Written by 6:08 μμ Αρθρογραφία, Επικαιροτητα

Όταν οι μπάρες «έπεσαν» | Ιωάννης Κελέσης

Ο Ιωάννης Μεταξάς, ήδη από τους πρώτους μήνες της δικτατορίας του, έθεσε σε εφαρμογή τον αναγκαστικό νόμο «περί μέτρων ασφαλείας οχυρών θέσεων», ο οποίος όριζε ότι συγκεκριμένες ακριτικές περιοχές στα βόρεια σύνορα της χώρας, θα χαρακτηριζόταν, και συνεπώς θα θεωρούνταν, «αμυντικές περιοχές». Κάθε αμυντική περιοχή εντός της ελληνικής επικράτειας θα απαρτιζόταν από δύο ζώνες, μία Απαγορευμένη και μία Επιτηρούμενη.

Στην Απαγορευμένη ζώνη δεν επιτρεπόταν η είσοδος εντός αυτής μη στρατιωτικών προσώπων. Στη δε επιτηρούμενη ζώνη, τόσο η είσοδος, όσο κι η κυκλοφορία, όχι μόνο προσώπων, αλλά και οχημάτων, τελούνταν υπό εξαιρετικά αυστηρούς κι ιδιαίτερα μη ελεγχόμενους όρους και περιορισμούς. Στις προαναφερθείσες περιοχές, είχαν τοποθετηθεί από την πολιτεία ειδικές πινακίδες, που είχαν ως έργο την επισήμανση της ιδιαιτερότητας του χώρου. Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών, είχαν επίσης την υποχρέωση να φέρουν μία ειδική λευκή ταυτότητα, ενώ απαραίτητη ήταν η λήψη ειδικής άδειας είτε από τα τοπικά σώματα ασφαλείας, είτε τον στρατό, σε περίπτωση που κάποιος δεν ήταν μόνιμος κάτοικος των περιοχών αυτών, ώστε να επιτραπεί η είσοδος, η έξοδος και η μετακίνηση στις περιοχές υπό καθεστώς ειδικής διαχείρισης. Ο νόμος αυτός αφορούσε στο σύνολο έντεκα από τους δεκαεννέα παραμεθόριους νόμους της χώρας, η πλειονότητα εκ των οποίων βρισκόταν στη Βόρεια Ελλάδα.

Το σύστημα των επιτηρούμενων ζωνών διέτεινε την ύπαρξη του και μετά το πέρα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, εκμεταλλευόμενο κατά κύριο λόγο την πρόφαση της κομμουνιστικής, δήθεν απειλής. Στα τέλη του 1970,οι επιτηρούμενες ζώνες καταργήθηκαν από όλους τους παραμεθόριους νομούς της χώρας πλην ενός, αυτού της Δυτικής Θράκης. Το καθεστώς της επιτηρούμενης ζώνης της περιοχής διατηρήθηκε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και χώριζε τους Πομάκους, μία θρησκευτική μειονότητα του ορεινού όγκου της οροσειράς της Ροδόπης, από τον υπόλοιπο, κατά κύριο λόγο πληθυσμό.

Από την Ξάνθη ως και τον Εχινό, που αποτελεί το μεγαλύτερο από τα Πομακοχώρια της περιοχής και ευρέως θεωρείται ως το οικονομικό και πνευματικό κέντρο των Πομάκων της Ελλάδας, σε μία διαδρομή 28 περίπου χιλιόμετρα, υπήρχαν τρία «σημεία ελέγχου» ή αλλιώς «μπάρες» όπως χαρακτηριστικά τις αποκαλούσαν οι ντόπιοι κάτοικοι. Το πρώτο «σημείο ελέγχου» βρισκόταν λίγο έξω από την πόλη της Ξάνθης και καταργήθηκε οριστικά το 1979. Το δεύτερο σημείο ελέγχου, ήταν στο 9ο χιλιόμετρο του δρόμου που συνέδεε την Ξάνθη με την Σταυρούπολη κι έπαυσε τη λειτουργία του το 1993, ενώ το τρίτο και τελευταίο σημείο ελέγχου κείτονταν στο 21ο χιλιόμετρο έξω από την Ξάνθη, πάνω στη οδό που «καλωδιώνει» την πόλη του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου με τα σύνορα Ελλάδας – Βουλγαρίας. Η προλαλήσασα «μπάρα» απέκλειε περί των μειονοτικών χωριών, στα οποία κατοικούσαν πάνω από 20.000 κάτοικοι.

Ο τότε Υπουργός Εθνικής Άμυνας της χώρας, Γεράσιμος Αρσένης, είχε προ πολλού αποφασίσει να καταργήσει επίσημα και αμετάκλητα την τελευταία διαχωριστική γραμμή που απέκλειε την Πομακική μειονότητα και είχε ανακοινώσει μάλιστα στην κρατική ελληνική τηλεόραση την πρόθεσή του αυτή, έχοντας παράλληλα την έκδηλη υποστήριξη του τότε Έλληνα Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου. Ο Αρσένης είχε πραγματοποιήσει ένα ταξίδι στην περιοχή πριν από μισό περίπου χρόνο, στο οποίο οι κάτοικοι του Εχίνου, του εξέθεσαν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν στην καθημερινότητά τους και που προκαλούνταν από την ύπαρξη της μπάρας.

