Σύμφωνα με τον Jarvis, η μάθηση είναι στοιχείο της ανθρώπινης ύπαρξης και βελτιώνει το άτομο και τις κοινωνικές σχέσεις. Η συμμετοχή των ενηλίκων στη μαθησιακή εργασία ξεκινάει όταν το άτομο δυσκολεύεται να νοηματοδοτήσει την πραγματικότητα με το δικό του βιογραφικό νοηματοδοτικό απόθεμα. Βέβαια, αυτή η δυσαρμονία οφείλεται σε αποσύνδεση που αφορά το άτομο ή την κοινωνία. Έτσι το άτομο επιθυμεί τη συμμετοχή του σε μαθησιακή διεργασία. Η αποσύνδεση αυτή δεν είναι πάντα εύκολη και γρήγορη. Ορισμένες φορές είναι δύσκολη υπόθεση και οδηγεί, όχι μόνο σε μικρές αλλαγές, αλλά σε δημιουργία νέων πλαισίων αναφοράς. Όταν λοιπόν ο εκπαιδευόμενος υιοθετεί νέα πλαίσια αναφοράς πραγματοποιείται ο μετασχηματισμός του ατόμου. Σε αυτήν την περίπτωση ο Jarvis κάνει λόγο για χειραφετικής φύσης μάθηση που ενθαρρύνει και στηρίζει τον εκπαιδευόμενο. Ο Jarvis διαχωρίζει τις διεργασίες μάθησης σε μη- στοχαστικές διεργασίες, οι οποίες ενδυναμώνουν το πολιτικοκοινωνικό σύστημα, και σε στοχαστικές διεργασίες μάθησης όπου υπάρχει το στοιχείο της αμφισβήτησης και οδηγεί σε κριτικό στοχασμό της πραγματικότητας. Σε αυτή τη μορφή, περιλαμβάνεται η μάθηση μέσα από τη δράση. Ο ίδιος επισημαίνει ότι μόνο αυτό το είδος μάθησης οδηγεί σε αλλαγή της κοινωνίας, καθώς αναφέρει ότι αυτό το είδος είναι το επίκεντρο του πραγματισμού. Συνεπώς η στοχαστική μάθηση εξετάζει το κοινωνικό status quo και μπορεί να οδηγήσει στον ατομικό και συλλογικό μετασχηματισμό. Βέβαια υποστηρίζεται από τον Jarvis ότι η εκπαίδευση πρέπει να αφορά το σύνολο και όχι το άτομο, καθώς η ατομική αλλαγή από μόνη της δεν μπορεί να έχει επίδραση στην κοινωνία. Ενδέχεται να υπάρξει κοινωνική αλλαγή, όταν αναφερόμαστε σε προγράμματα μη τυπικής εκπαίδευσης όπου σκοπός τους είναι η υπεράσπιση συμφερόντων μεταξύ ισότιμων μελών. Ο Jarvis ξεκινάει από έναν προσανατολισμό, τον οποίο ονομάζει υπαρξιακό. Αφετηρία του δηλαδή είναι το όν, το οποίο γρήγορα εγκαταλείπει και περνάει στο άτομο μέσα στον κόσμο, για να συνεχίσει στο άτομο μαζί με τους άλλους. O ίδιος αναφέρει ότι σε μια κοινωνία που μαθαίνει η πιο ουτοπική επιδίωξη είναι η προσωπική ολοκλήρωση του ατόμου. Σύμφωνα με το παραπάνω, ο Jarvis θεωρεί ότι η προσωπική ολοκλήρωση δεν επιτυγχάνεται ολοκληρωτικά, ειδικά βέβαια όταν η κοινωνία δεν αναπτύσσεται, τότε το έργο της προσωπικής ολοκλήρωσης καθίσταται ιδιαίτερα δύσκολο.

Η εκπαίδευση ενηλίκων έχει ως στόχο ζητήματα που συνδέονται με την κοινωνική δράση και τη δημοκρατία. Ο Jarvis δεν πίστεψε σε καμία ηγεμονική ιδεολογία που πρεσβεύει το ατομικό καλό εις βάρος του συνόλου και ανέφερε ξεκάθαρα ότι υποστηρίζει την Μαρξιστική θεωρία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ο Jarvis δεν ενδιαφερόταν για τον εκπαιδευόμενο όσο για την κοινωνική αλλαγή. Αντιθέτως, έδινε ιδιαίτερη βαρύτητα στο συναίσθημα των εκπαιδευόμενων και επιδίωκε το δικό τους συμφέρον. Ο ίδιος πιστεύει ότι η εκπαίδευση είναι μια κοινωνική διεργασία που έχει ως στόχο να διευρύνει τις μαθησιακές ευκαιρίες. O σκοπός της εκπαίδευσης ενηλίκων, σύμφωνα με τον Jarvis, είναι η προέκταση σε έναν τομέα κοινοτικής εκπαίδευσης και ανθρώπινης βελτίωσης, όπου η μάθηση θα έχει μετασχηματιστικό χαρακτήρα. Οπότε, είναι φανερό ότι η κριτική νοηματοδότηση είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη ενός ατόμου. Η εκπαίδευση, αν και δεν κρίνεται ουδέτερα, χρειάζεται να παρέχει κίνητρα για επανεξέταση των ιδεολογιών του συστήματος. Ο Jarvis τονίζει ότι η εκπαίδευση ενηλίκων μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία δημοκρατίας, αρκεί να είναι απομακρυσμένη από επιρροές του κράτους και της αγοράς.
Οι εκπαιδευόμενοι θεωρούν “κομμάτι” τους τις ιδεολογίες του συστήματος και δυσκολεύονται να εναντιωθούν σε κάτι που μέχρι πρόσφατα, όπως πίστευαν, λειτουργούσε προς όφελός τους. O Jarvis αναφέρει ότι ο εκπαιδευτής σε αυτό το σημείο πρέπει να παρακινήσει τον εκπαιδευόμενο για κριτικό στοχασμό. Ο εκπαιδευόμενος, επομένως, χρησιμοποιεί τις εμπειρίες του και συμμετέχει ενεργητικά στη διεργασία της μάθησης (προσδιορισμός στόχων, διαμόρφωση αναλυτικού προγράμματος, αξιολόγηση). Στόχος του εκπαιδευτή είναι η χειραφέτηση των εκπαιδευομένων και η κριτική επεξεργασία εμπειριών, ενώ ο ρόλος του είναι η υποστήρικη στους εκπαιδευόμενους, η χρήση εμπειρίας και δράσης, η ανάπτυξη του κριτικού στοχασμού και η χρησιμοποίηση ενεργητικών μεθόδων διδασκαλίας.

Βασιλική Γκάτη, Πολιτικός Επιστήμονας – Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια στην Εκπαίδευση Ενηλίκων