Η ιστορία της Ελλάδας χαρακτηρίζεται από πολυάριθμες διαιρετικές τομές που συνέβαλαν στην εξέλιξη των θεσμών και στην αλλαγή της πολιτικής και κοινωνικής ζωής. Διαχρονικά, στις περισσότερες προκλήσεις και δυσκολίες που αντιμετώπισε η χώρα, κατόρθωνε να βγαίνει αλώβητη, βελτιώνοντας τους θεσμούς. Συνεπώς η συνολική αποτίμηση κρίνεται σε μεγάλο βαθμό θετική, χωρίς να σημαίνει πως δεν υπήρχαν τρωτά σημεία. Αν λάβει όμως κανείς υπόψη του τις κακές όψεις του παρελθόντος, τη δημοσιονομική κρίση και τις σύγχρονες υπερεθνικές προκλήσεις, θα διαπιστώσει πως η δημοκρατία, όχι μόνο σταθεροποιήθηκε και άντεξε, αλλά εξελίχθηκε σε μια πλουραλιστική δημοκρατία, αναδεικνύοντας τη συνταγματική συνείδηση σε στυλοβάτη ενός ακμαίου δημοκρατικού συνταγματικού πατριωτισμού.
Το 1974 δεν σηματοδοτεί μόνο το τέλος της δικτατορίας των Συνταγματαρχών, αλλά μιας πολύ μεγαλύτερης περιόδου βαθύτατων κρίσεων που δεν άφησαν την χώρα να αναπτυχθεί από το 1914. Αυτή η «περίοδος της εξηκονταετίας» δημιούργησε κρίση θεσμών, αν αναλογιστεί κανείς την ιστορική σύγκρουση στέμματος μεταξύ Βασιλιά και Ε.Βενιζέλου (εθνικός διχασμός) και τον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε και δίχασε τον λαό. Το διάστημα 1950-1967 χαρακτηρίζεται μάλιστα και ως «καχεκτική δημοκρατία» από σημαντικούς ιστορικούς, δείγμα της κατάρρευσης της δημοκρατίας στην κορύφωση του Εμφύλιου. Για αυτό και στην πραγματικότητα, η περίοδος 1967-1974 αποτελεί μια «ετεροχρονισμένη δικτατορία».
Η επαναφορά στην μεταπολιτευτική δημοκρατία ήταν αποτέλεσμα της συνταγματικής νομιμοφροσύνης του ελληνικού λαού. Η αλήθεια που αποδέχονται πολλοί ιστορικοί είναι πως μέχρι το 1914 η Ελλάδα είχε σημειώσει σημαντική πρόοδο θεσμικά και συνταγματικά με χαρακτηριστικότερα τα μετεπαναστατικά Συντάγματα ( Επιδαύρου, Άργους, Τροιζήνας) που αναδείκνυαν σημαντικά ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, αποτελώντας το πιο φιλελεύθερο Σύνταγμα στην Ευρώπη εκείνη την περίοδο στην Ευρώπη.
Με αφετηρία τα μετεπαναστατικά Συντάγματα εγκαθιδρύθηκε μετά την μεταπολίτευση μια νεοπαγής δημοκρατία, ύστερα από δημοψήφισμα, με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να διαθέτει «υπερεξουσίες», που δεν εφαρμόστηκαν ποτέ στην πράξη. Τα διευρυμένα καθήκοντα του ΠτΔ είχαν στόχο μια ομαλή μετάβαση στη δημοκρατία με την εξασφάλιση ισορροπίας ανάμεσα στον Πρωθυπουργό -ΠτΔ- Κυβέρνηση- Αντιπολίτευση και κράτους-κοινωνίας. Η πολιτική ωρίμανση του πολιτικού συστήματος ήρθε το 1986, με την αναθεώρηση του Συντάγματος που αφαίρεσε τις «υπερεξουσίες» του ΠτΔ , μετατρέποντας το σύστημα σε «πρωθυπουργικοκεντρικό» και δίνοντας στον ΠτΔ συμβολικό ρόλο ως εγγυητή του πολιτεύματος της Προεδρευόμενης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας.
