Written by 6:28 μμ Επικαιροτητα, Σαν Σήμερα

Από τις Σέβρες στη Λωζάνη – Πως φτάσαμε στην Μικρασιατική Καταστροφή | Οδυσσέας Δημόπουλος

Με τη Συνθήκη των Σεβρών, το όραμα της Μεγάλης Ιδέας, που υπήρχε στην ελληνική συνείδηση για 100 σχεδόν χρόνια, έλαβε ‘’σάρκα και οστά’’. Δόθηκε η ευκαιρία για διπλασιασμό της ελληνικής επικράτειας και επανάκτηση των ‘’αλύτρωτων εδαφών’’, με μία συνθήκη η οποία τελικώς δεν ψηφίστηκε από κανένα κοινοβούλιο (πλην του ελληνικού). Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, το ελληνικό κράτος έχει να αντιμετωπίσει το δυσκολότερο ζήτημα, που είναι η αποκατάσταση των προσφύγων στα ελληνικά εδάφη. Γίνεται προσπάθεια για κοινωνική ανασυγκρότηση και οικονομική ανάπτυξη με τους πρόσφυγες να είναι ταλαιπωρημένοι σωματικά και ψυχικά. Αναμφισβήτητα, καμία ευθύνη για τα γεγονότα και τις πολιτικές τις περιόδου 1920 – 1923 δεν έχουν οι περίπου 2.000.000 πρόσφυγες ( Έλληνες και Τούρκοι), που αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τους τόπους και τις οικίες τους, προς χάριν συμφωνιών και πολέμων, που ποτέ δε ζήτησαν και ποτέ δεν αποφάσισαν.

Ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Μικράς Ασίας

Στις 10 Αυγούστου του 1920 υπογράφεται στις Σέβρες της Γαλλίας η Συνθήκη των Σεβρών, η οποία σήμανε το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τις νικήτριες δυνάμεις να επιδιώκουν να αποσπάσουν το μεγαλύτερο δυνατό μερίδιο από την πολεμική λεία. Η Ελλάδα εκπροσωπούμενη από τον Ελευθέριο Βενιζέλο καταφέρνει με διπλωματικές τακτικές να διπλασιάσει τα εδάφη της και να φθάσει, τόσο κοντά όσο ποτέ άλλοτε, στο στόχο της Μεγάλης Ιδέας. Για το Βενιζέλο λέγεται ότι δημιούργησε την Ελλάδα των ‘’δυο ηπείρων και των πέντε θαλασσών’’, ενώ ο τύπος της εποχής τον χαρακτήριζε ως τον ‘’δημιουργό της Μεγάλης Ιδέας’’. Συγκεκριμένα, ο Βενιζέλος κατάφερε να αποσπάσει από την Τουρκία μια έκταση 17.600 τ.χλμ. Η Σμύρνη και το Βιλαέτι Αϊδινίου περνούν για πέντε χρόνια υπό ελληνική διοίκηση, ωστόσο θα εξακολουθούν να βρίσκονται υπό την υψηλή κυριαρχία του Σουλτάνου. Μετά το πέρας της πενταετίας θα διενεργούνταν δημοψήφισμα ανάμεσα στους κατοίκους για οριστική κατοχή των περιοχών από τους Έλληνες ή τους Τούρκους. Η Ανατολική Θράκη με όριο τη γραμμή της Τσατάλντζας παραχωρήθηκε στην Ελλάδα, ενώ τα στενά των Δαρδανελίων αποφασίστηκε να μείνουν ελεύθερα, αφού πρώτα αφοπλιστούν, για να εξυπηρετείται η διεθνής ναυσιπλοΐα και το εμπόριο. Παράλληλα, όλα τα νησιά του Αιγαίου (εκτός από τη Ρόδο), συμπεριλαμβανομένης της Ίμβρου και της Τενέδου, έγιναν μέρος της ελληνικής επικράτειας. Το ελληνικό κράτος δείχνει να επιτυγχάνει έναν διακαή πόθο του, την εδαφική εξάπλωση και εκατό περίπου χρόνια μετά την επανάσταση του 1821, πραγματώνει το όραμα της Μεγάλης Ιδέας. Εξίσου σημαντικές όμως, είναι και οι διπλωματικές σχέσεις που δημιουργεί ο Βενιζέλος με τις δυνάμεις της Αντάντ, που του επιτρέπουν να προχωρά σε συνεχείς εθνικές διεκδικήσεις. Σπουδαίας σημασίας όρος στη Συνθήκη των Σεβρών αποτελεί το γεγονός πως οποιαδήποτε αντίδραση της Τουρκίας στα συμφωνηθέντα θα επέφερε την απώλεια ακόμα και της Κωνσταντινούπολης, ενώ το κράτος πέρασε σε διεθνή οικονομικό έλεγχο ωσότου αποπληρώσει τις πολεμικές αποζημιώσεις προς τις νικήτριες δυνάμεις, όπως αυτές ορίστηκαν.

