Εν έτει 2021 η νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας με την, κατά το ήμισυ, στήριξη της αντιπολίτευσης ψήφισε το πιο αντεργατικό νομοσχέδιο που βίωσε ποτέ ο, ούτως η άλλως, εργασιακός μεσαίωνας στην Ελλάδα. Θεώρησε εξαιρετικά εκσυγχρονιστικό η κυβέρνηση των αρίστων, το δεκάωρο κατόπιν ατομικής διαπραγμάτευσης, τις απολύσεις κατα΄ τη διάρκεια της πανδημίας, τις φτηνές υπερωρίες και τα φθηνά εργατικά χέρια, με απώτερο στόχο την προστασία της εργασίας εν μέσω μνημονιακής εποχής και πανδημικής κρίσης. Πρέπει άλλωστε να συμβαδίσουμε με την Ευρώπη, όπως δήλωσε ο υπουργός εργασίας που φαίνεται να αγνοεί τη λέξη «ένσημα» (οξύμωρο). Πόσα δεκάωρα συνεχόμενα μπορεί να αντέξει ένας εργαζόμενος; Το υπουργείο Εργασίας συν τοις άλλοις, δηλώνει ότι δεν θα έχει την ευθύνη για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, με τη μετατροπή του ΣΕΠΕ σε ανεξάρτητη αρχή, την οποία, μάλιστα, θα διορίζει το Υπουργείο. Με άλλα λόγια, ο εκσυγχρονισμός στην εργασία ισοσταθμίζεται με «ρεπό» κατόπιν ατομικής σύμβασης μεταξύ εργοδότη-εργαζομένου ή με τις σωματειακές οργανώσεις, ενόσω το υπουργείο δηλώνει άγνοια ατομικής ευθύνης προσηλωμένη, ωστόσο, στην εκπόνηση του φιλεργατικού (΄;) μεσαιωνικού νομοσχεδίου. Μία διαπραγμάτευση που όσοι έχουν εργαστεί αντιλαμβάνονται τον εκβιαστικό τόνο της νεοφιλελεύθερης ιδεοληπτικής νέας κανονικότητας του σκοταδιστικού νομοσχεδίου που επρόκειτο να καταστεί πραγματικότητα στο ζοφερό εγγύς μέλλον.
Μία από τις βασικότερες τομές του νομοσχεδίου είναι η εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας με την οποία, ιδεατά σε ένα μη καπιταλιστικό περιβάλλον, αντιμετωπίζεται η μαύρη εργασία και οι αδήλωτες υπερωρίες. Ιδεατά γιατί η κάρτα επαφίεται στον αποκλειστικό έλεγχο της ώρας εργασίας του εκάστοτε εργαζομένου απο τον ίδιο τον εργοδότη, που πλειοψηφικά δηλώνουν λιγότερες ώρες απο τις ισχύουσες σε ανασφάλιστους αναλώσιμους εργάτες. Την σύσταση της Επιθεώρησης Εργασίας ως ανεξάρτητης διοικητικής αρχής την οποία θα επιλέγει το αρμόδιο Υπουργείο επέλεξε ως μοναδική εποπτική αρχή, μιας και το ίδιο το Υπουργείο έχει αλλεργία στην ατομική ευθύνη. Αναμφίβολα το νομοσχέδιο της είναι αντεργατικό απο κάθε άποψη και στις πρώτες αντιδράσεις (βλέπε Cosco, Efood, Wolt) η κυβέρνηση αφενός σφυρίζει αδιάφορα όσον αφορά τα εργατικά δικαιώματα, αφετέρου επιστρατεύει την ΕΛ.ΑΣ. για να κατευνάσει τους αντιφρονούντες.

