Με αφορμή την έναρξη της νέας σχολικής χρονιάς ξεκίνησαν και έντονες διαμαρτυρίες τόσο από την πλευρά των γονέων όσο και από την πλευρά των εκπαιδευτικών σχετικά με τις αλλαγές στις δομές των σχολείων και πιο συγκεκριμένα στις συγχωνεύσεις τμημάτων.
Το βασικό επιχείρημα που ακούγεται από την πλευρά των υπευθύνων είναι πως οι συγχωνεύσεις αυτές είναι απόρροια του δημογραφικού προβλήματος καθώς δεν υπάρχουν τόσα πολλά παιδιά όσα άλλες χρονιές.
Μήπως όμως δεν είναι μόνο αυτή η αιτία;
Ο κόσμος των επιχειρήσεων ίσως έχει μια εναλλακτική απάντηση να δώσει. Ας αναλογιστούμε πότε μια επιχείρηση προβαίνει σε συγχωνεύσεις τμημάτων. Όταν είναι μη αποδοτικά ή όταν επιδιώκει να μειώσει το λειτουργικό της κόστος.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος, το να θεωρείται ότι η συγχώνευση σχολικών τμημάτων είναι πιο αποδοτική σε σχέση με τα μικρά ολιγομελή τμήματα έρχεται σε αντίθεση με την έννοια της εποικοδομητικής μετάδοσης της γνώσης από τους εκπαιδευτικούς και την ενεργητική συμμετοχή των μαθητών.
Συνεπώς ο στόχος είναι οφθαλμοφανής και είναι η μείωση του κόστους. Λιγότεροι εκπαιδευτικοί, λιγότεροι μισθοί, λιγότερες ασφαλιστικές εισφορές, λιγότερες εγκαταστάσεις προς συντήρηση, λιγότερα έξοδα! Ταυτόχρονα όμως είναι και επικοινωνιακός καθώς μέσω της συγχώνευσης δίνεται η εντύπωση ότι επειδή τα εκπαιδευτικά κενά καθίστανται λιγότερα, καλύπτονται με μεγαλύτερο βαθμό.
Η λειτουργία των σχολικών μονάδων όμως δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με επιχειρηματικούς όρους καθώς τα σχολεία δεν είναι επιχειρήσεις.
Δυστυχώς, πέρα από την αύξηση του αριθμού των μαθητών στις σχολικές αίθουσες υπάρχουν και άλλες διεργασίες που οδηγούν στη μετατροπή τους σε επιχειρήσεις. Η δομή των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών και ο τρόπος εφαρμογής τους από τους εκπαιδευτικούς εντός της τάξης περιορίζεται από συγκεκριμένες ντιρεκτίβες οι οποίες στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν αποτελούν εμπεριστατωμένες εκπαιδευτικές μεθόδους αλλά πολιτικές αποφάσεις.
Έννοιες όπως η ελευθερία, η δημιουργικότητα, η εξερεύνηση, η ενεργητική δραστηριότητα καταστρατηγούνται από την παροχή έτοιμων πληροφοριών στο βωμό του απλά να “βγει η ύλη”. Ο ανταγωνισμός που αναπτύσσεται μεταξύ των μαθητών για την καλύτερη επίδοση και μεταξύ των εκπαιδευτικών για το ποιανού οι μαθητές θα αριστεύσουν θυμίζει τρόπους λειτουργίας επιχειρήσεων. Έτσι ο σκοπός της εκπαίδευσης που είναι η δημιουργία μορφωμένων ανθρώπων χάνεται καθώς η αγάπη για μάθηση τείνει να εξαφανιστεί.
Σε μια επιχείρηση εάν δεν αποδίδει ένα τμήμα, ή συγχωνεύεται ή καταργείται. Ακριβώς η ίδια λογική φαίνεται να επιχειρείται και στις σχολικές μονάδες. Μόνο που σε μια επιχείρηση υπάρχουν και επιπτώσεις λόγω μη αποδοτικότητας όπως μεταθέσεις εργαζομένων ή ακόμα και απομάκρυνσή τους. Εάν τέτοιου είδους επιχειρηματικές τακτικές αρχίζουν να εφαρμόζονται στην εκπαίδευση υποβόσκει ο κίνδυνος να δημιουργηθούν μαθητές δύο ή περισσότερων ταχυτήτων γεγονός που καταργεί στην πράξη το δικαίωμα στη γνώση καθώς και κάθε έννοια ισότητας.
Το δημογραφικό όντως είναι ένα μεγάλο θέμα στη σημερινή κοινωνία αλλά η επιρροή του στην εκπαίδευση μπορεί να διαχειριστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργηθούν περισσότερα μικρά και ευέλικτα τμήματα και η απόδοση μαθητών και εκπαιδευτικών να εκτοξευθεί. Η λήψη των εκπαιδευτικών αποφάσεων με βασικό κριτήριο τη μείωση του κόστους μετατρέπει την παιδεία από δημόσιο αγαθό σε επιχείρηση και μέσω των εκπαιδευτικών διαδικασιών οδηγεί υποσυνείδητα τους εκπαιδευόμενους να δεχτούν αυτή τη μετατροπή ως κάτι το ορθολογικό.
Το σημερινό σχολείο παρέχει στους μαθητές γνώσεις με ανταλλακτική αξία μαθαίνοντάς τους ουσιαστικά πως να δουλεύουν αποδοτικά για άλλους όταν μεγαλώσουν ενώ στον ελεύθερο τους χρόνο τους υποδεικνύει πως να καταναλώνουν πιο αποδοτικά.
Τι είναι όμως αποδοτικό και τι όχι στο δημόσιο σχολείο τελικά;
Ποιός ο ρόλος του εκπαιδευτικού, του μαθητή και του σχολείου γενικότερα στην εκπαιδευτική διαδικασία;
Μήπως το καπιταλιστικό μοντέλο εκτός από την αγορά εργασίας έχει παρεισφρήσει υπερβολικά και στον τομέα της παιδείας, υποβαθμιζοντας την;
Ερωτήματα τα οποία πρέπει να τεθούν ευρύτερα στην κοινωνία ώστε να προκύψουν απαντήσεις από τους άμεσα εμπλεκόμενους και όχι μόνο πίσω από κλειστές πόρτες πολιτικών γραφείων. Η παιδεία πρέπει να ξαναβρεί τη θέση της μεταξύ των δημόσιων αγαθών. Ας μην έχει την κατάληξη που είχε ένα άλλο δημόσιο αγαθό, το νερό, το οποίο ως απόρροια του καπιταλισμού το έχουμε βάλει σε πλαστικά μπουκαλάκια και το εμπορευόμαστε.
Εσύ τι γνώμη έχεις;
Κωνσταντίνος Παπαλίτσας, Διπλ. Πολιτικός Μηχανικός