Η ανάδειξη της Ελλάδας των δύο ηπείρων (Ευρώπη-Ασία) και των πέντε θαλασσών (Αιγαίο, Ιόνιο, Μεσόγειος, Μαύρη Θάλασσα και Προποντίδα).

Παρά το κλίμα ενθουσιασμού που επικρατούσε τις μέρες εκείνες στον ελληνικό τύπο που παρουσίαζε τον Βενιζέλο ως εθνικό ευεργέτη και ελευθερωτή, μια μερίδα Ελλήνων πολιτών δε συμμεριζόταν την ίδια χαρά. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Ελευθέριου Βενιζέλου από δυο απότακτους βασιλόφρονες αξιωματικούς λίγες μέρες μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών στο σταθμό της Λυών. Αντίστοιχα, οι υποστηρικτές του Βενιζέλου θέλοντας να εκδικηθούν για την απόπειρα αυτή, δολοφονούν τον Ίωνα Δραγούμη, λόγιο της εποχής, στην προσπάθεια του τελευταίου να φυγαδεύσει την υποστηρίκτρια του βασιλιά Μαρίκα Κοτοπούλη, έξω από το θέατρο, στο οποίο εκείνη εμφανιζόταν. Γίνεται λοιπόν εύκολα αντιληπτό ότι η Συνθήκη των Σεβρών παρά τη μεγάλη επιτυχία που σήμανε για τη χώρα δεν κατάφερε να εξαλείψει το κλίμα του διχασμού που επικρατούσε την εποχή εκείνη αλλά αντίθετα προκάλεσε μια σειρά πολιτικών και διπλωματικών εξελίξεων που σημάδεψαν το ελληνικό κράτος.

Η απόπειρα δολοφονίας του Ελ. Βενιζέλου στο Παρίσι

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος με σκοπό να αντιμετωπίσει τις διαρκείς πιέσεις της αντιπολίτευσης αλλά και να λάβει τη λαϊκή εντολή των Ελλήνων για τη διεκπεραίωση της Συνθήκης των Σεβρών ορίζει εκλογές για τις 7 Νοεμβρίου του 1920. Η σπουδαιότητα των επιτυχιών για τη χώρα, από τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις του στις Σέβρες, έδιναν στον Βενιζέλο απόλυτη σιγουριά για το αποτέλεσμα. Το εκλογικό πλειοψηφικό σύστημα αλλά και ο αιφνίδιος θάνατος του Βασιλιά Αλέξανδρου μετέτρεψαν το πολιτικό κλίμα καθώς εμφανίστηκε ένα κενό στο βασιλικό θρόνο, το οποίο έπρεπε να καλυφθεί. Ο λαός ζητούσε την επιστροφή του Κωνσταντίνου στην χώρα, ενώ παράλληλα οι οικογένειες των στρατιωτών ήθελαν την άμεση επιστροφή των ανδρών από το μικρασιατικό μέτωπο, οι οποίοι ήταν καταπονημένοι μετά τις συνεχείς πολεμικές μάχες και τον μεγάλο καιρό απουσίας από τις οικίες τους. Για το λόγους αυτούς νικητής των εκλογών αναδείχθηκε το φιλοβασιλικό Λαϊκό Κόμμα. Στις εκλογές, οι οποίες τελικώς διεξήχθησαν στις 14 Νοεμβρίου 1920, ο Βενιζέλος δεν καταφέρνει να εκλεγεί ούτε βουλευτής και αποχωρεί για την Ευρώπη αντιλαμβανόμενος τη λαϊκή ετυμηγορία .

Η επιστροφή του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα θορύβησε έντονα τους Ευρωπαίους συμμάχους (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία), καθώς ο Βασιλιάς ήταν γνωστός για τα φιλογερμανικά του αισθήματα. Χρησιμοποίησαν λοιπόν το γεγονός, ως πρόφαση, για να αποσύρουν τη στήριξη τους στην κυβέρνηση και κατά συνέπεια στην χώρα, σε στρατιωτικά και διπλωματικά θέματα. Μόνο η Αγγλία συνέχισε να στηρίζει την χώρα σε διπλωματικό επίπεδο. Η αλλαγή πολιτικής της Αντάντ δεν ήταν άμεση, καθώς υπήρξε σαφής προειδοποίηση προς τη νέα φιλοβασιλική κυβέρνηση του Δημήτριου Ράλλη, που είχε προκύψει από τις εκλογές του Νοεμβρίου. Συγκεκριμένα, πραγματοποιείται συμμαχική σύσκεψη στο Λονδίνο (21 Νοεμβρίου 1920) και αποφασίζεται η μη στήριξη της Γαλλίας και της Αγγλίας στη νέα ελληνική κυβέρνηση. Δύο διακοινώσεις αποστέλλονται στην ηνωμένη αντιπολίτευση και αποφασίζεται η παύση της οικονομικής ενίσχυσης των συμμάχων προς την Ελλάδα. Για να αντιμετωπίσει το οικονομικό αδιέξοδο το Ελληνικό κράτος εκδίδει χαρτονόμισμα ύψους 200.000 δραχμών, κίνηση η οποία έβρισκε κάθετα αντίθετους τους συμμάχους . Η πιθανή παραμονή του κόμματος των Φιλελευθέρων στην εξουσία δεν θα απέτρεπε τη μεταστροφή της συμμαχικής στήριξης αλλά θα έκανε την αλλαγή πολιτικής των Μεγάλων δυνάμεων περισσότερο έμμεση και σταδιακή. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στα ‘’μάτια’’ των Συμμάχων φαινόταν ως ρεαλιστής και το κύρος που είχε κερδίσει από τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις του πιθανότατα να έδινε στην Ελλάδα τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει τις διεθνείς πιέσεις από ισχυρότερες θέσεις. Η παραμονή του λοιπόν στην ελληνική διακυβέρνηση ίσως να μην οδηγούσε στην τελική νίκη αλλά σίγουρα θα επέφερε έναν βιώσιμο πολιτικό συμβιβασμό.

Η επιστροφή του Βασιλιά Κωνσταντίνου στην Ελλάδα συνδυάστηκε με ριζικές αλλαγές στο στράτευμα και εκκαθαρίσεις αξιωματικών. Πιο συγκεκριμένα, τη θέση των έως τότε αξιωματικών του Μικρασιατικού μετώπου κατέλαβαν νέοι φιλοβασιλικοί αξιωματικοί χωρίς καμία εμπειρία στη μάχη αλλά και στο Μικρασιατικό πολεμικό έδαφος. Ο διχασμός που προέκυψε στο στράτευμα, σε συνδυασμό με την ταλαιπωρία των συνεχόμενων μαχών προκάλεσε την αντίδραση αρκετών αξιωματικών, που με επιστολές τους ενημέρωναν το στρατηγείο της Ελλάδας και ζητούσαν στήριξη. Παρά τις προσπάθειες του στρατηγού Παπούλα το Ελληνικό στράτευμα, θορυβημένο από τις πολιτικές εξελίξεις της χώρας, δε θυμίζει σε τίποτα την μέχρι πρότινος ισχυρή στρατιωτική δύναμη των συνεχών νικηφόρων μαχών.

Στην αντίπερα όχθη, ο Κεμάλ ενισχύει το στρατό του μέσω διαρκών διαπραγματευτικών επαφών με τις μεγάλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις που είχαν αποσύρει τη στήριξη τους στην Ελλάδα. Η Γαλλία ξεκινά να στηρίζει ανοιχτά το κίνημα του Κεμάλ. Συνάπτει συμφωνία με τους Τούρκους ,μέσω της οποίας τους παραχωρεί την Κιλικία. Κύρια αίτια αποτελούν τα συμφέροντα των Γάλλων έναντι των βρετανών στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και η πεποίθηση ότι με την ενδυνάμωση του κεμαλικού κινήματος, το οποίο είχε εθνικές ρίζες, η Συνθήκη των Σεβρών δε θα είναι πλέον βιώσιμη. Τέλος, σημαντικό ρόλο στη μεταστροφή της Γαλλικής πολιτικής διαδραμάτισε η πρωτύτερη υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης, που είχε ήδη υπογράψει συνθήκη φιλίας με τον Κεμάλ και τον εφοδίαζε με πολεμικό υλικό. Δεδομένη ήταν και η στήριξη των Ιταλών προς το κεμαλικό κίνημα, αφού τα συμφέροντα της με το ελληνικό κράτος ήταν αντικρουόμενα. Η πολιτική της Αγγλίας από την άλλη, δε μεταστρέφεται, παρουσιάζει όμως μεγάλη υποχώρηση από τις αρχικές της θέσεις, σε μια προσπάθεια να ‘’ζυγίσει’’ τα συμφέροντα της και για το λόγο αυτό εγκαταλείπει τα παράλια της Μικράς Ασίας . Ο Κεμάλ αρχίζει να δείχνει τις επιθετικές του διαθέσεις με τον συστηματικό διωγμό των Ελλήνων του Πόντου.

Μουσταφά Κεμάλ και Henri Franklin-Bouillon σε στιγμιότυπο εγκάρδιου εναγκαλισμού.

Η ενωμένη αντιπολίτευση στην Ελλάδα, αρνούμενη να αντικρίσει ρεαλιστικά την πραγματικότητα επιλέγει την συνέχιση της Μικρασιατικής εκστρατείας έως τον τελικό στόχο μετά δε και την άκαρπη συνδιάσκεψη του Λονδίνου (21 Φεβρουαρίου 1921), στην οποία η κεμαλική πλευρά αρνήθηκε τις όποιες διαπραγματεύσεις συζητήθηκαν . Το καλοκαίρι του ίδιου έτους προτείνονται νέοι συμμαχικοί όροι, για υποχώρηση του ελληνικού στρατού από τη Σμύρνη και αποστρατικοποίηση της Ανατολικής Θράκης. Παρά τις έντονες εισηγήσεις του Βενιζέλου για αποδοχή τον προτάσεων, η ελληνική κυβέρνηση τις απορρίπτει με δικαιολογία τις μεμονωμένες επιτυχίες του ελληνικού στρατεύματος στο Καρά Χισάρ και στο Εσκί Σεχίρ αλλά και την εναντίωση της σε οποιαδήποτε διάθεση υποχώρησης. Τον Μάιο του 1921 ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος συνοδευόμενος από τον πρωθυπουργό Δημήτριο Γούναρη επισκέπτονται την Σμύρνη με σκοπό την εξύψωση του ηθικού του ταλαιπωρημένου ελληνικού στρατεύματος. Η κίνηση αυτή δεν απέδωσε καρπούς καθώς παράλληλα το κεμαλικό στράτευμα αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη ισχύ με την αναγνώριση της κεμαλικής κυβέρνησης από την Γαλλία και την παραχώρηση οπλισμού και αεροπορίας στους Τούρκους . Η γαλλοκεμαλική προσέγγιση δεν ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας στην έκβαση της ελληνοτουρκικής αναμέτρησης συνέβαλε όμως ουσιαστικά στο να οδηγηθεί η Ελλάδα στη μικρασιατική καταστροφή. Η συμμαχική ρήξη της Βρετανίας με τη Γαλλία και η αναγνώριση του κεμαλικού κινήματος από τους Γάλλους, έδωσαν στον Κεμάλ την ψυχολογική και πολιτική ώθηση για την τελική επικράτηση έναντι των Ελλήνων . Η ελληνική προέλαση κατά μήκος του Σαγγάριου με στόχο την τελική νίκη, στέφθηκε από αποτυχία λόγω του καταπονημένου ελληνικού στρατεύματος αλλά και των καιρικών συνθηκών που δυσχέραιναν τον ανεφοδιασμό. Ήταν η αρχή της αντίστροφης μέτρησης για την ελληνική παρουσία στην Μικρά Ασία. Η Μικρασιατική εκστρατεία οδηγήθηκε σε αδιέξοδο και μία νέα συμμαχική συνδιάσκεψη στο Παρίσι (Μάρτιος 1922) πρότεινε καινούριους όρους προς τις δύο χώρες, αρκετά ευνοϊκότερες για την Τουρκία. Ο Κεμάλ, έχοντας αντιληφθεί τη θέση ισχύος στην οποία βρίσκεται και έχοντας πλέον τη στήριξη των συμμάχων, ξεκινά την αντεπίθεση του στις 9 Αυγούστου του 1922 με εντολή προς το στρατό του για μαζική επίθεση στο μικρασιατικό μέτωπο. Το μεγάλο εύρος που είχε να αντιμετωπίσει το ελληνικό στράτευμα και η δυναμική των κεμαλικών οδηγεί στην πλήρη διάλυση του ελληνικού μετώπου.

Οι πολιτικές αλλαγές στην Ελλάδα διαδέχονται η μία την άλλη. Ο στράτος διαδέχεται τον Γούναρη στην πρωθυπουργία ενώ αργότερα δημιουργείται ένας συνασπισμός με επικεφαλής τον Πρωτοπαπαδάκη. Ο αντιστράτηγος Παπούλας αντιλαμβανόμενος τη δυσμενή κατάσταση στο Μικρασιατικό μέτωπο παραιτείται και τη θέση του παίρνει ο στρατηγός Χαντζανέστης . Οι αλλαγές αυτές δεν κατάφεραν να αναστρέψουν τη δυναμική της κεμαλικής επίθεσης με τον ελληνικό στρατό να φαντάζει ανήμπορος να αντιδράσει. Ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος βλέποντας τον τουρκικό στρατό να κατευθύνεται προς τη Σμύρνη ζήτησε μέσω επιστολής τη βοήθεια του Βενιζέλου με σκοπό να αποτραπεί, ακόμα και την ύστατη ώρα, η ολοκληρωτική καταστροφή της περιοχής . Στις 27 Αυγούστου 1922 ξεκίνησαν οι επιθέσεις εντός της πόλης της Σμύρνης, κατά την οποία 1.350.000 Έλληνες αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις οικίες τους και να διαφύγουν στην Ελλάδα ενώ ένας πολύ μεγάλος αριθμός Ελλήνων και Αρμένιων δολοφονήθηκαν από τους Τούρκους. Άξιο αναφοράς θεωρείται το γεγονός ότι τα πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων βρίσκονταν στο λιμάνι της Σμύρνης καθ’ όλη τη διάρκεια της καταστροφής και ενώ γνώριζαν εξαρχής για τα σχέδια των Τούρκων, παρέμειναν πιστοί στις διπλωματικές τους δεσμεύσεις και παρακολουθούσαν τις εξελίξεις χωρίς την παραμικρή εμπλοκή. Κανένα από τα συμμαχικά πλοία δεν περισυνέλλεξε Έλληνες, οι οποίοι έφταναν σε αυτά ακόμα και κολυμπώντας.

H καταστροφή της ελληνικής και της αρμένικης συνοικίας στην Σμύρνη 1922

Η στρατιωτική ήττα και ο ξεριζωμός του ελληνικού στοιχείου από τη Μικρά Ασία θορύβησε το πανελλήνιο, με τους Έλληνες της ενδοχώρας να ζητούν την τιμωρία των υπευθύνων. Με αφορμή τα παραπάνω, από τα τμήματα του στρατού που είχαν διασωθεί και είχαν περάσει στη Χίο και τη Λέσβο, ξεσπά στις 11 Σεπτεμβρίου 1922 στρατιωτικό κίνημα υπό τούς Νικόλαο Πλαστήρα, Στυλιανό Γονατά και Δημήτριο Φωκά. Τα αιτήματα του κινήματος αφορούσαν πολιτικές μεταρρυθμίσεις και τιμωρία των ενόχων της καταστροφής. Πράγματι, η επανάσταση καταφέρνει την απομάκρυνση του Βασιλιά Κωνσταντίνου από το θρόνο, υπέρ του διαδόχου και γιού του Γεωργίου Β’, ενώ παράλληλα οι κινηματίες ενημερώνουν τον Ελευθέριο Βενιζέλο ότι ορίζεται εκπρόσωπος της επανάστασης στο εξωτερικό, καθώς αποτελεί πρόσωπο εμπιστοσύνης. Πρωθυπουργός της χώρας ορίζεται ο Αλέξανδρος Ζαΐμης. Στις 25 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους υπογράφεται η Συνθήκη των Μουδανιών ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις και την Τουρκία. Με βάση αυτήν, η Ελλάδα θα χάσει και την Ανατολική Θράκη, καθώς οι επαναστάτες δεν μπορούσαν παρά να συμφωνήσουν στην συγκεκριμένη πολεμική ανακωχή, που προκάλεσε για άλλη μια φορά την προσφυγοποίηση περίπου 250.000 χριστιανών της περιοχής. Συμφωνήθηκε επίσης η απόσυρση του ελληνικού στρατού από τα συγκεκριμένα εδάφη .

