Οι Ροχίνγκια αποτελούν μια μουσουλμανική κυρίως εθνική μειονότητα που κατοικεί στην περιοχή Ρακίν της Μιανμάρ ή αλλιώς Βιρμανία και δέχονται συνεχείς διώξεις από το στρατό της Μιανμάρ. Τα Ηνωμένα Έθνη και άλλοι φορείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων μιλούν περί γενοκτονίας και εθνοκάθαρσης εις βάρος των Ροχίνγκια.
Παρόλο που έχουν ζήσει για γενιές στη Μιανμάρ, η κυβέρνηση αρνείται να τους αναγνωρίσει ως πολίτες, καθιστώντας τους απάτριδες, επιμένοντας πως πρόκειται για παράνομους μετανάστες από το Μπαγκλαντές, αποκαλώντας τους εισβολείς ή «μαύρο τσουνάμι». Παράλληλα, έχει καταστρέψει κάθε χώρο έκφρασης της θρησκευτικής τους λατρείας, δεν τους επιτρέπει την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες και στην εκπαίδευση και τους έχει επιβάλλει αυστηρούς περιορισμούς σε σχέση με τις γεννήσεις και τους γάμους.
Από το 2012 και έπειτα, χιλιάδες Ροχίνγκια έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους στη Ρακίν και έχουν καταφύγει στο γειτονικό Μπαγκλαντές ενώ όσοι έχουν παραμείνει στα σπίτια τους, δεν τους επιτρέπεται η μετακίνηση εκτός της Ρακίν. Η κυβέρνηση έχει κατηγορηθεί, γενικά, ότι εφαρμόζει πολιτικές τύπου άπαρτχαϊντ.
Mε τις εκλογές του 2015 και την εκλεχθείσα πρωθυπουργό Aung San Suu Κyi, κάτοχο βραβείου Νόμπελ Ειρήνης και σύμβολο κατά της τυρρανίας, η παγκόσμια κοινότητα ήλπιζε ότι οι διώξεις κατά των Ροχίνγκια θα πάψουν. Ωστόσο, παρά τη δημόσια κατακραυγή η πρωθυπουργός επέμενε ότι πρόκειται για μουσουλμανική προπαγάνδα και ψευδείς κατηγορίες. Στην πραγματικότητα, μέσω σελίδων κοινωνικής δικτύωσης οργάνωναν ολόκληρη καμπάνια κατά των Ροχίνγκια παρουσιάζοντας τους ως απειλή για την εθνική ταυτότητα και την επίσημη θρησκεία της χώρας, το Βουδισμό.
Το 2017, συνέβη η μεγαλύτερη επίθεση κατά των Ροχίνγκια από το στρατό της Μιανμάρ ώστε να σβήσουν την ταυτότητά τους και να τους εξαφανίσουν από τη χώρα, με αφορμή την επίθεση μιας μικρής στρατιωτικής ομάδας Ροχίνγκια. Μέσα σε τρεις μήνες, 350 χωριά καταστράφηκαν ολοσχερώς ενώ τουλάχιστον 10.000 Ροχίνγκια δολοφονήθηκαν και 700.000 αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν στο Μπαγκλαντές. Ερευνητές εκτιμούν ότι εκείνη την περίοδο διαπράχθηκε πληθώρα εγκλημάτων πολέμου.
Σήμερα, οι περισσότεροι βρίσκονται στον καταυλισμό Kutupalong, το μεγαλύτερο αυτή τη στιγμή προσφυγικό καταυλισμό στον κόσμο. Οι συνθήκες διαβίωσης είναι άθλιες και συχνά ο καταυλισμός πλημμυρίζει εξαιτίας των μουσόνων. Το Μάρτιο του 2021 ξέσπασε φωτιά με 15 νεκρούς και 400 αγνοούμενους. Για την αντιμετώπιση του υπερπληθυσμού στους προσφυγικούς καταυλισμούς, η κυβέρνηση του Μπαγκλαντές, και παρά τις αντιδράσεις οργανισμών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αποφάσισε τη μετεγκατάσταση αρκετών Ροχίνγκια στο νησί Bhasan Char, ξεκινώντας το Δεκέμβριο του 2020. Ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν χαρακτηρίσει το νησί ως «μία φυλακή στη μέση της θάλασσας», καθώς η πρόσβαση είναι δύσκολη, ειδικότερα σε περιόδους ακραίων καιρικών συνθηκών, και οι υποδομές ανεπαρκείς. Παρά τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης του Μπαγκλαντές ότι η μετεγκατάσταση γίνεται σε εθελοντική βάση, μαρτυρίες Ροχίνγκια που έχουν μετεγκατασταθεί δείχνουν ότι εξαναγκάζονται. Αρκετοί που προσπάθησαν να δραπετεύσουν, επεστράφηκαν στο νησί ενώ άλλοι συνελήφθησαν και έκτοτε οι συγγενείς τους έχουν χάσει κάθε σημάδι ζωής τους.
Τέλος, αν και το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, στην υπόθεση Γενοκτονίας των Ροχίνγκια (Γκάμπια κατά Μιανμάρ) διέταξε μέσω προσωρινών μέτρων τη Μιανμάρ να σταματήσει τις πρακτικές γενοκτονίας κατά της μειονότητας των Ροχίνγκια, με το στρατιωτικό πραξικόπημα το Φεβρουάριο του 2021 και την ανακατάληψη της Μιανμάρ από το στρατό η έκρυθμη κατάσταση στη χώρα υποδεικνύει ότι δε θα επέλθει σύντομα λύση για τους Ροχίνγκια.
Αλεξία-Μαρία Γιακκούπη, Νομικός
Πηγή Εικόνας: https://theconversation.com/will-anyone-protect-the-rohingya-85809