Όταν ο Francis Fukuyama έγραφε για το «τέλος της ιστορίας και των ιδεολογιών», μετά την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου και του υπαρκτού σοσιαλισμού, σηματοδοτούσε την αρχή μιας νέας περιόδου φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών στο παγκόσμιο στερέωμα με κύριους εκφραστές την M.Thatcher και τον Reagan, ως απάντηση στις πετρελαϊκές κρίσεις, στα μη αποτελεσματικά «υδροκέφαλα» κράτη, φαίνεται πως έδωσαν μόνο παροδικές απαντήσεις, εφόσον η φτώχεια και η οικονομική ανισότητα διευρύνθηκε στον βωμό του «φονταμενταλισμού των αγορών». Αν λάβει κάποιος υπόψη του μάλιστα και τη θεωρία της άριστης νομισματικής περιοχής στην Ε.Ε., θα διαπιστώσει πως η λεγόμενη ευρωπαϊκή σύγκλιση δεν επιτεύχθηκε, αφήνοντας χαώδη διαφορά ανάμεσα στο παραγωγικό μοντέλο Βορρά-Νότου.
Η πανδημία ως σημαντική διαιρετική τομή της ιστορίας αναθεώρησε το υπάρχον μοντέλο, έκανε τους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχουν παγκόσμια δημόσια αγαθά (βλ. εμβολιασμός) και να αντιληφθούν πως οι ανάγκη για ένα ισχυρό σύστημα δημόσιας υγείας με καθολικές κοινωνικές παροχές είναι αδήριτη. Έτσι συνάγεται πως η σοσιαλδημοκρατία, μια ιδεολογία που συνδέει τις ιδέες του πολιτικού φιλελευθερισμού με τις κοινές θεωρίες του σοσιαλισμού στο πλαίσιο μιας μικτής καπιταλιστικής οικονομίας, μπορεί και πρέπει να δώσει απαντήσεις. Η θεωρία που σχετίζεται με τον ανολοκλήρωτο κύκλο της σοσιαλδημοκρατίας ενισχύεται όπως αποδεικνύεται από τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών (επικράτηση SPD), των εκλογών στην Νορβηγία, των πρόσφατων δημοτικών εκλογών στην Ιταλία αλλά και την επικράτηση στην Ισπανία, που οδηγούν σε αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών στην Ευρώπη.
Η ανασύνθεση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας προϋποθέτει κοινό όραμα, στόχους, και συντονισμό ιδεολογικών προοδευτικών δυνάμεων. Ο συντονισμός μπορεί να επιτευχθεί με ιδεολογικά ρεύματα ευρωπαϊκού κομμουνισμού (βλ.Anthony Gramsci), της πολιτικής οικολογίας (ως απάντηση στην κλιματική κρίση), ακόμα και του προοδευτικού κεντρώου χώρου. Οι στόχοι δε, οφείλουν να είναι ξεκάθαροι. Πίστη στις κοινές ευρωπαικές αξίες, κοινή αμυντική πολιτική, δημοσιονομικός φεντεραλισμός (ομοσπονδιοποίηση), αντιμετώπιση του δημοκρατικού ελείμματος μέσα από διαφανείς διαδικασίες που θα δώσουν την ευκαιρία στον ευρωπαίο πολίτη να συμμετέχει ενεργά στην πολιτική (βλ. Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης).

Η άνοδος της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη προοικονομεί και την επικείμενη άνοδο της στην Ελλάδα (ακόμα και ετεροχρονισμένα) για μια σειρά από λόγους. Αρχικά η επικείμενη αλλαγή της ηγεσίας στο ΚΙΝ.ΑΛ. (με επικρατέστερο σενάριο τον νέο και φιλόδοξο Ν.Ανδρουλάκη) αναμένεται να αναδιαρθρώσει και να αλλάξει τα πολιτικά δεδομένα. Η απουσία αξιόπιστου πολιτικού λόγου, ο λαϊκισμός και η έλλειψη διαλλακτικότητας από την αντιπολίτευση, σε συνδυασμό με την φθορά της Κυβέρνησης καθώς και το επερχόμενο σύστημα εκλογών με απλή αναλογική, μπορούν να οδηγήσουν μερίδα του λαού (είτε ανένταχτων, είτε με μετακίνηση) στο ΚΙΝ.ΑΛ..
Για να συμβεί αυτό, πρέπει να απαντήσει στα ζητήματα ταυτότητας του κόμματος με σαφή ενίσχυση των δημοκρατικών, εσωκοινοβουλευτικών και μη, διαδικασιών. Τα πιο σημαντικά ζητήματα σχετίζονται με την ισορροπία ανάμεσα σε νέα, άφθαρτα, πολιτικά πρόσωπα σε συνδυασμό με καταξιωμένους τεχνοκράτες που θα συμβάλλουν στην αποτελεσματικότητα των πολιτικών. Ταυτόχρονα, οι πολίτες πρέπει να αφουγκράζονται και να συμμετέχουν στις πολιτικές προτάσεις, έργο που διευκολύνεται με τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, τα δημοψηφίσματα, τη διαβούλευση, ώστε να αποφεύγεται ο συγκεντρωτισμός. Τέλος, απαραίτητη κρίνεται η ελεύθερη εντολή των βουλευτών να επικρατεί σε βάρος της επιτακτικής, ώστε να υπερέχει η ελευθερία έκφρασης και ψήφου. Με αυτούς τους τρόπους θα τηρείται η διαφάνεια, η αξιοκρατία, η νομιμότητα, οι αρχές του ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Οι ιστορικές συγκυρίες που εξελίσσουν και διαμορφώνουν δυναμικά τις ιδεολογίες, μαρτυρούν ότι ο σοσιαλδημοκρατία μπορεί να δώσει μια πειστική λύση, έναν “τρίτο δρόμο”. Κυρίως επειδή συνδέεται με την δημοκρατία, την αλληλεγγύη,την βιώσιμη ανάπτυξη, την κοινωνική οικονομία, με υπέρτατο στόχο να συνοδευτούν με ένα οργανωμένο σύστημα που θα δείχνει την ανθεκτικότητα στις κρίσεις, τον περιορισμό των ανισοτήτων, την οικονομική αποτελεσματικότητα, τον περιορισμό του κεφαλαίου και την ενίσχυση της ποιότητας εργασίας του ανθρώπινου δυναμικού.
Ορέστης Μπέλεσης, Σύμβουλος Επιχειρήσεων