Στις 9 Οκτωβρίου 1922 ο ελληνικός λαός με συλλαλητήριο στο κέντρο της Αθήνας ζητά την άμεση τιμωρία των ενόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Συντάσσεται ανακριτική επιτροπή με πρόεδρο τον στρατηγό Πάγκαλο και συλλαμβάνονται τα πρόσωπα εκείνα που κατηγορούνταν ως υπεύθυνοι. Αποτέλεσμα της ‘’δίκης των έξι’’ (31 Οκτωβρίου – 14 Νοεμβρίου) ήταν η καταδίκη σε θάνατο έξι προσώπων ( Χαντζανέστης, Γούναρης, Στράτος, Πρωτοπαπαδάκης, Μπαλτατζής, Θεοτόκης), οι οποίοι κατείχαν διοικητικές και στρατιωτικές θέσεις τα προηγούμενα χρόνια και θεωρήθηκαν ως υπεύθυνοι για την απώλεια των Μικρασιατικών εδαφών και τον ξεριζωμό των Ελλήνων. Η δίκη αυτή μπορεί να ικανοποίησε το λαϊκό αίσθημα, αλλά αποποινικοποίησε άλλα πρόσωπα τα οποία είχαν εξίσου σημαντικές ευθύνες για την καταστροφή του 1922 .

Με την απώλεια της Ανατολικής Θράκης να προστίθεται στη μικρασιατική καταστροφή οριστικοποιείται η αποτυχία της Ελλάδας για εδαφική επέκταση και μπαίνει τέλος στο όραμα της Μεγάλης Ιδέας. Η Ελλάδα είχε συνδυάσει τις φιλοδοξίες της για εδαφική επέκταση με το επιχείρημα της εθνολογικής υπεροχής στα εδάφη τα οποία διεκδικούσε. Συνεπώς, η εκκένωση των μικρασιατικών εδαφών από το ελληνικό στοιχείο τα καθιστούσε ανέφικτα προς οποιαδήποτε περαιτέρω διεκδίκηση. Ειδικά από τη στιγμή που οι πρόσφυγες είχαν ήδη εγκαταλείψει τις οικίες τους και είχαν περάσει στον ελλαδικό χώρο, το μόνο που έμενε ήταν η σύναψη μιας τελικής συμφωνίας που θα όριζε τα εδάφη και τα σύνορα Ελλάδας και Τουρκίας. Για το λόγο αυτό, από το Νοέμβριο του 1922 ξεκινούν οι προετοιμασίες για τη Συνθήκη της Λωζάνης. Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις είχε οριστεί ξανά ο Ελευθέριος Βενιζέλος, με τις συζητήσεις να ξεκινούν στις 8 Νοεμβρίου και να διαρκούν συνολικά οκτώ μήνες . Κατά τη διάρκεια του πρώτου κύκλου των διαπραγματεύσεων γίνεται ξεκάθαρη η ανυποχώρητη θέση της Τουρκικής αντιπροσωπείας για αυτονόμηση κάποιων νήσων (Λέσβος, Χίος, Ίμβρος, Τένεδος, Σαμοθράκη, Ικαρία) αλλά και για υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στις δύο χώρες. Ήταν εμφανής η επιθυμία της τουρκικής πλευράς να αποχωρήσει και το Οικουμενικό Πατριαρχείο από την Κωνσταντινούπολη, αίτημα το οποίο δεν έγινε δεκτό. Παράλληλα, αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών με εξαίρεση τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και της Ανατολικής Θράκης.