Μία ακόμη τομή του νομοσχεδίου αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του συστήματος διευθέτησης του χρόνου εργασίας ύστερα από αίτηση του εργαζομένου, εναλλακτικά «take it or leave it» απέναντι σε φιλοχρήματους εργοδότες που επιθυμούν, χαμηλά αμοιβόμενες συμβάσεις ημιαπασχόλησης, με στοιβαγμένα 12ωρα σε 4 μέρες και 3 μέρες ρεπό εφόσον τα ένσημα είναι λιγότερα για τις ήδη κερδοφόρες επιχειρήσεις. Δεν είναι προφανές σε ποιον κλείνει ουσιαστικά το μάτι η κυβέρνηση; Επί της ουσίας, οι εργάτες συμφωνούν ή διαφωνούν με τους προτεινόμενους όρους εργασίας και το κράτος βασίζεται στην αμοιβαία συνεννόηση των δύο πλευρών. Ο φαύλος αυτός κύκλος αναγκάζει τη ζημιωμένη πλευρά να αναζητήσει δεύτερη εργασία για να καλύψει τις ανάγκες της καθημερινότητάς της. Είναι όντως φιλεργατικό το νομοσχέδιο ή εν τέλει φιλεργοδοτικό;
Η προστασία του κοινωνικού συνόλου από τις απεργίες στην κοινή ωφέλεια της οικονομίας με την υποχρέωση παροχής εγγυημένης υπηρεσίας, είναι μία ακόμη τομή που έρχεται να βάλει οριστική ταφόπλακα στην εργασία. Η δυσαρέσκεια των εργασιακών συνθηκών, οι οφειλές δεδουλευμένων, περιπτώσεις σεξουαλικών παρενοχλήσεων ή δυστοπικών εργοδοτών στους χώρους εργασίας, μετουσιώνονται ουσιαστικά σε απεργίες και διεκδίκηση των αυτονόητων, συνταγματικά μέχρι πρότινος, νομοθετημένα εργατικά δικαιώματα. Για ποια προστασία, λοιπόν, ομιλεί η κυβέρνηση, αν όχι του κεφαλαίου και της αγοράς; Θα ασχοληθεί επιτέλους η πολιτεία με τα εργατικά δικαιώματα και την προάσπισή τους ή οικονομικά δεν τη συμφέρει λόγω των φιλιών που ανέπτυξε και με τις οποίες μέχρι τώρα συμπορεύτηκε; Η κυβέρνηση δυστυχώς επέλεξε στρατόπεδο και θεώρησε θεμιτό και λογικό να ποινικοποιήσει τις απεργίες, διότι η συνεννόηση με τους εργοδότες πολλές φορές φαντάζει τελεσίγραφο.
Η προστασία διαδέχεται την εποπτεία, η λήψη μέτρων για διαφάνεια στο συνδικαλισμό, η απαγόρευση επαναπροκήρυξης απεργίας που έχει κριθεί παράνομη από τη Δικαιοσύνη, ακόμη επίσης η καθιέρωση πλαισίου προστασίας και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους στις ψηφιακές πλατφόρμες με την εγγραφή των συνδικαλιστικών οργανώσεων σε μητρώα φαντάζει «big brother» όπου ο μεγάλος αδερφός (κράτος) γνωρίζει ποιοί αρέσκονται στο να αντιτάσσονται στην πολιτική της κυβερνήσεως και θέτουν σε κίνδυνο τον απρόσκοπτο ρυθμό παραγωγής των «μηχανών». Ανάλογο μεμονωμένο περιστατικό είχε εμφανιστεί και στο νομοσχέδιο αναφορικά με τα ΑΕΙ και τις καταλήψεις των φοιτητών, με τις διαγραφές που ευαγγέλιζε το Υπουργείο Παιδείας. Στην παιδεία και την εργασία επιλέγει η πολιτεία κατ’ αυτόν τον τρόπο να προασπίζει τα δικαιώματα των πολιτών της;
Η αύξηση των επιτρεπόμενων υπερωριών στις 150 ώρες το χρόνο έμελλε να είναι η επιτομή της σήψης του εργασιακού μεσαίωνα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα πρότυπα της Ευρώπης, που επιβάλλει απλήρωτη εργασία στο βωμό του κέρδους. Μειώνει το κόστος των υπερωριών μιας και οι εργαζόμενοι θα πληρώνονται με την υπόσχεση ρεπό και όλα αυτά σε μία χώρα, όπου ο βασικός μισθός είναι 558 ευρώ καθαρά, 650 μεικτά. Μία χώρα που κατέχει την πρωτιά σε ώρες εργασίας στην Ευρώπη και βρίσκεται στον πάτο των χωρών σε παραγωγικότητα σύμφωνα με στοιχεία της ΟΟΣΑ, και μία χώρα που είναι πρώτη στην ανεργία στην Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Πόσο πιο προφανές μπορεί να γίνει το γεγονός πως, η χώρα βιώνει σήμερα το πιο αντεργατικό νομοσχέδιο που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς; Kαι πόση ακόμη προπαγάνδα μπορεί να ανεχτεί αυτός ο λαός που έχει βυθιστεί, σε μία αυταρχική χώρα που παραγκωνίζει καθημερινά ολοένα και περισσότερο τα δικαιώματα της ;
Χωρίς έλεγχο και επιθεώρηση εργασίας, οι χρόνοι εργασίας είναι σχετικοί και αγνοείται παντελώς η διαφάνεια όσο το κράτος αποποιείται των ευθυνών του. Όσα εργατικά δικαιώματα κατακτήθηκαν έπειτα απο συνεχείς αγώνες και κινητοποιήσεις στο παρελθόν, παύουν να ισχύουν όσο οδεύουμε προς ένα καπιταλιστικό μοντέλο εργασίας, όπου ο καθένας μας αποτελεί μονάδα σε μια ζούγκλα, με αδιευκρίνιστο ωράριο, αποδοχές, δικαιώματα. Ένα είναι σίγουρο και τον τρόπο μας υπενθύμισαν οι νίκες των εργαζομένων της efood και της cosco, εν ολίγοις, ποτέ δε στέριωσε το δίκιο δίχως πάλη.

Πηγές:
Ιωάννης Φωτιάδης, Φοιτητής Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών