Διαχρονικά, ο δημόσιος λόγος είναι αντιπροσωπευτικός της κουλτούρας, των κοινωνικοπολιτικών κι οικονομικών μεταβολών σε μια κοινωνία και των τρόπων που οι άνθρωποι κατασκευάζουν νοήματα, ταυτότητες και πρακτικές προσαρμογής στις όποιες παλλόμενες κοινωνικές συνθήκες. Σε περιόδους παραγωγής υψηλού επιπέδου πολιτισμού συναντάμε μια πλουραλιστική ανάπτυξη της συμβολικής επικοινωνίας, δηλαδή της γλώσσας – και συνεπώς του δημόσιου λόγου – η οποία πέρα από συλλογικές απόψεις κι ιδεολογίες προβάλλει τις επικοινωνιακές διεργασίες μεταξύ των ατόμων. Οι συμβολικές διαντιδράσεις και τα αποτελέσματα αυτών στον πνευματικό κόσμο αποτελούν την παρακαταθήκη προηγούμενων γενεών στις επόμενες και βοηθούν στην καταγραφή της εξέλιξης της ανθρωπότητας.
Ένα σημείο των καιρών μας που επηρεάζει κι ίσως μάλιστα συμβάλλει καθοριστικά στη μελλοντική εξέλιξη του δημόσιου λόγου, είναι η απόρριψη της φυλετικής δυαδικότητας. Οι κοινωνικές επιστήμες (κοινωνιολογία, ανθρωπολογία κτλ) έχουν αναδείξει τη σαφή διαφοροποίηση μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού φύλου δίνοντας τους παρακάτω ορισμούς. Το βιολογικό φύλο αφορά στην ανατομία του ατόμου κατά την γέννηση. Το κοινωνικό φύλο ξεφεύγει από αυτά τα όρια κι ορίζεται από τις πολιτισμικές και κοινωνικές κατασκευές γύρω από τη συγκεκριμένη έννοια. Μέχρι πρότινος, η φυλετική δυαδικότητα ήταν το αδιαμφισβήτητο status quo στο οποίο είχε προσαρμοστεί η χρήση του προφορικού λόγου, οι κοινωνικοί ρόλοι και ο τρόπος σκέψης των ατόμων.
Ωστόσο, η νέα γενιά ανθρώπων που ξεκινάει την πορεία της για την ανακάλυψη του εαυτού δεν νιώθει να χωρά στα στενά όρια του πλέον οριακά στεροτυπικού σχήματος άνδρας/γυναίκα. Έχοντας ως βάση την ανάγκη για αντιπροσώπευση ατόμων που δε βλέπουν τον εαυτό τους μέσα από τα κιάλια του παλιού και στενά οριζόμενου ρόλου των φύλων αναδείχθηκε ο όρος non-binary. Στον συγκεκριμένο όρο εντάσσονται άτομα που διαφοροποιούν τον εαυτό τους από δυαδικούς διαχωρισμούς. Το πρώτο ερώτημα που προκύπτει από αυτή τη νέα συνθήκη έγκειται στην γλωσσική πρόκληση που προέρχεται από τα παραπάνω. Πως θα μπορέσουμε να συμπεριλάβουμε στο δημόσιο λόγο και την καθημερινή γλώσσα την προσφώνηση των non-binary ατόμων;
Τη λύση δίνουν έφηβοι και νεαροί ενήλικες που εκφράζουν ανοιχτά την έλλειψη συμπεριληπτικότητας και ψάχνουν τρόπους για να ανοίξουν έναν γλωσσικό δρόμο ώστε η προαναφερθείσα συμβολική επικοινωνία να γίνει λίγο πιο δίκαιη. Στρατηλάτης αυτής της προσπάθειας είναι η χρήση συγκεκριμένων ή και νέων αντωνυμιών. Τα άτομα, έχοντας πλέον καταλάβει κι ενστερνιστεί τη διαφορά μεταξύ βιολογικού και κοινωνικού φύλου, ζητούν τη διακριτική ευγένεια όσων τους γνωρίζουν πρώτη φορά, ή κι όχι, προτρέποντάς τους να ρωτούν την πλέον επίκαιρη ερώτηση: “Ποιες αντωνυμίες χρησιμοποιείτε;”
