Η έννοια της «ιδιότητας του πολίτη» (citizenship) είναι συνυφασμένη με διαφορετικά και δυνάμει αντιφατικά περιεχόμενα, όπως η πολιτική αρετή, τα ατομικά συμφέροντα, τα δικαιώματα, οι περιορισμοί, το εθνικό συμφέρον, η αξία της πολιτικής συμμετοχής. Παρόλα αυτά, ο πολίτης έχει και υποχρεώσεις, εφόσον περιμένει με τη σειρά του την διασφάλιση της προστασίας θεμελιωδών δικαιωμάτων. Μάλιστα, ιδιαίτερα στο σύγχρονο κράτος της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, έμφαση δίνεται στην διττή διάσταση του πολίτη, δηλαδή στην ταυτόχρονη συμμετοχή του στην εθνική και υπερεθνική διάσταση, εγείροντας προβληματισμούς για τους τρόπους που χρησιμοποιείται η ενωσιακή ιθαγένεια.
H πρώτη ιστορική εμφάνιση της ιδιότητας του πολίτη παρουσιάζεται στην δημοκρατική αρχαία Αθήνα. Η ισότητα συνεπάγεται την ίση συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων και στην άσκηση καθηκόντων, διαθέτοντας σαν υπέρτατη αξία την αρετή, η οποία προσθέτει μια ποιοτική διάσταση στην ισότητα. Σαν αποτέλεσμα, όλοι συμμετείχαν στην διακυβέρνηση, αλλά στις καίριες θέσεις επιλέγονται οι «άξιοι», δίνοντας έμφαση στις υποχρεώσεις του «καλού» πολίτη.
Το ρωμαϊκό μοντέλο κληροδοτεί την χρήση της πολιτογράφησης ως εργαλείο παγίωσης της πολιτικής ενότητας και κυριαρχίας της αυτοκρατορίας, δίνοντας έμφαση στην νομικό προσδιορισμό της ιδιότητας του πολίτη. Και οι δυο αυτές μορφές του πολίτη (αθηναϊκή, ρωμαϊκή) ενείχαν το στοιχείο του αποκλεισμού για το ποιος πολιτογραφείται. Για αυτό και η τριμερής διάκριση των ατομικών, πολιτικών, κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών, που πολιτογραφούσε αποκλειστικά τον πολίτη με βάση την γέννηση, έρχεται την περίοδο της νεοτερικότητας. Κατεξοχήν εμπνευστής της αναδυόμενης ιδιότητας του πολίτη ήταν ο Ρουσσώ, αποδίδοντας μέσω της γενικής βούλησης συμμετοχική διάσταση στην έννοια του πολίτη, ο οποίος έχει ενεργό ρόλο στην κυρίαρχη εξουσία.
Αδιαμφισβήτητα, η τυπική έννοια του πολίτη συμβαδίζει με το νομικό καθεστώς που απονέμει στον πολίτη την ιδιότητα του μέλους, εντάσσοντας στην κοινότητα τα άτομα που πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις (ιθαγένεια) και σχετίζονται με ατομικά δικαιώματα. Η ουσιαστική διάσταση αντιστοιχεί με τα πολιτικά δικαιώματα της ενεργής συμμετοχής του πολίτη. Τέλος, η συναισθηματική διάσταση αναφέρεται στην κοινωνικοψυχολογική έννοια της αναγνώρισης του ατόμου από το κράτος, την αίσθηση του ανήκειν και την παρουσία κοινωνικών δικαιωμάτων ως προϊόν ηθικής συναίνεσης και αντιστάθμισης περιορισμών και ανισοτήτων (T.H. Marshall).