Η Δεκαετία του ’80 αποτελεί κομβική δεκαετία για την πολιτιστική εξέλιξη των θεσμών, προσθέτοντας νέα δικαιώματα όπως ο πολιτικός γάμος στα ήδη υπάρχοντα ή καταργώντας παραδόσεις όπως η προίκα, αλλά και δημιουργώντας νέους θεσμούς μαζικής δημοκρατίας με την άνθηση συνδικαλιστικών οργανώσεων. Στα μέσα της δεκαετίας, η αναγνώριση της ατομικής προσφυγής σε ευρωπαϊκά δικαστήρια μετά την ένταξη στην ΕΟΚ, η υπεροχή του ενωσιακού δικαίου, το ευρωπαϊκό εγχείρημα, έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στον εκδημοκρατισμό της κοινωνίας. Την ίδια δεκαετία έγιναν πολλά έργα, δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις που αυξήσαν όχι μόνο το ΑΕΠ αλλά και την δημοτικότητα της χώρας. Παρόλα αυτά, δημιουργήθηκαν παράλληλα με τις αυξήσεις μισθών και των συντάξεων δημοσιονομικά ελλείμματα, απαρχή του δυσβάσταχτου δημόσιου χρέους που υπάρχει σήμερα.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 υπήρξε η αμφισβήτηση του κρατικού παρεμβατισμού με εμφανείς τις επιρροές νεοφιλελευθερισμού από τα κράτη της Ευρώπης και της Η.Π.Α. ( «Νέα Δεξιά» με Θάτσερ κ Ρήγκαν) μέχρι να μπει η Ελλάδα σε μια πορεία του εκσυγχρονισμού, με την εισχώρηση στη νομισματική ένωση, προσπαθώντας να συμβαδίζει οικονομικά με τα υπόλοιπα κράτη της ΟΝΕ. Μετατρέποντας τα ελλείμματα σε πρωτογενή πλεονάσματα, κατορθώνοντας το σημαντικό επίτευγμα των Ολυμπιακών Αγώνων (2004). Η ενίσχυση των θεσμικών αντιβάρων ενισχύεται με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001, μια συναινετική αναθεώρηση, όπου έγιναν 75 νέες προσθήκες. Καθιερώθηκαν οι Ανεξάρτητες Αρχές ( Ε.Σ.Ρ., Α.Σ.Ε.Π., ΣτΠ ,Α.Δ.Α.Ε., Α.Π.Δ.Π.Χ) συνταγματικά με σκοπό την ενίσχυση της διαφάνειας και την προστασία της αγοράς.
Η περίοδος 2004-2009 αποτέλεσε μια περίοδο εγκατάλειψης των φιλοδοξιών και αντιφάσεων. Από τη μια το χρέος έφτανε σε ανεξέλεγκτα επίπεδα, από την άλλη δινόταν η εντύπωση ότι η Ελλάδα ήταν μια χώρα με υλική ευμάρεια, οι άνθρωποι χαρακτηρίζονταν από καταναλωτική φρενίτιδα, ατομικισμό και αλαζονεία. Σαν αποτέλεσμα, η «μοιραία πενταετία» δεν είχε ιδιαίτερη συνεισφορά στην θεσμική αναβάθμιση (δείγμα της ισχνής αναθεώρησης του Συντάγματος το 2008).
Αντίθετα, η περίοδος 2009 μέχρι σήμερα είναι μια περίοδος πολυάριθμων θεσμικών βελτιώσεων. Τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής συνέβαλαν σε μια εξυγίανση του δημοσίου τομέα, ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας του μέσω της ψηφιοποίησης πολλών διαδικασιών. Επίσης με τον Ν.4622/2019 για το επιτελικό κράτος, βελτιώθηκε η δικαιοσύνη μέσω της στόχευση για την καταπολέμηση της πολυνομίας, κακονομίας και της ασφάλειας δικαίου. Ταυτόχρονα, η Εθνική Αρχή Διαφάνειας είναι ένα ακόμα θεσμικό αντίβαρο για την εξυγίανση των θεσμών και την ενίσχυση της αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, όπως και η κατάργηση της αποσβεστικής προθεσμίας (2019 αναθεώρηση Σ) όσον αφορά την ποινική ευθύνη των Υπουργών. Τέλος, προς τη θετική κατεύθυνση κρίνεται και η πρωτοβουλία για την ψήφο των αποδήμων έστω και με αυτά τα κριτήρια, δεδομένου ότι το δικαίωμα του εκλέγειν είναι το απαύγασμα της δημοκρατικής αρχής.
Συνολικά, η δημοκρατία μεταπολιτευτικά δεν αντιμετώπισε πολιτειακή κρίση, εφόσον λειτούργησε η πλειοψηφική αρχή και πραγματώνεται η αρχή της δεδηλωμένης μετά το 1975. Το εκλογικό σύστημα παραμένει η ενισχυμένη αναλογική, με λίγες παραλλαγές. Τον δικομματισμό διαδέχτηκαν χρόνια κυβερνητικής συνεργασίας, η διάκριση των εξουσιών πέτυχε. Με τα μνημόνια ενισχύθηκε η κοινωνία των πολιτών και τα μεταυλιστικά κινήματα, που προετοίμασαν τον υπεύθυνο και συνειδητό πολίτη.
