Η καθημερινότητά μας , σήμερα, περισσότερο μάλιστα παρά άλλοτε, έχει επηρεαστεί και έχει αναδιαμορφωθεί ριζικά από την έλευση της ψηφιακής εποχής, μιας εποχής που προτάσσει την εικονική και διαδικτυακή αλληλεπίδραση.
Αυτού του είδους η αλληλεπίδραση ωστόσο, όπως κάθε νέος τρόπος επικοινωνίας, απαιτεί και προωθεί μια νέα γλώσσα που θα ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες και απαιτήσεις της εποχής αυτής. Αυτή η νέα γλώσσα περιλαμβάνει και την επικοινωνία με εικόνες, εικονίδια , και φατσούλες, οι οποίες προσπαθούν να πουν αυτό που υπό άλλες συνθήκες θα λέγαμε κατ’ ιδίαν ή θα γράφαμε μέσω υπολογιστή.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση θα αναφερθώ στα γνωστά σε όλους emojis, τα σύμβολα του παρόντος που κυριαρχούν στους διαδικτυακούς ιστότοπους, και αποτελούν μια ιαπωνική ανακάλυψη των τελευταίων χρόνων της δεκαετίας του 1990.
Ένα μεγάλο ποσοστό των χρηστών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης επιλέγουν αυτά τα σύμβολα για την επικοινωνία τους και αποτελεί έναν τόσο κοινό τρόπο επικοινωνίας, που σχεδόν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια νέα «διεθνή γλώσσα», την οποία κατανοούν σε ένα βαθμό όλοι, ανάλογα με το πόσο εξοικειωμένοι/ες είναι με αυτή. Ωστόσο φαίνεται πως όσο τη συνηθίζουν τόσο περισσότερο την επιλέγουν.
Ενδεικτικό της κυριαρχίας αυτών των συμβόλων, είναι το γεγονός του 2015, όταν το τμήμα λεξικολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης έδωσε στο emoji «Δάκρυα χαράς» τον τίτλο της «Λέξης της χρονιάς». Ένα σύμβολο δηλαδή πήρε τον τίτλο της λέξης της χρονιάς.
Ωστόσο τι συναισθήματα και τι συμβολισμούς μπορεί να περιλαμβάνει ένα σύμβολο; Μπορεί να αντικαταστήσει τις σκέψεις και τα συναισθήματα που χωρούν σε μία λέξη;
Πόση δύναμη άραγε έχει αυτή η νέα ψηφιακή γλώσσα, που αν και νεαρή σχετικά έχει κυριαρχήσει σε όλο τον κόσμο;
Η γλώσσα, το σύστημα συμβόλων που είναι κοινό για έναν πολιτισμό, για ένα σύνολο ανθρώπων, περιλαμβάνει κάποιους κοινούς κώδικες στους οποίους το κάθε άτομο ξεχωριστά αλλά και σε αλληλεπίδραση με τα άλλα άτομα αντιδρά με ένα συγκεκριμένο τρόπο. Τα μέλη ενός πολιτισμού, φτιάχνοντας τη γλώσσα τους ,αντιδρούν στα ερεθίσματα της φύσης, της δίνουν όνομα. Δίνουν όνομα σε πράγματα, συμπεριφορές, καταστάσεις, ώστε να συμφωνούν όλοι/ες, αν και με διαφοροποιήσεις, για παράδειγμα ότι η καρέκλα είναι καρέκλα επειδή ακριβώς έχει αυτή τη μορφή και αυτή τη θέση.
Η γλώσσα δεν είναι κάτι που παραμένει αναλλοίωτο στο χρόνο. Αντίθετα αναπροσαρμόζεται, παίρνει στοιχεία από τις αλλαγές που οι ίδιοι οι άνθρωποι και οι ιστορικές συνθήκες φέρνουν, και συνεχώς αναδιαμορφώνεται. Εμπλουτίζεται, ξαναφτιάχνεται και παίρνει τα στοιχεία της εποχής της.
Αυτή η νέα ψηφιακή γλώσσα, φαίνεται να είναι ταιριαστή στη νέα ψηφιακή εποχή, να συμβαδίζει με τους γρήγορους ρυθμούς της καθώς ταιριάζει απόλυτα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Μια γλώσσα οικουμενική και παγκόσμια, που μπορούν να χρησιμοποιήσουν όλοι, ανεξάρτητα από τη συμβατική γλώσσα που μιλούν. Απευθύνεται σε όλους και παραμένει ανεπηρέαστη από τις οποιεσδήποτε τοπικές πολιτισμικές συμβάσεις.