Πρωτοσέλιδο της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ 15 Ιουλίου 1923

Οι διπλωματικού ελιγμοί του Βενιζέλου και η στήριξη που κέρδισε από κάποιες χώρες μέλη της συνδιάσκεψης πέτυχε αρκετά ικανοποιητικά -βάση των συνθηκών- αποτελέσματα για την Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε, οτι ο Έλληνας πολιτικός εκπροσωπούσε μια χώρα που είχε συντριβεί στρατιωτικά και διπλωματικά τους προηγούμενους μήνες ενώ είχε να αντιμετωπίσει και τις παράλογες συχνά απαιτήσεις του Τούρκου αντιπροσώπου. Ο Βενιζέλος κατέδειξε το αβάσιμο των τουρκικών απαιτήσεων από άποψη δικαίου και πολιτικής πρακτικής και ασκεί πίεση στον Ισμέτ, ο οποίος αναγκάζεται να υπογράψει τη νέα συνθήκη ειρήνης στις 24 Ιουλίου 1923. Με βάση τη Συνθήκη της Λωζάνης τα σύνορα μεταξύ των δύο χωρών ορίζονται από τον ποταμό Έβρο μέχρι τον Αίνο ενώ τα νησιά του Αιγαίου που διεκδικούσε η Τουρκία, παρέμειναν στην Ελλάδα, πλην της Ίμβρου και της Τενέδου. Επιπροσθέτως, τα Δωδεκάνησα μαζί με την Ρόδο και το Καστελόριζο περνούν στην Ιταλία, η Κύπρος στη Βρετανία, ενώ αναγνωρίζεται και το δικαίωμα της ελεύθερης ναυσιπλοΐας στα στενά των Δαρδανελίων. Τέλος, καθιερώνεται προστασία ζητημάτων θρησκευτικής και πολιτικής ελευθερίας των μειονοτήτων που προέκυψαν από την προσφυγοποίηση. Μέσω της συνθήκης εφαρμόζεται η αρχή της αυτοδιάθεσης των λαών.

Μετά την υπογραφή της συνθήκης τη Λωζάνης η Ελλάδα αποκτά νέες κατευθύνσεις ως προς τον ιδεολογικό της προσανατολισμό και την ασκούμενη πολιτική. Επιζητά την εδαφική της ακεραιότητα και ανεξαρτησία παγιώνοντας ένα κλίμα ειρήνης και ασφάλειας. Μέσα από το πρόσωπο του Βενιζέλου επιδιώκει τη δημιουργία σταθερού κράτους βασισμένο στο καθεστώς της πρόσφατης συνθήκης ειρήνης. Αναγκαστικά το ενδιαφέρον των κυβερνόντων περνά στην αφομοίωση των 1.500.000 προσφύγων που εντάχθηκαν στην Ελληνική επικράτεια και στην αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών, που θα προκαλούνταν. Σταδιακά οι πρόσφυγες εντάσσονται στην κοινωνία με σχετική ευκολία παρά τις όποιες ρατσιστικές και καχύποπτες διαθέσεις των ντόπιων. Πολύ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισε η κουλτούρα και ο πολιτισμός που μετέφεραν από τον τόπο τους και συντέλεσε ουσιαστικά στην οικονομική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας τα επόμενα χρόνια μέχρι και σήμερα.