Παρ ’όλα αυτά, σε όλη αυτή την πορεία δε θα μπορούσαν να μην υπάρχουν αρκετά μελανά σημεία. Η διαφθορά, το πελατειακό κράτος, οι συντεχνίες, οι ομάδες συμφερόντων, οδήγησαν στην αναξιοκρατία, σε κατάρρευση των θεσμών με πιο χαρακτηριστικό το σκάνδαλο Κοσκωτά (1989). Ο δικομματισμός που κυριάρχησε με τις εναλλαγές συγκεκριμένων κομμάτων στην εξουσία περιόρισε τον δημοκρατικό πλουραλισμό, χαρακτηρίζοντας τη μεταπολιτευτική δημοκρατία σαν κομματική. Επίσης δεν έλλειψαν φαινόμενα βίας, συγκρουσιακών διαφορών καθώς και εθνικιστικά μορφώματα στο Κοινοβούλιο, με αφορμή την αποτυχία του πολιτικού καθεστώτος να διαχειριστεί τη μεταναστευτική πολιτική.
Τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής δε μπορεί να αμφισβητήσει κανείς πως δίχασαν τον ελληνικό λαό σε ψευτοδιλήμματα «μνημονιακού» και «αντιμνημονιακού», δημιουργώντας τριγμούς στο πολιτικό σύστημα. Αδιαμφισβήτητα, σημαντική ήταν ακόμα η αποτυχία της χώρας να ανταπεξέλθει σε περιβαλλοντικούς στόχους. Τέλος, σύμφωνα με τη μελέτη του ΟΟΣΑ για τις επιδόσεις των μαθητών σε σχέση με μαθητές άλλων ευρωπαϊκών χωρών, οι επιδόσεις ήταν πενιχρές και υπάρχει ανάγκη για αναδιάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήματος. Παράλληλα προκύπτουν ολοένα και περισσότερες προκλήσεις…
Τον τελευταίο χρόνο, η πανδημική κρίση έχει αντιμετωπιστεί σε γενικές γραμμές επιτυχώς από τη χώρα, με μέτρα που δοκίμασαν την βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, την κοινωνική συνοχή και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Τέθηκαν ζητήματα που αφορούν την αντισυνταγματικότητα του δικαιώματος της συνάθροισης σε βάρος της προστασίας του θεμελιώδους δικαιώματος για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και της δημόσιας υγείας, όπου το Σύνταγμα δοκιμάζεται αναζητώντας ισορροπία ανάμεσα στον συνταγματικό λαϊκισμό και στον συνταγματικό «μιθριδατισμό», ανάμεσα στον καπιταλισμό και τη δημοκρατία και ανάμεσα στο άτομο και στην κοινωνία.
Όμως, δε θα πρέπει να λησμονηθεί ότι η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση έχει έναν υπερεθνικό χαρακτήρα και η πανδημική κρίση απειλεί και τις ισορροπίες στην Ε.Ε. Οι οικονομικές ανισορροπίες μεταξύ Βορρά και Νότου, ο «υβριδικός» χαρακτήρας των χρεών, η αδυναμία χάραξης ενιαίας δημοσιονομικής πολιτικής, η εκμετάλλευση των πόρων από τα ταμεία ανάκαμψης, έχουν ανοίξει τη συζήτηση για τον δημοσιονομικό φεντεραλισμό (ομοσπονδιοποίηση) προκειμένου να ανταγωνιστεί η Ευρώπη πιο ανταγωνιστικές οικονομίες με μεγαλύτερη εξωστρέφεια διατηρώντας τα δικαιώματα των ευρωπαίων πολιτών με βάση τις ιδρυτικές συνθήκες, την ΕΣΔΑ και τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ε.Ε.
Συνοψίζοντας, είναι κρίσιμο να ξεκαθαριστεί πως τα θεσμικά κεκτημένα στην κοινωνία κρίνονται με βάση την αναγωγή στο παρελθόν και την ιστορική τους εξέλιξη και πρέπει να διαχωρίζεται με το θεσμικά ζητούμενο που είναι ανικανοποίητο. Τα στερεότυπα που κυριαρχούν στον δημόσιο λόγο για τη φθορά του κύρους των θεσμών δεν ανταποκρίνονται πλήρως στην πραγματικότητα αν λάβει κανείς τη συγκριτική αξιολόγηση και την προβληματική εικόνα στο κράτος δικαίου άλλων ευρωπαϊκών χωρών (βλ. Πολωνία Ουγγαρία). Η πίστη των Ελλήνων είναι αδιαμφισβήτητη, ένα Σύνταγμα «ζωντανό», που προσαρμόζεται στις εκάστοτε εξελίξεις, διαφυλάττοντας την πρόοδο της κοινωνίας και τα θεμελιώδη δικαιώματα των ανθρώπων.
Ορέστης Μπελέσης, Σύμβουλος Επιχειρήσεων