Η χρήση αυτών των συμβόλων, δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να επικοινωνήσουν πολύ πιο γρήγορα και με ένα μόνο σύμβολο να πουν αυτά που ίσως θα έλεγαν χρησιμοποιώντας πολλές λέξεις. Την ίδια στιγμή δίνουν μια αίσθηση συναισθήματος.
Σε έναν ψηφιακό κόσμο, χωρίς «φυσική ζωή», κάνουν πιο παραστατική την έκφραση των συναισθημάτων, όσο αυτό μπορεί να γίνει μέσα από μια οθόνη υπολογιστή.
Έτσι, η εξάπλωση αυτής της ψηφιακής γλώσσας επιτρέπει την αυτόματη και άμεση έκφραση συναισθημάτων, που διαφορετικά δεν θα μπορούσαν να εκφραστούν, συναισθήματα τα οποία δυσκολευόμαστε να εκφράσουμε, και μαθαίνουμε να αποκρύπτουμε, όπως το συναίσθημα της αγάπης.
Φατσούλες με χαμόγελα, δάκρυα, λυπημένα, ερωτευμένα δηλαδή με «αληθινά» «ανθρώπινα» συναισθήματα, που πιθανόν δεν θα μπορούσαν να εκφραστούν, παρά μόνο με τη δημιουργία μεγάλων κειμένων, που ίσως τους λείπει η «ζωντάνια» και η αμεσότητα. Είναι όμως δυνατόν ένα σύμβολο να πάρει τη θέση του κειμένου και της δύναμης που αυτό μπορεί να έχει;
Την ίδια στιγμή πρόκειται για μια γλώσσα αρκετά απλουστευτική , χωρίς πλούσιο λεξιλόγιο και νοητικό περιεχόμενο που περιορίζει τη γλωσσική μας κατάρτιση , κάνοντάς τη φτωχότερη. Χρησιμοποιώντας έτσι σύμβολα με συγκεκριμένη σημασία, η λεκτική μας έκφραση περιορίζεται, η νοητική μας φαντασία εκλείπει σταδιακά, και πια δεν επιδιώκουμε τη σύνταξη ευφάνταστων και πιο πολύπλοκων κειμένων. Με τον τρόπο αυτό, το νοητικό και συναισθηματικό μας σύμπαν, συρρικνώνεται και συμβιβάζεται στην πληθώρα συμβόλων και εικόνων που μπορούν να αποδώσουν το συναίσθημά μας με ένα μόνο πάτημα. Είναι τόσο εύκολο να χρησιμοποιήσουμε ένα τέτοιο σύμβολο, τόσες οι επιλογές των emoji, όμως η χρήση τους δεν μας δεσμεύει όσο ένα κείμενο, που θα έχει συνταχθεί από εμάς.
Αντί για παράδειγμα να πούμε στον άλλο «Σ ‘αγαπώ», προτιμούμε να στείλουμε ένα emoji με καρδούλα. Την ίδια στιγμή που γεμίζουμε με καρδούλες τη συνομιλία μας, και ίσως και με συναισθήματα, την ίδια στιγμή είναι πιθανό να απομακρυνόμαστε από την ανάγκη να εκδηλώσουμε με άλλο τρόπο την αγάπη μας, να εκφραστούμε με λέξεις, και να μένουμε περιορισμένοι στη δύναμη ενός συμβόλου.
Δεν εκφράζουμε ακριβώς αυτά που έχουμε στο μυαλό ή στην καρδιά μας, παρά τα συμπυκνώνουμε σε ένα μόνο σύμβολο, το οποίο δεν μας δεσμεύει απέναντι σε κανέναν συνομιλητή, ο οποίος αντίστοιχα δεν μπορεί να έχει καμία απαίτηση από εμάς. Άλλωστε του στείλαμε μόνο ένα σύμβολο. Ο χείμαρρός λέξεων που μπορεί να μας κατέκλυζε αν επιχειρούσαμε να εκφραστούμε με κείμενο, περιορίζεται σε φατσούλες με καρδιές.
Παρ ’όλα αυτά η δύναμη της εικόνας είναι πολύ ισχυρή, που καταφέρνει έστω και σε ένα βαθμό να περάσει το επιθυμητό μήνυμα. Αφήνει όμως χώρο για την ανθρώπινη έκφραση και το ανθρώπινο συναίσθημα; Ή μήπως, ούτως η άλλως, ο διαδικτυακός χώρος δεν είναι ένας χώρος έκφρασης συναισθημάτων; Και αν ισχύει αυτό τότε η μόνη γλώσσα που μπορεί να του ταιριάξει και να περιέχει μια συναισθηματική διάσταση είναι αυτή των emoji’s;
Άννα Μπιρμπιλοπούλου, Φοιτήτρια Κοινωνικής Ανθρωπολογίας