Όσον αφορά τα δικαιώματα του πολίτη στην ελληνική έννομη τάξη, αφενός έχει τη δυνατότητα να νομιμοποιεί τις κυβερνήσεις με βάση το θεμέλιο του πολιτεύματος, την λαϊκή κυριαρχία. Αφετέρου είναι φορέας κοινωνικών δικαιωμάτων που απορρέουν από την αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου ( άρθρο 25 Σ) , έχει το δικαίωμα έννομης προστασίας από τα δικαστήρια ( 20 Σ) καθώς και δικαίωμα αναφοράς στη δημόσια διοίκηση (10 Σ). Επιπλέον, η τελευταία αναθεώρηση Συντάγματος το 2019 εισάγει μορφές συμμετοχικής δημοκρατίας. Οι πολίτες έχουν το δικαίωμα πρότασης νόμου στη Βουλή με την υπογραφή πεντακοσίων χιλιάδων πολιτών εκτός από ζητήματα που αφορούν δημοσιονομικά, εξωτερική πολιτική και εθνική άμυνα, ενισχύοντας την παρέμβαση του πολίτη στα πολιτικά δρώμενα (λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία,73 Σ).
Παράλληλα, προκύπτουν υποχρεώσεις που απορρέουν από την ιδιότητα του να συμμετέχει στο πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Αρχικά, ύψιστης σημασία αποτελεί η φορολογική υποχρέωση του πολίτη, η υποχρεωτική συμμετοχή του στην εκλογική διαδικασία, όπως και η καταγγελτική του ιδιότητα για φαινόμενα δυσλειτουργίας και διαφθοράς. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 120 του Συντάγματος ο σεβασμός του προς αυτό και τους νόμους, η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση των Ελλήνων, που έχουν την υποχρέωση να αντιστέκονται με κάθε μέσο σε οποιονδήποτε προσπαθεί να το καταλύσει με τη βία.
Στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον που αναπτύσσεται η έννοια του πολίτη, προκύπτει η ευρωπαϊκή διάσταση του πολίτη, αναδεικνύοντας ένα νέο υποκείμενο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, απόρροια της ευρωπαϊκής του ιθαγένειας. Το άρθρο 20 ΣΛΕΕ, σε συνέχεια της Συνθήκης του Μάαστριχτ, θεσπίζει την ιθαγένεια της Ένωσης, διευκρινίζοντας ότι αυτή δεν αντικαθιστά, αλλά περιβάλλει την εθνική ιθαγένεια. Τα κύρια δικαιώματα που αποκομίζει ο ευρωπαίος πολίτης είναι η δυνατότητα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής σε όλα τα κράτη μέλη, η δυνατότητα εκλέγειν και εκλέγεσθαι, η δυνατότητα προξενικής και διπλωματικής προστασίας από άλλο κράτος μέλος, όταν ο πολίτης βρίσκεται στο έδαφος τρίτης χώρας και η δυνατότητα αναφοράς στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή. Εντούτοις, τα δικαιώματα αυτά δίνουν έμφαση στη διασφάλιση οικονομικών- εργασιακών ελευθεριών, παρουσιάζοντας ένα μινιμαλιστικό, τυπικό χαρακτήρα της ευρωπαϊκής ιδιότητας του πολίτη…
Η έννοια του πολίτη καθίσταται συνεπώς αποκλειστική, καθώς ορίζεται με βάση τη γέννηση, καθιστώντας την υπερεθνική υπηκοότητα εξαρτημένη από την εθνική, δημιουργώντας ανισότητες τόσο μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών και τα δικαιώματα πολιτικής συμμετοχής τους (αποκλεισμός από εκλογές) όσο και προς τους μετανάστες από τρίτες χώρες. Η Συνθήκη της Λισαβόνας ενίσχυσε τη διαφάνεια και την διαβουλευτική δημοκρατία στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως δεν ενδυνάμωσε την ευρωπαϊκή ιθαγένεια σε συνθήκες κοινωνικής δικαιοσύνης, αλληλεγγύης και συμμετοχής στα ευρωπαϊκά κέντρα λήψης αποφάσεων, εγκαθιδρύοντας ισορροπίες ανάμεσα σε οικονομικούς- κοινωνικούς- πολιτικούς στόχους και υποχρεώσεις.