Στην αγγλική γλώσσα, με την οποία τα πράγματα είναι λίγο πιο απλά, έχουν επικρατήσει οι επιλογές he/him, she/her, they/them, με όσα προβλήματα συνεπάγονται αυτής της πρότασης. Οι υπόλοιπες γλώσσες με όλες τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες τους θα πρέπει να βρουν τρόπους αντίστοιχης προσαρμογής. Στα ελληνικά και κυρίως στον γραπτό λόγο έχει προταθεί κι εν μέρει εφαρμόζεται η χρήση του συμβόλου “@” στο τέλος λέξεων που δηλώνουν γένος ενώ το ουδέτερο γένος χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο κυρίως από άτομα που προσδιορίζονται μέσω αυτού, γεγονός που δείχνει πόσο άγουρα είναι ακόμα τα πράγματα για την ελληνική κοινωνία ως προς την καθολική αποδοχή κι εφαρμογή των αλλαγών. Σχετικά με τη δήλωση των αντωνυμιών, συναντάμε την προτίμηση του κάθε ατόμου σε λογαριασμούς στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης ενώ σιγά σιγά κάνουν την εμφάνισή τους σε βιογραφικά.
Φυσικά, θα ήταν αφελές να μην αναρωτηθούμε για τις συνέπειες των παραπάνω στις γενιές που έπονται. Φτάνοντας στην πνευματική κληρονομιά της φυλετικής ουδετερότητας οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως οι επιδράσεις της στον τρόπο αντίληψης της πραγματικότητας είναι καθοριστικές για την αναπροσαρμογή της ατομικής και συλλογικής ταυτότητας (τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο καθώς έξω από αυτόν υπάρχουν κοινωνίες που δεν περιορίζονται στα βιολογικά χαρακτηριστικά όταν νοηματοδοτούν το φύλο) σε νέα δεδομένα που φέρνει μαζί της η έννοια αυτή.
Οι μεταβαλλόμενες ανθρώπινες ανάγκες αυτοπροσδιορισμού, η σεξιστική χρήση της γλώσσας (π.χ. ο πληθυντικός που μετατρέπεται αυτόματα σε αρσενικό γένος όταν υπερτερούν οι άνδρες σε έναν χώρο) κι αντίστοιχες προβληματικές συμπεριφορές είναι συνθήκες που απομακρύνουν τα άτομα από τη μονοδιάστατη κοινή αντίληψη για το φύλο κι οδηγούν στην αποδοχή της επιστημονικής αντίληψης του ως πολιτισμικό χαρακτηριστικό. Με τον τρόπο αυτό, ο δημόσιος λόγος και τα παράγωγα αυτού όπως τα δημόσια έγγραφα – από μια απλή αίτηση σε Κ.Ε.Π. μέχρι συμμβολαιογραφικά έγγραφα – καλείται να σταθεί αντάξιος των περιστάσεων και να προσαρμοστεί σε νέας συνθήκες.
Κλείνοντας, οφείλουμε να πούμε πως όπως προηγούμενες γενιές γαλουχήθηκαν μέσα σε αυστηρούς κανόνες αυτοπροσδιορισμού κι εφάρμοσαν στην ενηλικίωση τους ανάλογες κοινωνικοοικονομικές συμπεριφορές που διαμόρφωσαν αντίστοιχες συνθήκες διαβίωσης, έτσι κι η νέα γενιά μετά – την καταπίεση του – (χωρίς να χρησιμοποιείται αυτός ο χαρακτηρισμός προσβλητικά) φέρνει στο τραπέζι έναν πιο δίκαιο τρόπο να βλέπουμε τα άτομα, να τα αποδεχόμαστε και να φροντίζουμε για την ισότιμη αντιπροσώπευση και παρουσία τους σε όλο το φάσμα της κοινωνίας.
Ελένη Βασιλοπούλου, κοινωνιολόγος