Συμπερασματικά, μέσα σε λίγα μόλις χρόνια η Ελλάδα κατάφερε να φθάσει από την απόλυτη επιτυχία στην ολοκληρωτική αποτυχία. Με τη Συνθήκη των Σεβρών, το όραμα της Μεγάλης Ιδέας, που υπήρχε στην ελληνική συνείδηση για 100 σχεδόν χρόνια, έλαβε ‘’σάρκα και οστά’’. Δόθηκε η ευκαιρία για διπλασιασμό της ελληνικής επικράτειας και επανάκτηση των ‘’αλύτρωτων εδαφών’’, με μία συνθήκη η οποία τελικώς δεν ψηφίστηκε από κανένα κοινοβούλιο (πλην του ελληνικού). Ο εθνικός διχασμός και η μη ρεαλιστική στρατηγική, γρήγορα έφεραν τος Έλληνες αντιμέτωπους με την πραγματικότητα, της απώλειας εδαφών και του ξεριζωμού των κατοίκων από τις οικίες τους. Ακόμη και σήμερα δεν είναι πλήρως ξεκάθαρο, ποιοι είναι οι πραγματικοί αυτουργοί της καταστροφής. Οι Μεγάλες Δυνάμεις καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την τελική έκβαση της μονομαχίας Ελλήνων και Τούρκων, αποβλέποντας σε οικονομικά και εδαφικά συμφέροντα και μεταστρέφοντας την στήριξή τους στον Κεμάλ. Η Ελλάδα έμεινε μόνη, οικονομικά και πολιτικά να μάχεται έναν εχθρό ισχυρότερο, που ενισχύονταν συνεχώς από τους συμμάχους. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης, το ελληνικό κράτος έχει να αντιμετωπίσει το δυσκολότερο ζήτημα, που είναι η αποκατάσταση των προσφύγων στα ελληνικά εδάφη. Γίνεται προσπάθεια για κοινωνική ανασυγκρότηση και οικονομική ανάπτυξη με τους πρόσφυγες να είναι ταλαιπωρημένοι σωματικά και ψυχικά. Αναμφισβήτητα, καμία ευθύνη για τα γεγονότα και τις πολιτικές τις περιόδου 1920 – 1923 δεν έχουν οι περίπου 2.000.000 πρόσφυγες ( Έλληνες και Τούρκοι) ,που αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τους τόπους και τις οικίες τους, προς χάριν συμφωνιών και πολέμων, που ποτέ δε ζήτησαν και ποτέ δεν αποφάσισαν.

«Καλή μου, όταν λαμπάδιασε τ’ ωραίο κορμί σου ως τ’ άστρα,

δε βρέθη Θεός, να σου σταθεί μητ’ άνθρωπος εσένα,

μόν κοίταζ’ η μέρα βουβή κ’ η νύχτα αναγελάστρα,

γιατί οι ανθρώπ’ ήταν θεριά κ’ έλειπε ο Θεός στα ξένα».

Άγγελος Σημηριώτης (1870-1944)

Οδυσσέας Δημόπουλος , μεταπτυχιακός φοιτητής Σύγχρονης & Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας

Βιβλιογραφικές Αναφορές

Βλάχος, Α. (1973). Τριάντα μήνες (Αύγουστος 1920 – Ιανουάριος 1923): Ομιλία για τα πενήντα χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή. «Τέχνη», Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία, σελ. 7 – 29.

Γιαννουλόπουλος, Γ. (2003). «Η ευγενής μας τύφλωσις…»: Εξωτερική πολιτική και «εθνικά θέματα» από την ήττα του 1897 έως τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αθήνα: Βιβλιόραμα. σελ. 187 – 303.

Μουρέλος, Γ. (2021, 16 Οκτωβρίου). Οι σχέσεις της Γαλλίας με την Κεμαλική Τουρκία. Οι επιπτώσεις τους στην έκβαση του Μικρασιατικού Ζητήματος, Clioturbata. Ανακτήθηκε 12 Ιανουαρίου, 2022, από

Νεράτζης, Χ. (2006). Το έπος της Μικράς Ασίας 1919-1922 (τ. 1-2). Θεσσαλονίκη: Τζιαμπίρης – Πυραμίδα.

Σβολόπουλος, Κ. (2014). Ελληνική εξωτερική πολιτική. Αθήνα: Εστία. σελ. 153 – 175.

Στούκας, Μ. (2017, 8 Οκτωβρίου). 1922: Η Ανακωχή των Μουδανιών και η παράδοση της Ανατολικής Θράκης στους Τούρκους. Πρώτο Θέμα. Ανακτήθηκε 13 Ιανουαρίου, 2022, από: https://bit.ly/33knaM6.

Φωτιάδης, Κ. (2008). Η μικρασιατική καταστροφή. Αθήνα: Καλοκάθης, σ. 215 – 316.

ΕΙΚΟΝΑ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: https://www.kathimerini.gr/wp-content/uploads/2020/08/5v-768×480.jpg

(Visited 144 times, 1 visits today)

Κλείσιμο