Όσοι ψέγουν την Ε.Ε. για δημοκρατικό έλλειμμα, συμμερίζονται την άποψη ότι η κοινωνική διάσταση της ιδιότητας του πολίτη, δηλαδή η καθολική πρόσβαση στις κοινωνικές παροχές χωρίς περαιτέρω κατηγοριοποιήσεις που θα οδηγήσουν σε διακρίσεις, είναι έννοια αδιαίρετη, ενιαία και απόρροια της οικουμενικής διάστασης του ευρωπαίου πολίτη. Το ευρωπαικο κράτος δικαίου σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία δεν νοείται να εξασφαλίζει τυπικά και να οριοθετεί συγκεκριμένα δικαιώματα ανάλογα με την κατηγορία του πολίτη (π.χ. οικονομικά ενεργός, φοιτητής, συνταξιούχος, οικονομικά μη ενεργός) ή πιστοποιώντας τη σχέση με τη χώρα υποδοχής. Τα αίτια περιστολής των κοινωνικών δικαιωμάτων πηγάζουν κυρίως από τον περιορισμό των δαπανών σε ένα προνοιακό κράτος- μέλος και την εξασφάλιση των συνθηκών δημοσιονομικής πειθαρχίας λόγω του Συμφώνου Σταθερότητας.
Η Ε.Ε. προσπαθεί τα τελευταία χρόνια να απαντήσει στην ισχνή ευρωπαϊκή ταυτότητα, στην έλλειψη πληροφόρησης και συμμετοχής στα θεσμικά όργανα με στρατηγικούς στόχους και βασικούς άξονες για την μεγαλύτερη συμμετοχή του πολίτη στον τρόπο λειτουργίας και την εξασφάλιση πλήρους περιεχομένου στην έννοια του ευρωπαίου πολίτη. Η πολυεπίπεδη έννοια του πολίτη εξασφαλίζεται με τον διαπολιτισμικό διάλογο και αλληλογνωριμία των λαών, με σκοπό την καλλιέργεια ευρωπαϊκής ταυτότητας. Παράλληλα, το μοντέλο του ενεργού πολίτη εξασφαλίζεται από προγράμματα και δράσεις που στοχεύουν στην ενεργοποίηση της νέας γενιάς με σκοπό τη συμμετοχή, την πληροφόρηση, τον εθελοντισμό και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής (βλ.Erasmus +). Τέλος, δίνονται και έμπρακτες ευκαιρίες συμμετοχής στην πολιτική ζωή με την θέσπιση της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών (ΕΠΠ) και την υποβολή πρότασης νόμου από ένα εκατομμύριο πολίτες.
Στο πλαίσιο της συζήτησης για την “ιδιότητα του πολίτη”, δεσπόζουσα θέση κατέχει το δημοκρατικό μοντέλο, που πρέπει να αναδιαρθρωθεί. Αυτή η αναδιάρθρωση σηματοδοτεί πρώτα από όλα την επαναφορά των πολιτών στη δικαιωματική τους θέση που δεν είναι άλλη από την ενεργότερη συμμετοχή τους στην λήψη αποφάσεων και όχι απλά ο τυπικός έλεγχος σε ένα σύστημα αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η πλουραλιστική, συμμετοχική δημοκρατία εξελίσσεται μέσα από τον ενεργό πολίτη, που δε θα περιορίζεται στο πολιτικό του δικαίωμα να ασκεί το εκλογικό του καθήκον, αλλά θα συμμετέχει στην πολιτική διαδικασία λαμβάνοντας ηγετικό ρόλο στις αποφάσεις σε μια οικουμενική κοινότητα που περικλείει όλα τα κοινωνικά δικαιώματα.
Ορέστης Μπέλεσης – Σύμβουλος Επιχειρήσεων