Εντούτοις, ανώτατοι αξιωματικοί του ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών θεωρούσαν πρώιμη μία τέτοια ενέργεια εκ μέρους του Αρσένη, υποστηρίζοντας από την άλλη ότι η ελληνική κυβέρνηση πρώτα θα έπρεπε να γεφυρώσει το διπλωματικό χάσμα με τη Βουλγαρία, ώστε να διασφαλίσει ότι δεν θα παρατηρηθούν περιοδικές μετακινήσεις μουσουλμανικών πληθυσμών από και προς τη γείτονα χώρα. Εν τέλει, ο έλληνας Υπουργός Εθνικής Άμυνας, υπό τις ευλογίες του Παπανδρέου, ήταν πλέον έτοιμος να προχωρήσει στην κατάργηση του ιδιότυπου αυτού καθεστώτος εντός της ελληνικής επικράτειας. Το προγραμματισμένο «ρίξιμο» της τελευταίας μπάρας θα λάμβανε χώρα στο πλαίσιο μίας έκτακτης περιοδείας του Αρσένη στη Θράκη, από τις 16 Νοεμβρίου μέχρις τις 19 Νοεμβρίου του 1995. Στην ίδια επίσκεψη θα εγκαινιαζόταν μία πληθώρα δημοσίων έργων υπό την αιγίδα των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Επρόκειτο, ουσιαστικά για ένα πιλοτικό πρόγραμμα του στρατού, που σχεδιάστηκε με πρωτοβουλία του ίδιου του Υπουργού, και αποσκοπούσε στο να δείξει στους πολίτες ένα ολίγον τι πιο ανθρώπινο πρόσωπο των ενόπλων Δυνάμεων, δίνοντας έμφαση, παράλληλα, σε αξίες όπως είναι ο αλτρουισμός, το αίσθημα συλλογικότητας και η κοινωνική προσφορά.

Στις 17 Νοεμβρίου 1995, ημέρα καθόλου τυχαία για την Ελληνική Δημοκρατία, ο Αρσένης, περνώντας από το σημείο που βρισκόταν η μπάρα, διέταξε τον τότε Διοικητή του Δ΄ Σώματος Στρατού και μετέπειτα αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Αντιστράτηγο Μανούσο Παραγιουδάκη να την ξηλώσει, δηλώνοντας χαρακτηριστικά ότι: «το εμπόδιο αυτό, που χωρίζει αυτήν την περιοχή, από την υπόλοιπη Ξάνθη και απομόνωνε τα χωριά, είναι πλέον ιστορία. Μέχρι σήμερα, χρειαζόταν για τις διελεύσεις κάποια ειδική άδεια. Όσοι, λοιπόν, έχουν αυτά τα λευκά χαρτιά, ας τα κρατήσουν ως κειμήλια μίας εποχής που πέρασε. Ζούμε σε μία νέα εποχή και η ασφάλεια της χώρας μας στηρίζεται στην κοινωνική συνοχή και στην οικονομική της ανάπτυξη. Η επικοινωνία είναι ελεύθερη», ενώ ζήτησε από όλους τους κατοίκους της περιοχής ανεξαρτήτως θρησκεύματος, να εργαστούν σκληρά για την ανάπτυξη και την ευημερία της τοπικής κοινωνίας. Σύμφωνα με λεγόμενα του ίδιου του Αρσένη, το «ρίξιμο» της μπάρας ήταν απότοκο μίας συλλογικής κυβερνητικής προσπάθειας.

Ωστόσο, ήταν πασιφανές ότι η κατάργηση της τελευταίας επιτηρούμενης ζώνης ήταν απόρροια προσωπικής πρωτοβουλίας του ίδιου του Υπουργού, που έφτασε μέχρι και σε σημείο σύγκρουσης με αρκετά κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης, τα οποία υιοθετούσαν διαφορετική άποψη από αυτόν.

Σύσσωμος ο τύπος της εποχής χαιρέτισε έκδηλα την πράξη της κυβέρνησης Παπανδρέου, με την «Καθημερινή» να γράφει ότι η μπάρα του Εχίνου αποτελεί παρελθόν και «Τα Νέα» να τονίζουν με πηχυαίους τίτλους στο σαββατιάτικό τους πρωτοσέλιδο, ότι ο Αρσένης ελευθέρωσε τους Πομάκους.

Αναντίρρητα η κατάργηση της τελευταίας επιτηρούμενης ζώνης εντός των ελληνικών συνόρων ήταν επιβεβλημένη και αναγκαία από τις τότε υπάρχουσες διεθνείς συνθήκες. Ο Αρσένης είχε εγκαίρως αντιληφθεί ότι η νέα τάξη πραγμάτων, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μετά την κατάρρευση του σοβιετικού καθεστώτος, έχρισε επιτακτικής σημασίας την αναθεώρηση της ελληνικής στάσης, έναντι των γειτόνων της. Η Αθήνα όφειλε να επιδιώξει μία άριστη και πολύπλευρη, πάσης φύσεως, συνεργασία με τα όμορα βαλκανικά κράτη και φυσικά με την Τουρκίας, ώστε να ισχυροποιήσει ακόμα περισσότερη τη θέση της ως εγγυήτριας δύναμης στη βαλκανική χερσόνησο και αιχμή του δόρατος σε αυτό έμενε να αποτελέσει η πατρίδα του Δημόκριτου, του μεγάλου αυτού προσωκρατικού φιλόσοφου.

Ιωάννης Κελέσης, Φοιτητής Βαλκανικών Σλαβικών Ανατολικών σπουδών

(Visited 301 times, 1 visits today)

Κλείσιμο