους γλυκά ή κάτι άλλο έχοντας, όμως, ως απώτερο σκοπό την απαγωγή τους και έπειτα την κακοποίηση τους. Τα θύματα μπορεί να γνωρίζουν τους θύτες τους ή και όχι. Τα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά δεν είναι ποτέ απόλυτα και εμφανή. Ωστόσο υπάρχουν κάποιες συνήθειες που παραμένουν σταθερές στους θύτες και οι οποίες μπορούν να δείξουν ότι το συγκεκριμένο άτομο αποτελεί κίνδυνο για τα παιδιά. Μερικές από αυτές είναι η φωτογράφιση παιδιών, η αποπλάνηση τους καθώς και το υπερβολικό ενδιαφέρον για τα ίδια. Μπορεί τα προαναφερθέντα μοτίβα συμπεριφοράς να μην αρκούν ως αποδείξεις αλλά σίγουρα συνιστούν ενδείξεις, ώστε ο γονιός να δράσει γρήγορα και ανάλογα για να προλάβει το επακόλουθο κακό για το παιδί του….

Η ψυχοθεραπεία σε συνδυασμό με φαρμακευτική αγωγή για τους παιδεραστές, η διαμόρφωση ειδικών προγραμμάτων στήριξης και κέντρων αποτοξίνωσης-θεραπείας για τους ίδιους, η στενή και συχνή επικοινωνία των παιδιών με τους γονείς τους, η σωστή ενημέρωση, ο συστηματικότερος έλεγχος, η ευαισθητοποίηση από την πλευρά της κοινωνίας με σκοπό την προστασία των πολιτών της και η σωστή παιδεία θα μπορούσαν να μειώσουν προσωρινά την έντονη εμφάνιση τέτοιων συμβάντων.
Σε τι μπορεί να φταίει μία αθώα παιδική ψυχή για να αξίζει να πέσει θύμα τέτοιων απάνθρωπων συμπεριφορών;
‘’Ένας άγγελος ρώτησε κάποτε τον Θεό:
– Πώς θα προστατεύσουμε στη γη τα αθώα παιδιά;
Και ο Θεός απάντησε:
– Έπλασα την Μάνα.

Κατερίνα Καρακουλάκη, Φοιτήτρια Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών